Γράφει ο Ειδικός Συνεργάτης
Ο θεσμός των Πανορθοδόξων Συνόδων παρουσιάστηκε αρχικά κατά τον 14ο αιώνα καθότι μετά το σχίσμα Ανατολής-Δύσης του 1054, δεν ήταν πλέον δυνατή η σύγκλιση Οικουμενικών Συνόδων. Η πρώτη Πανορθόδοξη σύνοδος συγκεκριμένα έλαβε χώρα κατά το έτος 1341 (αλλά συγκλήθηκε εκ νέου τα έτη 1347 και 1351) και είχε ως αφορμή τον καθορισμό της επίσημης στάσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας έναντι του κινήματος των «Ησυχαστών» και του κυρίου εκπρόσωπου τους του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Η σημασία της ήταν μεγάλη, διότι κατά την διάρκειά της έλαβε χώρα πολύτιμη ιδεολογική-θεολογική αντιπαράθεση ανάμεσα στους Ορθόδοξους Ανατολικούς Ιεράρχες και σε έναν Ελληνο-ορθόδοξο μοναχό, τον Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ο οποίος προσήλθε στην Σύνοδο ως εκπρόσωπος των Ορθοδόξων της Νοτίου Ιταλίας, εξ ού και το προσωνύμιο Καλαβρός, αφού είλκυε την καταγωγή του από την Καλαβρία. Η μεγάλη σημασία της θεολογικής αυτής αντιπαράθεσης έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι ο μεν Βαρλαάμ παρουσιάστηκε αντίθετος στον Ησυχασμό, ως επηρεασμένος από τις ορθολογιστικές/πραγματιστικές αντιλήψεις της Δύσης, οι δε Ανατολικοί Ιεράρχες κινούνταν σε «μυστηριακή» κατεύθυνση βίωσης από τον πιστό της Θείας Δυνάμεως, μετέχοντας ήδη της «Παλαιολογείου Αναγεννήσεως» δηλαδή της αναβίωσης και επανασύνδεσης της χριστιανικής διδασκαλίας με αυτές των Πλάτωνα-Αριστοτέλη, σύνδεση η οποία είχε ατονήσει από την εποχή των Μεγάλων Πατέρων Ιωάννη Χρυσοστόμου και Μεγάλου Βασιλείου. Κατ΄αυτό τον τρόπο καταδεικνύονταν πέραν πάσης αμφιβολίας το γεγονός ότι το Σχίσμα Ανατολής-Δύσης ήταν βαθύτερο και κινούνταν πλέον σε σφαίρα φιλοσοφικής θεώρησης των πραγμάτων.
Οι επόμενες Πανορθόδοξοι Σύνοδοι συνεκλήθησαν κατά τα έτη 1583, 1587 και 1593 και είχαν σαν σκοπό να καθορίσουν την στάση της Εκκλησίας απέναντι στην μεταρρύθμιση του Ιουλιανού ημερολογίου από τον τότε Πάπα Ρώμης Ιούλιο τον 13ο. Πράγματι, το θέμα της υιοθέτησης του εν λόγω ημερολογίου ετέθη σοβαρά μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, και κρίθηκε σκόπιμο να εξετασθεί ενδελεχώς, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι στην κατεύθυνση της παραμονής της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Ιουλιανό. Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι οι σύνοδοι αυτές έλαβαν χώρα κάτω από την νέα πραγματικότητα της οθωμανικής δουλείας, και σε μια περίοδο που ακόμη η πρωτεύουσα θέση του Πατριαρχείου Κων/πόλεως ήταν αδιαμφισβήτητη, αφού και το Πατριαρχείο Μόσχας ήταν ακόμη εν τη γενέσει του.
Η τρέχουσα Πανορθόδοξος, η οποία έχει προγραμματιστεί να συγκληθεί στην νήσο Κρήτη κατά το διάστημα 16-26 Ιουνίου 2016 θα αποτελέσει την πρώτη ουσιαστικά σύνοδο των απανταχού Ορθοδόξων Προκαθημένων κατά τα τελευταία 400 χρόνια. Η πρώτη παρατήρηση η οποία κάθε ενημερωμένος μελετητής έχει την υποχρέωση να κάνει, είναι ότι αυτή και μόνο η σύγκλησή της είναι ένα γεγονός καθοριστικής σημασίας. Και αυτό γιατί η σύνθεσή της είναι πρωτοφανής. Πλέον, εκτός των αρχέγονων Εκκλησιών της καθ’ ημάς Ανατολής, δηλαδή των τεσσάρων πρεσβυγενών Πατριαρχείων και της Αρχιεπισκοπής Κύπρου, θα έχουμε συμμετοχή ως ισοτίμων όλων των υπολοίπων Πατριαρχείων (Μόσχας, Βελιγραδίου, Σόφιας, Βουκουρεστίου), προϊόντων της διαδικασίας εθνικής αφύπνισης και χειραφέτησης των Ορθοδόξων λαών, αλλά και πληθώρας αυτοκεφάλων Εκκλησιών οι οποίες ιδρύθηκαν κατά τους διαρρεύσαντες αιώνες από την τελευταία Σύνοδο (Πολωνία, Ελλάδα, Αμερική, Αυστραλία, Τσεχία) αφού πλέον η Ορθόδοξη Πίστη έχει επεκταθεί σε όλο τον πλανήτη. Η πολυμορφία και πολυκεφαλία αυτή που επικρατεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία οφείλεται στην «δημοκρατικότητα» του συνοδικού συστήματος που επικρατεί στην Ορθοδοξία. Πράγματι οι Ορθόδοξες Εκκλησίες διοικούνται μέσα από ένα δημοκρατικό σύστημα, στα πλαίσια του οποίου αναγνωρίζονται μεν «πρεσβεία» δηλαδή προβάδισμα αρχαιότητας ή ιεραρχίας, αλλά μέσα σε ένα κλίμα primus inter pares. Η ενός ανδρός αρχή και το συνεπακόλουθο «αλάθητο» δεν γίνονται αποδεκτά ως έννοιες. Το καθεστώς αυτό οφείλεται στο ότι όλο το οικοδόμημα της Ορθόδοξης Εκκλησίας βασίζεται κατ’ ουσίαν στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, τις αντιλήψεις της οποίας περί την δημοκρατική διεξαγωγή των πραγμάτων στα πλαίσια της κοινωνίας και της Πολιτείας υιοθετεί πλήρως. Άλλωστε ας μην λησμονούμε ότι οι θεμελιωτές της Εκκλησίας στην Ανατολή ήταν βαθιοί γνώστες της Ελληνικής Φιλοσοφίας, με προεξάρχοντες του προαναφερθέντες Ιωάννη Χρυσόστομο και Βασίλειο Καισαρείας, οι οποίοι άλλωστε είχαν μαθητεύσει και στην Πλατωνική Ακαδημία της Αθήνας, όντες συμμαθητές και αυτού του μετέπειτα αυτοκράτορος Ιουλιανού.
Μετά λοιπόν αυτή την απαραίτητη αρχική τοποθέτηση της Πανορθοδόξου στο σωστό ιστορικό και θεολογικό πλαίσιο μπορούμε πλέον να προβούμε στην παράθεση κάποιων σκέψεων πάνω στην πραγματική της σημασία υπό τις σύγχρονες τρέχουσες κοινωνικές, θεολογικές και γεωπολιτικές εξελίξεις. Η Σύνοδος έρχεται λοιπόν σε μια λίαν κρίσιμη στιγμή για την ανθρωπότητα. Τωόντι, διακόσια χρόνια μετά την Γαλλική Επανάσταση, τον θρίαμβο του Διαφωτισμού και τον διαχωρισμό Εκκλησίας-Κράτους, αλλά και την επακολουθήσασα «αποθρησκειοποίηση» των Δυτικών κοινωνιών, ο Δυτικός Πολιτισμός βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Αφενός οι Δυτικές κοινωνίες παρακμάζουν, με κυριότερο σύμπτωμα το Δημογραφικό, αλλά και την μετατροπή του ανθρώπινου περιβάλλοντος σε «απάνθρωπο», δηλαδή σε ένα περιβάλλον που «γεμίζει» τον απλό καθημερινό άνθρωπο με άγχος και απελπισία, ως αποτέλεσμα της θυσίας στον βωμό του κέρδους και του ατομικού συμφέροντος. Αφετέρου, μετά από αιώνες δυτικής πολιτισμικής/γεωπολιτικής πρωτοκαθεδρίας νέα έθνη και νέες φυλές διεκδικούν μια προεξάρχουσα θέση στο πλανητικό γίγνεσθαι. Τέλος, ακόμη και σήμερα κράτη και λαοί, ως επί το πλείστον μη χριστιανικοί, συνεχίζουν να δίδουν ιδιαίτερη έμφαση στην θρησκευτική ταυτότητα, ρυθμίζοντας ακόμη και την λειτουργία της εσωτερικής τους έννομης τάξης, ή ακόμη και αυτής της εξωτερικής πολιτικής τους από την θρησκεία. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, αποδυναμωμένων κοινωνιών καλούνται οι Προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών να δραστηριοποιηθούν και να συνεχίσουν να πρεσβεύουν τις χριστιανικές αξίες, οι οποίες, ασχέτως των λαθών και υπερβολών (ενίοτε εγκληματικών, πχ Ιερά Εξέταση, 30ετής Πόλεμος) αποτέλεσαν την βάση οργάνωσης των μετα-ρωμαϊκών και μη ευρωπαϊκών κοινωνιών. Οι χριστιανικές αυτές αξίες αποτέλεσαν, δια της ελευθερίας της έκφρασης και του πνεύματος που πρέσβευαν, το κύριο πλεονέκτημα των Δυτικών έναντι των άλλων πολιτισμών του Πλανήτη. Πράγματι, όλες οι επαναστάσεις που άλλαξαν την πορεία της ανθρωπότητας (αμερικανική, γαλλική, ρωσική) συνέβησαν στα πλαίσια χριστιανικών κοινωνιών. Μέσα στο μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί, θα πρέπει οι Ορθόδοξοι Προκαθήμενοι να προβληματιστούν σχετικά με την συνέχιση του αγώνα διάδοσης του Ευαγγελικού μηνύματος. Ειδικά οι Ορθόδοξοι, οι οποίοι πέραν κάθε αμφισβήτησης έμειναν πραγματικά πιστοί στο κήρυγμα του Ευαγγελίου και στην διαφύλαξη του πραγματικού νοήματος αυτού, έχοντας αποφύγει τις ακρότητες των Ρωμαιοκαθολικών, οι οποίες οδήγησαν στις ακόμη μεγαλύτερες ακρότητες των Προτεσταντών.
Οι στιγμές είναι κρίσιμες. Στην πόρτα μας, την Εγγύς και Μέση Ανατολή, την κοιτίδα του Ανθρωπίνου Πολιτισμού, λαμβάνουν χώρα γεγονότα πρωτοφανούς σημασίας. Ανάλογα με την εμφάνιση του Μουσουλμανισμού 1400 χρόνια πριν. Η άφρων εξωτερική πολιτική κάποιων ηγετικών Δυτικών Δυνάμεων αφύπνισε το Ισλαμιστικό «θηρίο», με αποτέλεσμα αφάνταστο πόνο και δοκιμασία για εκατομμύρια αθώες ψυχές, είτε χριστιανών, είτε μη χριστιανών, και την πλήρη κατάρρευση του γενικότερου πολιτισμικού επιπέδου της περιοχής σε επίπεδα προ χιλιετίας. Πέραν τούτου, κύματα εξαθλιωμένων δύστυχων υπάρξεων «έσκασαν» στις πύλες της αποχριστιανισμένης Ευρώπης, η οποία πέραν ενός ισχνού μηνύματος περί δημοκρατικής ισότητος των πάντων έναντι του Νόμου, τίποτα το ουσιαστικό δεν μπορεί να τους προσφέρει. Προπαντός, δεν μπορεί να τους προσφέρει αυτό που οι ιεραπόστολοι του Μεσαίωνα προσέφεραν στις φυλές που κατοικούσαν ή επέδραμαν στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Γιατί πράγματι μπορούμε να κάνουμε λόγο για καταστάσεις ανάλογες με αυτές που επικράτησαν με την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και τότε η ρωμαϊκή κοινωνία βρισκόταν σε κατάσταση θρησκευτικής και κοινωνικοπολιτισμικής αποχαΰνωσης, μετά δε την πτώση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους επικράτησαν συνθήκες χάους. Αυτή είναι και η ύψιστη συμβολή της Δυτικής Εκκλησίας, την οποία οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ασχέτως των αισθημάτων πικρίας που αισθανόμαστε λόγω της άδικης συμπεριφοράς της απέναντί μας. Ότι δηλαδή όταν από την Δυτική Ευρώπη εξέλειπε κάθε μορφή πολιτικής/κρατικής οργάνωσης, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ήταν αυτή που δια των ιεραποστόλων της συγκράτησε ένα πολιτισμικό επίπεδο, το οποίο με αφάνταστους κόπους και θυσίες εξελίχθηκε στον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Οι Χριστιανικές Εκκλησίες και πάλι καλούνται να διαδραματίσουν τον ίδιο ρόλο, να συγκρατήσουν δηλαδή τις κοινωνίες από τον ηθικό κατήφορο. Και για να καταστεί τούτο εφικτό πρέπει να ενωθούν. Πρέπει όλοι οι Ορθόδοξοι να ενωθούν, διότι αυτούς πρωτίστως απειλεί η αναβίωση του Ισλαμιστικού εξτρεμισμού, αφού οι ορθόδοξοι λαοί συνορεύουν με τα μουσουλμανικά κράτη, και ορθόδοξοι είναι η πλειονότητα των χριστιανών που κατοικούν μέσα σε αυτά. Πρέπει να απευθυνθούν στις κοινωνίες τους και να τις αφυπνίσουν. Να προσπαθήσουν να ανασυγκροτήσουν το Σώμα των Πιστών. Δεν είναι καιρός για εσωτερικές διενέξεις και μικροσκοπιμότητες. Οι διαφορές πρέπει να γεφυρωθούν πάνω στη βάση της Χριστιανικής αλληλεγγύης.
Μια αρκετά σοβαρή εστία διένεξης είναι η υποβόσκουσα κρυφή αντιπαλότητα μεταξύ Φαναρίου και Μόσχας. Πράγματι, η Μόσχα εκμεταλλευόμενη την ισχύ του ρωσικού κράτους επιχειρεί να διεκδικήσει ρόλο πρωτοκαθεδρίας. Άλλωστε ήδη από την πτώση της Βασιλεύουσας, οι ρώσοι ηγεμόνες προέβαλαν το ιδεολόγημα της Τρίτης Ρώμης. Σήμερα, η ρωσική Εκκλησία, ενδυναμωμένη από την 70ετή βάσανο του κομμουνιστικού καθεστώτος, πέφτει στην παγίδα να επιστρέφει στα παλιά πανσλαβιστικά όνειρα. Από την άλλη, μήπως και το Φανάρι, ιδίως επί της τελευταίας περιόδου, έχει ταυτιστεί υπερβολικά με τον υπερατλαντικό παράγοντα; Και μάλιστα σε μια σχέση ετεροβαρή; Δηλαδή, χωρίς απτά ανταλλάγματα, όπως η επαναλειτουργία της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Η αλήθεια είναι πως το Φανάρι αισθάνεται πράγματι ευάλωτο. Κατά τη διάρκεια των 200 τελευταίων χρόνων απορφανίστηκε από το ποίμνιό του, πρώτα λόγω της δημιουργίας νέων εθνικών κρατών στην Βαλκανική, που το καθένα ήθελε και την Εκκλησία του, μετά με την Μικρασιατική Καταστροφή και τέλος με τους διωγμούς των Ελλήνων της Κων/πολης συρρικνώθηκε σε αριθμούς ποιμνίου που αντιστοιχούν σε αυτούς μιας μέτριας ενορίας… Οπωσδήποτε δε ο μεγαλύτερος φόβος πάντοτε είναι ο τουρκικός παράγων, ο οποίος όπως έχει αποδείξει ιστορικά, όταν νιώθει να απειλείται δεν ορρωδεί προ ουδενός… μη λαμβάνοντας υπόψη ούτε ανθρώπινα δικαιώματα ούτε διεθνείς συνθήκες και συμφωνίες.
Αυτός όμως δεν είναι λόγος για να καλλιεργεί αντιπαλότητες ούτε με την Μόσχα, ούτε να διασπείρει την διχόνοια μέσα στην Ελλαδική Εκκλησία, η οποία ούτως ή άλλως είναι το μεγαλύτερο και ουσιαστικά μοναδικό στήριγμά του. Αδιαμφισβήτητα άπαντες μέσα στις απανταχού Ορθόδοξες Εκκλησίες σέβονται, τιμούν και υπολήπτονται τον Οικουμενικό Θρόνο. Αλλά εξίσου αδιαμφισβήτητα δεν ζούμε στους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Η κάθε Εκκλησία αντιμετωπίζει ήδη από πολλού χρόνου μεγάλες προκλήσεις. Η Αλεξάνδρεια έζησε και αυτή την απορφάνιση του ποιμνίου της από το καθεστώς Νάσερ. Η Σιωνίτις Εκκλησία βρίσκεται εδώ και δεκαετίες παγιδευμένη ανάμεσα στην Ισραηλο-παλαιστινιακή διένεξη, με το ποίμνιό της να είναι κυρίαρχα παλαιστινιακό αλλά το κυρίαρχο κράτος στο έδαφος του οποίου εδρεύει και δραστηριοποιείται να είναι το ισραηλινό. Όσο για την Αντιόχεια, τέσσερα αρχικά τα λένε όλα… ISIS…
Τέλος, ένα υψίστης σημασίας θέμα είναι οι σχέσεις με το Βατικανό. Αναμφίβολα όλοι οι Ορθόδοξοι δικαιούμαστε να νιώθουμε αρκούντως δυσάρεστα έναντι του Βατικανού. Οι ελληνικής καταγωγής λόγω του 1204, τότε που οι Σταυροφόροι του κατέλυσαν την ελληνική αυτοκρατορία, ανοίγοντας την «Κερκόπορτα» στις ασιατικές ορδές να καταλύσουν την ελληνική κρατική υπόσταση για πέντε περίπου αιώνες. Οι σλαβικής καταγωγής λόγω του διωγμού που υπέστησαν είτε μέσω του εγκληματικού Τευτονικού Τάγματος, είτε μέσω της πολωνο-λιθουανικής επιβουλής, όπως αυτή εκφράσθηκε με την Δυναστεία των Γιαγκάελον, η οποία έφθασε μέχρι και την κατάληψη της Μόσχας, και φυσικά με την εξάπλωση της «ερμαφρόδιτης» Ουνίας. Εδώ όμως έχουμε την πραγματικά μεγαλειώδη ευκαιρία για μια πραγματικά χριστιανικού τύπου υπέρβαση και συγχώρηση. Οι Ρωμαιοκαθολικοί έχοντας βιώσει πριν από όλους τον αποχριστιανισμό των δυτικών κοινωνιών, και τα συνεπακόλουθα προβλήματα έχουν συνειδητοποιήσει τα λάθη τους. Άλλωστε η καλύτερη επιβεβαίωση προήλθε από έναν από τους πλέον φωτισμένους δυτικούς ιεράρχες, τον Ιωάννη Παύλο τον Β’, ο οποίος αναγνώρισε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία διαφυλάσσει τα ορθά Αποστολικά Δόγματα.
Ίσως ήρθε η στιγμή, ενώπιον του κοινού κινδύνου, οι Χριστιανοί να ομονοήσουν. Ο Επίσκοπος Ρώμης είναι πάντοτε ο αποστολικός διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου. Και όλοι γνωρίζουμε την ρήση του Χριστού, ο οποίος απευθυνόμενος στον Πέτρο του είπε ότι θα είναι η “πέτρα” πάνω στην οποία θα στηριχθεί το οικοδόμημα της Εκκλησίας (Κατά Ματθαίον 16/ιστ: 13 – 20). Η Καθολική Εκκλησία διαθέτει τεράστια πολιτική και διπλωματική εμπειρία. Ελλείψει κρατικής εξουσίας στην Δυτική Ευρώπη αναγκάστηκε από πολύ νωρίς να αναλάβει τα ηνία και να ελιχθεί σε όλα τα επίπεδα. Η ρωμαϊκή Σύγκλητος μετασχηματίστηκε στην Παπική Κουρία, το δε αυτοκρατορικό αξίωμα στον ίδιο τον Πάπα. Υπάρχει συσσωρευμένη εμπειρία αιώνων. Χωρίς να απαρνηθούμε την Σοφία των προγόνων μας, των ιερών Πατέρων της καθ’ ημάς Ανατολής, των ιερών μαρτύρων της Ορθοδόξου Πίστεως, ας μην αποστρέψουμε το πρόσωπο από την χείρα φιλίας που τείνει το Βατικανό. Μπορεί να προσφέρει πολύτιμη γεωπολιτική βοήθεια στην προσπάθεια αναχαίτισης των δυσμενών καταστάσεων όπως αυτές διαμορφώνονται στην περιοχή μας αλλά και παγκοσμίως.
Ας παραδειγματιστούμε από τον Μέγα Βασίλειο, τον Άγιο Χρυσόστομο, τους Αγίους Σπυρίδωνα και Νικόλαο, τον Μάρκο τον Ευγενικό και την αυτοπεποίθηση με την οποία αυτοί ακόμη και διωκόμενοι διατηρήσαν τις ορθές δογματικές αλήθειες, που κάνουν σήμερα την Ορθοδοξία ξεχωριστή. Που κάνουν την Ορθοδοξία τον διαχρονικό φορέα του πραγματικού μηνύματος των αρχαίων προγόνων μας, της Αγάπης και της Ανεκτικότητας και ας προετοιμαστούμε για τις δύσκολες εποχές που έρχονται. Γιατί μάλλον θα χρειαστεί και πάλι να αγωνιστούμε για τα αυτονόητα, για την Ελευθερία και την Αξιοπρέπεια της ανθρώπινης ύπαρξης. Ας είναι η Πανορθόδοξη μια αρχή…