Γράφει Ειδικός Συνεργάτης του ΚΕΔΙΣΑ
Δώδεκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008 με την κατάρρευση της Lehman Brothers στις ΗΠΑ που προκάλεσε ύφεση στην Ευρώπη, η τελευταία έρχεται και πάλι αντιμέτωπη με μία υγειονομική και κατ’ επέκταση οικονομική κρίση, λόγω της εμφάνισης του «νέου» κορωνοϊού(COVID-19). Οι περισσότερες κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης(ΕΕ) επέλεξαν να λάβουν δραστικά μέτρα γενικευμένης καραντίνας για να αντιμετωπίσουν την πανδημία COVID-19 με αποτέλεσμα να πληγεί και η προσφορά και η ζήτηση στην οικονομία και να θεωρείται βέβαιο ότι μέσα στους επόμενους μήνες τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα οδηγηθούν σε βαθειά ύφεση. Αυτό συμβαίνει διότι με το «shutdown» μειώνεται τόσο η Κατανάλωση (Ζήτηση), όσο και η Παραγωγή (Προσφορά) με αποτέλεσμα να πλήττονται όλοι οι κλάδοι της οικονομίας. Απόρροια αυτoύ είναι η μείωση των δημοσίων εσόδων, την ίδια στιγμή που χρειάζονται υψηλές δημόσιες δαπάνες, ώστε να στηριχθεί η οικονομία. Συγκεκριμένα, απαιτείται στήριξη του συστήματος υγείας (δαπάνες υγειονομικού εξοπλισμού και προσλήψεις προσωπικού) και τόνωση ρευστότητας με παροχή επιδομάτων και διευκολύνσεων- φορολογικών και ασφαλιστικών- σε εργαζομένους και επιχειρήσεις αντίστοιχα. (1)
Συνεπώς, τα κράτη πρέπει να ασκήσουν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με σκοπό να ενισχυθούν τα Εισοδήματα, η Κατανάλωση και τελικά η συνολική Ζήτηση. Σκοπός είναι να στηριχθεί η οικονομία βραχυπρόθεσμα, ώστε μετά το τέλος της κρίσης γίνει μια γρήγορη επανεκκίνηση της οικονομίας(“jump start”) με άμεση επιστροφή στην κανονικότητα χωρίς μακροπρόθεσμες συνέπειες στην οικονομία, δηλαδή κλείσιμο των επιχειρήσεων με μόνιμη μείωση της παραγωγής, δηλαδή συρρίκνωση του ΑΕΠ, και υψηλό ποσοστά ανεργίας. (1)
Η μη τήρηση των αναμενόμενων δημοσιονομικών στόχων των κρατικών προϋπολογισμών για το 2020 είναι πλέον δεδομένη για όλα τα κράτη της ΕΕ. Η Fitch προβλέπει ότι το ΑΕΠ της ΕΕ για το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς θα συρρικνωθεί 7%-8% ή 28%-30% σε ετήσια βάση. (2) Κατά συνέπεια, τα κράτη ανησυχούν, τόσο για την αύξηση του δημοσίου χρέους λόγω της μείωσης του ΑΕΠ,όσο και για την διασφάλιση της ρευστότητας, ώστε να χρηματοδοτούν τις δαπάνες τους. Βραχυπρόθεσμα φαίνεται να μπορούν να ανταποκριθούν, όμως όσο παρατείνεται το «shutdown» της οικονομίας οι συνθήκες ρευστότητας επιδεινώνονται, με αποτέλεσμα να αναζητούνται τρόποι για την μακροπρόθεσμη εξασφάλιση της. Πολλές χώρες, όπως η Ιταλία, φαίνεται πως θα αντιμετωπίσουν πολύ σοβαρή ύφεση της οικονομίας. (3)
Στο πλαίσιο αυτό κρίνεται σημαντικός κρίνεται ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), εφόσον θα μπορούσε να δράσει καταλυτικά στην αντιμετώπιση της κρίσης με την έκδοση ενός COVID-ευρωομολόγου. Πρόκειται για μια ευκαιρία συλλογικής και αλληλέγγυας δράσης με αφορμή το συμμετρικό σοκ που υφίσταται η ΕΕ. Σε μία τέτοια συνθήκη απαιτείται δημοσιονομική αλληλεγγύη, με ένα ευρωπαϊκό ομόλογο μακροχρόνιας ωρίμανσης (30-50 έτη) με εκδότη έναν ευρωπαϊκό θεσμό δηλαδή, είτε τον ESM αν μιλάμε μόνο για την Ευρωζώνη είτε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) ή την Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα (ΕΤΕπ) εάν μιλάμε για ολόκληρη την ΕΕ και με αντίστοιχη εγγύηση τα κεφάλαια του εν λόγω θεσμού. (3) Μάλιστα, υπολογίζεται ότι θα πρέπει να φτάσει περίπου το 2-3% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης ή της ΕΕ (σε βάθος 2-3 ετών περίπου 1 τρις ευρώ).
Στον αντίποδα, οι χώρες του Βορρά(Γερμανία, Φινλανδία, Ολλανδία Αυστρία), απορρίπτουν την ανάγκη έκδοσης ευρωομολόγου που θα βοηθήσει όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ στην κάλυψη των αναγκών, λόγω της εξάπλωσης της πανδημίας. (3) Χαρακτηριστικά, ο Ολλανδός ΥΠΟΙΚ κ.Βόπκε Χέκστρα, δήλωσε στο ECOFIN στις 23 Μαρτίου, ότι κάτι τέτοιο είναι περιττό, εφόσον κάποιες χώρες έχουν δημοσιονομικά περιθώρια αντιμετώπισης της κρίσης σε σχέση με άλλες χώρες. Όμοια, η Γερμανίδα καγκελάριος κα Άνγκελα Μέρκελ παρά τις προβλέψεις του γερμανικού ινστιτούτου Ifο για ύφεση έως και 10% της γερμανικής οικονομίας το 2020, η οποία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές, αρνείται την τόνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας με ένα δημοσιονομικό και νομισματικό πακέτο αρκετών τρισεκατομμυρίων ευρώ που συνεπάγεται η έκδοση του ευρωομολόγου.
Σε περίπτωση, μη λήψης απόφασης για την έκδοση του ευρωομολόγου τα κράτη θα πρέπει να βρουν εναλλακτικούς τρόπους εξασφάλισης της ρευστότητας. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η εναλλακτική πρόταση των «σκληρών» του Βορρά είναι η προληπτική πιστωτική γραμμή(ECCL) του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας(ESM), όπου συνοδεύεται με ένα νέο μνημόνιο. Το μέγεθος, όμως, του ECCL αφορά το 2% του ΑΕΠ κάθε χώρας, με αποτέλεσμα να κρίνεται ανεπαρκές για το μέγεθος της κρίσης. Χαρακτηριστικά, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν δημοσιονομική στήριξη με 2 τρις ευρώ. Πρόσθετα, πολλοί θεωρούν ότι θα χρειαστεί πρόγραμμα επαναφοράς ομολόγων (outright monetary transactions- OMT) 1,1 τρις ευρώ που έχει ήδη στην διάθεση της η ΕΚΤ. Κάτι τέτοιο ,βέβαια, είναι πιθανό να απειλήσει τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, καθώς θα προκαλέσει «φούσκες» σε τιμές ομολόγων και μετοχών αλλά και πληθωριστικές πιέσεις στα αγαθά, δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις μίας επόμενης κρίσης.
Η απροθυμία των χωρών του Βορρά για συλλογικές αποφάσεις και λύσεις, με σκοπό να επιμεριστεί το ρίσκο, οδήγησε την ΕΚΤ σε νέες αποφάσεις ως τον θεσμό που εγγυάται την ακεραιότητα και συνοχή της Ευρωζώνης. Στις 19 Μαρτίου η ΕΚΤ ανακοίνωσε νέο μέτρο αγοράς ομολόγων το PEPP(Pandemic Emergency Purchase Program) ύψους 750 δις ευρώ με το οποίο καταργούσε τα ανώτατα όρια που είχε θέσει στο αρχικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) (33% ανά κράτος- μέλος και ανά ομόλογο). Επιπλέον, στο κείμενο της νομικής απόφασης η ΕΚΤ αναφέρει πως «το Ευρωσύστημα δεν θα ανεχθεί οποιονδήποτε κίνδυνο στην ομαλή μετάδοση της νομισματικής του πολιτικής σε όλη την επικράτεια της ευρωζώνης». Με αυτόν τον τρόπο η ΕΚΤ δήλωσε ξεκάθαρα πως θα στηρίξει την Ευρωζώνη για όσο διάστημα διαρκέσει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης. (4)Όσον αφορά την Ελληνική οικονομία η απόφαση της ΕΚΤ να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα που μπορεί να φτάσουν έως τα 18 δις στο νέο έκτακτο QE για την αντιμετώπιση της πανδημίας, την στιγμή που η χώρα δεν κατέχει ακόμα «επενδυτική βαθμίδα», αποτελεί σημαντικό δίχτυ ασφαλείας και έχει μεγάλη σημασία για το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου.
Παρόλα αυτά, όμως, εννέα χώρες της ΕΕ (Ελλάδα, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Σλοβενία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο), θεωρούν πως δεν αρκούν τα σημερινά μέτρα και επιμένουν στην έκδοση ενός «Ομόλογου-Corona», στέλνοντας γραπτή επιστολή υπέρ αυτής της πρωτοβουλίας, προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ μετά το Eurogroup της 24ης Μαρτίου. Η επίσημη αυτή πρόταση έχει την στήριξη της πρόεδρου της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ. (5) Οι χώρες αυτές τονίζουν επανειλημμένα πως η παγκόσμια κρίση απαιτεί συντονισμένη απάντηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε η ανάκαμψη των οικονομιών να είναι άμεση μετά το τέλος της κρίσης. Ειδικότερα, θεωρούν πως χρειάζεται «ένα εργαλείο κοινού χρέους το οποίο θα εκδοθεί από ευρωπαϊκό θεσμό για να βρεθεί χρηματοδότηση στις αγορές, στην ίδια βάση και προς όφελος όλων των χωρών μελών διασφαλίζοντας έτσι τη σταθερή μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση για τις πολιτικές που απαιτούνται προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ζημιά που έχει προκαλέσει η πανδημία». (6)
Σε κάθε περίπτωση, η έλλειψη ομοφωνίας της ΕΕ σχετικά με τις δράσεις και τα μέτρα που πρέπει να λάβει σε μία τόσο κρίσιμη συγκυρία δίνει χώρο στις απόψεις των ευρωσκεπτικιστών αλλά και στους υποστηρικτές της Ευρώπης των «δύο ταχυτήτων», ενώ παράλληλα φαίνεται η αδυναμία της να λάβει γρήγορες και ευέλικτες αποφάσεις όταν οι συνθήκες το απαιτούν.
Πηγές
- Μια υγειονομική κρίση με ειδική θεραπεία για την οικονομία. Π.Ζανιάς, Γιώργος. Αθήνα : Καθημερινή, 2020.
- www.kathimerini.gr. Εως 30% η ύφεση το δεύτερο τρίμηνο σε ΗΠΑ και Ε.Ε. Αθήνα : s.n., 2020.
- www.liberal.gr. Reuters: Τα μέτρα του Eurogroup για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας. Αθήνα : s.n., 2020.
- Η ΕΚΤ καλείται να σώσει ξανά την πατρίδα. Παλαιολόγου, Γιάννης. Αθήνα : Καθημερινή, 2020.
- www.cnn.gr. Ευρωζώνη: «Όχι» από Γερμανία στο «ευρωομόλογο κορωνοϊού». Αθήνα : s.n., 2020.
- www.efsyn.gr. Επίσημο αίτημα για ευρωπαϊκό ομόλογο από 9 χώρες. Αθήνα : s.n., 2020.