Λονδίνο και Βρυξέλλες ξεκίνησαν από χθες την κρίσιμη διαπραγμάτευση για την αλλαγή του καθεστώτος συμμετοχής της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, με την επίσημη υποβολή των βρετανικών προτάσεων από τον πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον μέσω επιστολής του στον προέδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ. Από την έκβαση της δύσκολης, όπως όλα διαμηνύουν, διαπραγμάτευσης θα εξαρτηθεί η στάση της βρετανικής κυβέρνησης ενόψει του δημοψηφίσματος που έχει προαναγγείλει ο Κάμερον για το 2017 με το ερώτημα της παραμονής ή όχι της χώρας του στην Ε.Ε.
Παρουσιάζοντας τις προτάσεις του από το βήμα του βρετανικού Ινστιτούτου Chatam House, ο Ντέιβιντ Κάμερον ζήτησε από τους Ευρωπαίους εταίρους του να αποδώσουν μεγαλύτερη αυτονομία στα κράτη-μέλη, ως προϋπόθεση για να εισηγηθεί στους Βρετανούς πολίτες να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε. Ο συντηρητικός ηγέτης αναγνώρισε ότι η υιοθέτηση των βρετανικών αιτημάτων συνιστά «μείζονα πρόκληση», δεδομένων των αντιδράσεων που ήδη έχουν εκδηλωθεί από άλλες κυβερνήσεις, εκτίμησε όμως ότι «πρόκειται για εφικτό στόχο, παρότι θα χρειαστεί πολλή, σκληρή δουλειά για να φτάσουμε ώς εκεί».
«Είμαστε υπερήφανο, ανεξάρτητο έθνος και εννοούμε να παραμείνουμε ως τέτοιο», τόνισε ο Κάμερον, προειδοποιώντας τους εταίρους του: «Αν ψηφίσουμε (στο δημοψήφισμα του 2017) να φύγουμε, τότε θα φύγουμε. Δεν θα υπάρξει άλλη επαναδιαπραγμάτευση και άλλο δημοψήφισμα. Αρα, λέω στους Ευρωπαίους ομολόγους μου, με τους οποίους διαπραγματεύομαι, ότι αυτή είναι η μόνη ευκαιρία να το κάνουμε, για τη Βρετανία και ολόκληρη την Ε.Ε.».
Οι προτάσεις του Λονδίνου εκτείνονται σε τέσσερις κατευθύνσεις. Εν πρώτοις, η κυβέρνηση Κάμερον ζητά νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις ότι οι 19 χώρες-μέλη της Ευρωζώνης δεν θα μπορούν να επιβάλουν στη Βρετανία, που δεν έχει υιοθετήσει το κοινό νόμισμα, αποφάσεις που θα επηρεάζουν την εθνική της οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι η Βρετανία δεν θα δεσμεύεται από αποφάσεις στενότερης οικονομικής ενοποίησης, όπως η τραπεζική ένωση, αλλά και δεν θα υποχρεούται να συνεισφέρει οικονομικά σε πολιτικές για τη στήριξη του κοινού νομίσματος, όπως για παράδειγμα σε προγράμματα διάσωσης υπερχρεωμένων κρατών.
Παράλληλα, η βρετανική κυβέρνηση προβλέπει να δοθεί η δυνατότητα σε ορισμένο αριθμό εθνικών κοινοβουλίων (ο οποίος δεν είχε μέχρι χθες διευκρινιστεί), να έρχονται σε συμφωνία ώστε να μπλοκάρουν την εφαρμογή ευρωπαϊκών νόμων και κανονισμών που δεν βρίσκουν σύμφωνες τις χώρες τους. Μια τρίτη κατεύθυνση αφορά τη «μείωση της γραφειοκρατίας» και τη μεγαλύτερη φιλελευθεροποίηση σε επίπεδο Ε.Ε., κάτι που βρίσκει ευήκοα ώτα στον επιχειρηματικό κόσμο. Τέλος, η κυβέρνηση Κάμερον επιμένει –κι αυτή είναι η πιο προβληματική, για τις Βρυξέλλες, αξίωση της Βρετανίας– να μπορεί να ελέγχει τη μετανάστευση από άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε., περιορίζοντας τις κοινωνικές παροχές που απολαμβάνουν οι μετανάστες αυτών των χωρών.
Επιφυλακτική ήταν η πρώτη αντίδραση της Κομισιόν στις βρετανικές προτάσεις. «Σε πρώτη ματιά υπάρχουν στοιχεία που φαίνονται υλοποιήσιμα», δήλωσε ο εκπρόσωπος Τύπου της Επιτροπής, Μαργαρίτης Σχοινάς, αναφέροντας την ενδυνάμωση του ρόλου των εθνικών κοινοβουλίων. «Αλλα ζητήματα, όπως η σχέση μεταξύ μελών και μη μελών της Ευρωζώνης, είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Και κάποια άλλα είναι εξόχως προβληματικά, καθώς αγγίζουν τις θεμελιώδεις ελευθερίες της κοινής μας αγοράς», προσέθεσε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, παραπέμποντας στο ακανθώδες θέμα της μετανάστευσης.
Σε ανάλογους τόνους κινήθηκε η Αγκελα Μέρκελ. «Υπάρχουν ορισμένες δύσκολες αξιώσεις και άλλες λιγότερο δύσκολες, αλλά αν κινηθούμε με εποικοδομητικό πνεύμα θα μπορέσουμε να τις επιλύσουμε και είμαι αρκετά αισιόδοξη ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε», δήλωσε η Γερμανίδα καγκελάριος, σημειώνοντας ότι οι προτάσεις Κάμερον «δεν έκρυβαν εκπλήξεις». «Πολύ σοβαρό πρόβλημα», χαρακτήρισε ο Τσέχος πρωθυπουργός Μπόχουσλαβ Σομπότκα οποιονδήποτε ενδεχόμενο περιορισμό στην ελευθερία κίνησης εντός της Ε.Ε.
Πηγή: www.kathimerini.gr