Γράφει ο Πέτρος Γκάτζιος, Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος
Την επομένη των εκλογών, η κυβέρνηση που θα προκύψει, πρέπει να προχωρήσει άμεσα το νέο Μνημόνιο Συνεννόησης. Τι συμβαίνει όμως και η πρωταθλήτρια των μεταρρυθμίσεων (Ελλάδα) τα έτη 2013 -2014, αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα της επιτυχούς ολοκλήρωσης προγράμματος; Γιατί Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία (σε πρόγραμμα μόνο για το τραπεζικό της σύστημα) συμμετείχαν επιτυχώς, και η Κύπρος βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επιτυχή ολοκλήρωση, ενώ η Ελλάδα προχώρησε σε τρίτο Μνημόνιο;
Ασφαλώς τα ερωτήματα αυτά χρήζουν μεγάλης συζήτησης και δεν μπορούν να εξαντληθούν σε αυτό το κείμενο. Θεώρησα σκόπιμο λοιπόν, να παραθέσω κάποια στοιχεία και σκέψεις για το ιρλανδικό πρόγραμμα, ορμώμενος από το γεγονός πως το ΑΕΠ της τελευταίας έφτασε το δεύτερο τρίμηνο του 2015 το 6,7%, σε ετήσια βάση, ενώ για το 2014 η οικονομία ήταν η πιο αναπτυσσόμενη της ευρωζώνης.
Εύλογο το ερώτημα λοιπόν, αν και στη δική μας περίπτωση ακούγεται ρητορικό. Τι κάνει λάθος η Ελλάδα με τα δικά της Μνημόνια;
Πρώτα πρέπει να ξεκαθαρίσω κάτι. Τα Μνημόνια Συνεννόησης Ελλάδας-Ιρλανδίας, αφορούν ξεχωριστές περιπτώσεις το καθένα, συντάχθηκαν για διαφορετικούς λόγους (πχ. κρίση δανεισμού, ανεπάρκεια λειτουργίας τραπεζικού συστήματος) και είναι δύσκολο να συγκριθούν μεταξύ τους.
Της Ελλάδας, συντάχθηκε πριν συσταθούν οι EFSM-EFSF (βλ. παρακάτω), και της Ιρλανδίας αφού συστήθηκαν οι τελευταίοι και συμπεριλάμβαναν επιπλέον τρεις χώρες εκτός ΟΝΕ μαζί με ΔΝΤ και το Εθνικό Ταμείο Συντάξεων Ιρλανδίας.
Εν συνεχεία, το ιρλανδικό πρόγραμμα ήταν το δεύτερο πρόγραμμα βοήθειας της ζώνης του ευρώ, και το πρώτο που χρηματοδοτήθηκε από τα δύο νέα μέσα χρηματοδοτικής συνδρομής, δηλαδή την Ευρωπαϊκή Διευκόλυνση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθεροποίησης (EFSM).
Σχεδιάστηκε για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της σοβαρής τραπεζικής και δημοσιονομικής κρίσης (φούσκα ακινήτων το 2007, έκρηξη δημόσιου ελλείμματος το 2010) που είχε ως αποτέλεσμα η Ιρλανδία να χάσει την πρόσβαση στις αγορές. Η αίτηση έγινε στις 21/11/10 προκαλώντας πολιτικές εξελίξεις στη χώρα με τον τότε Πρωθυπουργό κ. Cowen (κεντρώος-φιλελεύθερος, σε συνασπισμό με Πρασίνους και ορισμένους ανεξάρτητους βουλευτές) να προκηρύσσει πρόωρες εκλογές, μετά και την υιοθέτηση από τη Βουλή του προϋπολογισμού για το 2011.
Στις 25/02/11, νικητής ήταν το κεντροδεξιό κόμμα Fine Gael, το οποίο και σχημάτισε κυβέρνηση συνεργασίας με το Εργατικό Κόμμα και κυβερνούν έκτοτε. Από την αρχή της θητείας της η νέα κυβέρνηση είχε ως στόχο την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση. Μεταξύ άλλων: 100.000 νέες θέσεις εργασίας για τα επόμενα πέντε χρόνια και επιστροφή σε ρυθμούς ανάπτυξης 3%, επενδύοντας σε έργα υποδομής και δημιουργώντας τις σωστές συνθήκες για την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα. Με κύριο στόχο το δανεισμό, μόνο για επενδυτικούς σκοπούς και τον φόρο για τις επιχειρήσεις σταθερά στο 12,5%.
Η ιρλανδική κυβέρνηση προέβη και σε συγκεκριμένες δράσεις για την οικονομική ανάκαμψη, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την αποκατάσταση της φήμης της χώρας στο εξωτερικό: 2ο Παγκόσμιο Ιρλανδικό Οικονομικό Φόρουμ (Οκτώβριος 2011) στο Δουβλίνο, Διάσκεψη «Invest in Ireland» στην Νέα Υόρκη (Φεβρουάριος 2012), προς αναζήτηση καινούργιων επενδυτών και οικοδεσπότη το πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ κ. Clinton και μία νέα προσέγγιση στην προώθηση της Ιρλανδίας από το διπλωματικό σώμα που υπηρετεί στο εξωτερικό (Ireland Abroad conference), καθώς και συμμετοχή του Export Trade Council στην εφαρμογή των κυβερνητικών πολιτικών για το εμπόριο, τον τουρισμό και τις επενδύσεις
Το πρόγραμμα της Ιρλανδίας περιελάμβανε χρηματοδοτική υποστήριξη 85 δις για την περίοδο 2011-2013, με τον EFSM να συνεισφέρει 22,5 δις ευρώ, την EFSF 17,7 δις, το ΔΝΤ 22,5 δις, ορισμένα διμερή δάνεια από ΗΒ 3,8 δις/ Σουηδία, 0,6 δις/ Δανία 0,4 δις, ενώ 17,5 δις συνεισέφερε το εθνικό αποθεματικό ταμείο συντάξεων της Ιρλανδίας. Σημειώνεται πως η Ιρλανδία, ήταν η ίδια κάτοχος του προγράμματος με την έννοια πως πρότεινε η ίδια σε συνεργασία με την Τρόικα το πρόγραμμα, ενώ τις περισσότερες των περιπτώσεων έβρισκε ισοδύναμα που οδηγούσαν σε τομείς ανάπτυξης (κάτι που προσπάθησε ανεπιτυχώς να περάσει στους πολίτες η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ). Ήδη τους πρώτους μήνες πέτυχε επαναφορά του κατώτατου ημερομισθίου στα επίπεδα προ Μνημονίου (8,65 ευρώ την ώρα), και μείωση ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών κατά 50%, στα ημερομίσθια που βρίσκονται πάνω από τον κατώτατο μισθό, ενώ μειώθηκε και ο ΦΠΑ στον τουρισμό στο 9% από 13,5%.
Το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε το Δεκέμβριο του 2013, ικανοποιώντας το μεγαλύτερο μέρος των προαπαιτούμενων με την τελευταία δόση να δίνεται τον Μάρτιο του 2014. Στην επιστολή προθέσεων της κυβέρνησης με υπογραφή ΥΠΟΙΚ και κυβερνήτη κεντρικής τραπέζης, συνολικά τα τρία χρόνια του Μνημονίου, ολοκληρώθηκαν περισσότερες από 260 προαπαιτούμενα-δράσεις (πολλές δικές τους δράσεις στη δική μας περίπτωση διαμελίζονται σε πολλές υπο-δράσεις για αυτό και είναι αριθμητικά πολύ περισσότερες).
Συνοπτικά, το πρόγραμμα θεωρείτε επιτυχημένο καθώς η Ιρλανδία ανέκτησε την πρόσβαση στις αγορές και σημείωσε σημαντική πρόοδο στην αποκατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Ακόμα, εξυγιάνθηκε δημοσιονομικά, επιστρέφοντας παράλληλα στη βιώσιμη ανάπτυξη. Η χώρα υπόκειται πλέον σε «εποπτεία μετά το πρόγραμμα», μέχρι την εξόφληση του 75% της χρηματοδοτικής συνδρομής που έλαβε (το ίδιο ισχύει για όλες τις χώρες που συμμετείχαν/ουν σε πρόγραμμα). Έτσι, με εξαίρεση τυχόν πρόωρη αποπληρωμή, η «εποπτεία» θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι 2031. Η Ευρ. Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΚΤ θα διεξάγει δηλαδή τακτικές αποστολές επιθεώρησης για να αξιολογήσει την οικονομική, δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση και να προετοιμάσει τις εξαμηνιαίες εκτιμήσεις της, προτείνοντας, αν το κρίνει αναγκαίο, συγκεκριμένα διορθωτικά μέτρα. Μέχρι στιγμής έχουν πραγματοποιηθεί τρείς τέτοιες αποστολές, με την τελευταία τον Μάιο και την επόμενη το Φθινόπωρο. Σύμφωνα με αυτή:
«Η οικονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση συνεχίζει να βελτιώνεται. Το 2014, η Ιρλανδία έγινε η ταχύτερα αναπτυσσόμενη χώρα της ΕΕ, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 4,8%. Η ανάπτυξη για τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2014, οφείλεται κυρίως στις εξαγωγές (ισχυρές εμπορικές σχέσεις με ΗΠΑ-ΗΒ), και στις επενδύσεις, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση άρχισε να επιταχύνεται προς το τέλος του έτους. Η ισχυρότερη αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας από το 2007, αντικατοπτρίζει τις προσπάθειες για την αποκατάσταση της ισορροπίας της ιρλανδικής οικονομίας. Η αγορά ακινήτων συνέχισε να ανακάμπτει, με τις τιμές των κατοικιών να αυξάνονται κατά 16,3% το 2014. Το 2015 και το 2016, η οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει δυναμική, περίπου 3,5%. Η εγχώρια ζήτηση προβλέπεται να αντικαταστήσει σταδιακά τις εξαγωγές ως βασική κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης. Τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων έχουν μειωθεί σε νέα χαμηλά, επιταχύνοντας έτσι την πρόωρη αντικατάσταση πιστώσεων του ΔΝΤ μέσω εκδόσεων της αγοράς. Τα δημόσια οικονομικά βελτιώθηκαν το 2014. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ανήλθε στο 4,1% του ΑΕΠ, εντός του ανώτατου ορίου του 5,1% του ΑΕΠ που συνιστώνται στο πλαίσιο της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος. Το 2014, ο λόγος του δημόσιου τομέα χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε για πρώτη φορά από το 2006 με 109,7% του ΑΕΠ, κάτω από το 123,2% το 2013.
Στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας η κυβέρνηση καθορίζει τη δημοσιονομική στρατηγική για τα επόμενα χρόνια με στόχο την μείωση του ονομαστικού ελλείμματος προς ένα ισοσκελισμένο προϋπολογισμό το 2018. Ο στόχος για το έλλειμμα του 2016 περιλαμβάνει μέτρα ύψους 1,2 δις ευρώ ή περίπου 0,6% του ΑΕΠ.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προχωρούν. Οι μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί και ο εκσυγχρονισμός της περαιτέρω εκπαίδευσης και κατάρτισης προχωρά. Απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για τη μείωση των δημοσίων δαπανών για τα φαρμακευτικά προϊόντα και να βελτιωθεί η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας στην παροχή υγειονομικής περίθαλψης, ιδίως για τα νοσοκομεία. Οι αρχές είναι πλέον πεπεισμένες ότι η ψήφιση του νομοσχεδίου για τις νομικές υπηρεσίες είναι κοντά. Αυτό θα ήταν ένα σημαντικό πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της μείωσης του κόστους αυτών. Σε γενικές γραμμές, η πρόοδος προς την εξισορρόπηση της ιρλανδικής οικονομίας συνεχίστηκε και αυτό αντικατοπτρίζεται στην έντονη ανάκαμψη της οικονομικής ανάπτυξης. Παρ “όλα αυτά, χρειάζεται συνέχεια των προσπαθειών, ιδίως στους τομείς της δημοσιονομικής προσαρμογής και την αποκατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα».
Στις 22/06/15, η Ευρ. Επιτροπή δημοσιοποίησε για πρώτη φορά Έκθεση που αξιολογεί ορισμένα διδάγματα από το πρόγραμμα προσαρμογής της Ιρλανδίας. Μεταξύ άλλων, αναφέρει:
«Το πρόγραμμα ήταν ευέλικτο και μπορούσε ανά πάσα στιγμή να προσαρμοστεί σε απρόσμενα γεγονότα. Η Ιρλανδία σημείωσε σημαντική πρόοδο στην αποκατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα, τη δημοσιονομική εξυγίανση και την επιστροφή στην αειφόρο ανάπτυξη. Ως εκ τούτου, η Ιρλανδία επανέκτησε πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές σε βιώσιμα ποσοστά. Μέχρι το τέλος του προγράμματος, η εμπιστοσύνη στην Ιρλανδία και το χρηματοπιστωτικό της σύστημα είχε αποκατασταθεί. Στο επίκεντρο αυτής της επιτυχίας ήταν ο ρόλος των ιρλανδικών αρχών και η θετική εμπλοκή τους με την Τρόικα. Οι ιρλανδικές αρχές είχαν ενεργό ρόλο στην τοποθέτηση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος από κοινού, παρουσιάζοντας Εθνικό σχέδιο για την ανάκαμψη τους, παράλληλα με το αίτημά τους οικονομική βοήθεια τον Νοέμβριο του 2010. Το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής ήταν σε θέση να συνδυάσει την ατζέντα μεταρρύθμισης της Ιρλανδίας με την αξιοπιστία και την εμπειρία που προήλθε από τη συμμετοχή της Τρόικα. Κατά τη διάρκεια των ετών του προγράμματος οι ιρλανδικές αρχές παρέμειναν προσηλωμένες στην υλοποίηση του προγράμματος, και εμφάνισαν κυριότητα στους περισσότερους τομείς πολιτικής.
[…] Από το τέλος του προγράμματος η Ιρλανδία έχει τα υψηλότερα ποσοστά ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ. Το πρόγραμμα απέφυγε οριζόντιες μειώσεις σε θέματα κοινωνικής πολιτικής, η ανεργία μπορεί να ανέβηκε στο 14,7% το 2011, μειώθηκε ωστόσο σταθερά από το 2013 και προβλέπεται να μειωθεί στο 9,6% το 2015. Παρά την αξιοσημείωτη επιτυχία, οι προκλήσεις παραμένουν, όπως τα υψηλά ποσοστά της μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων. Τα μέτρα για τον χρηματοπιστωτικό τομέα δικαίως επικεντρώθηκαν στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την αναδιάρθρωση. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του προγράμματος ήταν περιορισμένες, καθώς η Ιρλανδία είναι μια σχετικά ανταγωνιστική και ευέλικτη οικονομία. Ωστόσο, σε ένα πλαίσιο ισχυρής συνολικής ιδιοκτησίας και συμμόρφωση, η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ήταν λιγότερο συνεπής σε σχέση με άλλα μέρη του προγράμματος […]».
Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρ. Επιτροπής στις 5 Μαΐου, οι επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 11,3% το 2014 και αναμένονται να αποτελέσουν το βασικό μοχλό ενίσχυσης του ΑΕΠ για το 2015 και 2016.
Η Ιρλανδία λοιπόν προχώρησε στην επόμενη φάση και ετοιμάζεται για τις επόμενες εκλογές, οι οποίες θα πραγματοποιηθούν το αργότερο έως τις 03/04/16 (πενταετής κοινοβουλευτική περίοδος), εκτός απροόπτου. Το Fine Gael προηγείται σταθερά σε όλες τις δημοσκοπήσεις, με τις τελευταίες στις 12 Σεπτεμβρίου να δίνουν πρωτιά με 28% και το Εργατικό Κόμμα με 10%. Ο Πρωθυπουργός κ. Kenny από την πρώτη στιγμή στόχευε σε δράσεις για: καταπολέμηση της ανεργίας, δημιουργία ανάπτυξης και θέσεων απασχόλησης, ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και ασφάλειας του πολίτη, να πιάσουν τόπο οι θυσίες του λαού και να προστατευτεί η κοινωνική συνοχή κατά την εφαρμογή της δημοσιονομικής εξυγίανσης (σας θυμίζει κάτι…).
Στα παραπάνω, προσθέτω επιγραμματικά και κάποια συμπεράσματα από το πορτογαλικό πρόγραμμα: Κυβέρνηση και αντιπολίτευση, συντεχνίες και δημόσιοι υπάλληλοι, ήταν απολύτως σύμφωνοι με τις μεταρρυθμίσεις και πήραν το 100% την ευθύνη γι’ αυτές (ενώ το τρίτο Μνημόνιο που έφερε η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δεν το ενστερνίζεται). Για αυτό και ήταν περισσότερο μία συμφωνία που αποσκοπούσε στην επανεκκίνηση της ανάπτυξης και στη γρήγορη επιστροφή στις αγορές παρά μία συμφωνία τύπου Μνημονίου (άλλωστε συντάχθηκε από υπηρεσιακή κυβέρνηση). Η Αξιωματική Αντιπολίτευση στην Πορτογαλία κλήθηκε επίσης να συμμετάσχει ουσιαστικά με τις προτάσεις της στο αποτέλεσμα του κειμένου. Από την άλλη παρόλο που απέρριψαν την τελευταία δόση για να μην παρατείνουν το πρόγραμμα, είχαν καταφέρει ξεκινώντας από το 2013 να χρηματοδοτήσουν τις ανάγκες τους για την πρώτη χρονιά που θα βρίσκονταν χωρίς πρόγραμμα. Έτσι όταν αποφάσισαν την «καθαρή» έξοδο στις αγορές, είχαν στα ταμεία τους περίπου 20 δις, γιατί γνώριζαν τις μελλοντικές τους ανάγκες και τις είχαν καλύψει από τις αγορές». Παράλληλα, τα σπρεντ είχαν πέσει, η χώρα ήταν σταθερή και δεν υπάρχει καμία αβεβαιότητα. Με αυτές τις συνθήκες, οδεύουν και σήμερα ένα χρόνο μετά, προς τις εκλογές στις 4 Οκτωβρίου (οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, σοσιαλδημοκράτες και το κόμμα CDS-PP, συγκεντρώνουν από κοινού ποσοστό 38,9% στην πρόθεση ψήφου ενώ οι Σοσιαλιστές 33,3%). Τα συμπεράσματα δικά σας!!!