Γράφει η Μυρτώ Παπαδοπούλου, Αναλύτρια ΚΕΔΙΣΑ
Το τελευταίο διάστημα ασχολούμαστε έντονα με τις προκλήσεις της τουρκικής κυβέρνησης, οι οποίες έχουν κλιμακωθεί ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016. Ωστόσο τους τελευταίους μήνες οι προκλήσεις προς τη χώρα μας είναι ιδιαίτερα ερειστικές μιας και απώτερος στόχος είναι η προσπάθεια εξώθησης των ελληνοτουρκικών διμερών σχέσεων σε τέλμα, μιας και η καλή γειτονία ανήκει πλέον στο παρελθόν –ίσως και ποτέ να μην υπήρξε-. Το αποκορύφωμα των τουρκικών προκλήσεων προς τη χώρα μας , το οποίο μονοπωλεί τις τελευταίες μέρες την τουρκική και ελληνική ειδησεογραφία είναι η σύλληψη των δυο Ελλήνων στρατιωτικών. Το περιστατικό έλαβε χώρα την Πέμπτη 01/03/2018, όταν δυο Έλληνες στρατιωτικοί εξαιτίας των άσχημων καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στην περιοχή του Έβρου και συγκεκριμένα στις Καστανιές, άθελά τους προσχώρησαν για μερικές εκατοντάδες μέτρα σε τουρκικό έδαφος. Σύμφωνα με τις καταθέσεις τους τονίζουν ότι δεν τίθεται θέμα κατασκοπείας αλλά μη ηθελημένης εισόδου τους. Συνεπώς το κατηγορητήριο μέχρι αυτή τη στιγμή που τους έχει απαγγελθεί είναι για παράνομη είσοδο σε απαγορευμένη περιοχή και όχι για κατασκοπεία. Ωστόσο και οι δυο στρατιωτικοί κρατούνται στις φυλακές της Αδριανούπολης από την αρχή της σύλληψής τους. Αξίζει μάλιστα να αναφέρουμε ότι στην ίδια πτέρυγα κρατείται και ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς, συν-αρχηγός του αριστερού φιλοκουρδικού κόμματος, Δημοκρατικό κόμμα των Λαών (HDP).
Οι Ελληνικές αρχές βρίσκονται από την αρχή του περιστατικού στο πλευρό των δύο στρατιωτικών τόσο από προξενικής πλευράς όσο και από την πλευρά του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Η δίκη αρχικά είχε οριστεί να γίνει τη Δευτέρα 05/03/2018, κάτι τέτοιο όμως δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ μιας και αναβλήθηκε. Αρχικά το προξενείο όρισε διερμηνέα και συνηγόρους, οι οποίοι κατέθεσαν αίτημα να δικαστούν κανονικά αλλά και να αφεθούν ελεύθεροι μέχρι να οριστικοποιηθεί η ετυμηγορία από πλευράς του τουρκικού δικαστηρίου. Εντούτοις το αίτημα για αποφυλάκιση απορρίφθηκε, καθώς η ελληνική πλευρά επιθυμούσε να αναγνωριστεί ως προσωρινή κατοικία των δυο στρατιωτικών το ελληνικό προξενείο στην Αδριανούπολη.
Χαρακτηριστικό είναι ότι επικρατεί σχετικά καλό κλίμα μεταξύ των δυο χωρών υπό την έννοια ότι κρατούν σε γενικές γραμμές ήπιους τόνους. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί η ψυχραιμία που επιδεικνύεται εκ μέρους της Αθήνας. Φυσικά δεν εκλείπουν οι θεωρίες συνομωσίας αλλά και οι παραφιλολογίες κυρίως από πλευράς Άγκυρας. Σημαντικό είναι ότι υπήρξαν εξ’ αρχής οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δυο Υπουργείων Εθνικής Άμυνας.
Τα σενάρια ως προς το συγκεκριμένο περιστατικό είναι κατά βάση δυο. Συγκριμένα είτε θα δικαστούν με την κατηγορία για την παράνομη είσοδο στη χώρα και θα τιμωρηθούν με φυλάκιση για κάποιους μήνες με αναστολή και θα επιστρέψουν στην Ελλάδα είτε θα επεκτείνουν τις κατηγορίες εξαντλώντας όλα τα όρια και ενδεχομένως να τεθεί το ζήτημα της ανταλλαγής με τους 8 πραξικοπηματίες, το οποίο από πλευράς της Τουρκίας δια μέσου του Τούρκου πρέσβη δεν τίθεται κανένα ζήτημα σύνδεσης των δυο γεγονότων.
Το συγκεκριμένο περιστατικό θεωρείται ιδιάζουσας σημασίας, μιας και αντίστοιχα περιστατικά ίδιας φύσεως στην ίδια περιοχή λύνονταν σε τοπικό επίπεδο μεταξύ των Διοικητών των μεθοριακών μονάδων. Η έκταση που έχει λάβει είναι αξιοσημείωτη από την πλευρά της Τουρκίας, μιας και εξαιτίας των αποτυχημένων επιχειρήσεών της στο Αφρίν, ‘ξεσπά’ στην Ελλάδα και στην Κύπρο με σκοπό αρχικά να ισοσταθμίσει τις απώλειες που έχει και δευτερευόντως για την ενίσχυση του εθνικιστικού τους φρονήματος. Ουσιαστικά οι ενέργειές τις λειτουργούν προς αποσυμπίεση της κατάστασης στο Αφρίν. Μάλιστα η προκλητικότητα της Τουρκίας είναι έντονη με αποκορύφωμα το περιστατικό στα Ίμια αλλά και τη φυλάκιση των δυο Ελλήνων στρατιωτικών.
Και εδώ έρχονται κάποια καίρια ζητήματα ως προς το τι επιθυμεί να πετύχει η τουρκική πλευρά, γιατί οι ενέργειές της άλλο θέλουν να δείξουν «φαίνεσθαι» και άλλο εννοούν «είναι». Φαίνεται ότι η Τουρκία δεν τα πάει καλά στις επιχειρήσεις της στο Αφρίν και επιτίθεται κατά της Ελλάδας και της Κύπρου, οι πράξεις της όμως δεν υποδηλώνουν ότι απλά προσπαθεί να αντισταθμίσει την κατάσταση. Την ίδια ώρα εντείνονται οι τουρκικές προκλήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ, ενώ με την Ελλάδα θέλει να πετύχει την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης. Συνεπώς όλες οι πρακτικές της έχουν ως στόχο τον εκφοβισμό και την εξάντληση κάθε μέσου είτε αυτό είναι δικαστικό είτε αυτό είναι επικοινωνιακό για να πετύχει την πολυπόθητη ισχυροποίησή της σε όλους τους τομείς. Γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει η κάθε κίνησή της να μελετάτε με ιδιαίτερη ψυχραιμία και μεθοδικότητα.
Όσον αναφορά τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών με παρανομαστή το συγκεκριμένο γεγονός είναι ότι η Ελλάδα αρχικά εξέφρασε φόβους για την ανταλλαγή των δυο Ελλήνων στρατιωτικών με τους 8 Τούρκους στρατιωτικούς- αν και δε μπορεί να υπάρξει ταύτιση των δυο περιστατικών. Εντούτοις η τουρκική πλευρά προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τη σύλληψη των στρατιωτικών προς όφελός της, για να πετύχει τους στόχους της είτε της ανταλλαγής που θα οξύνει τις σχέσεις μεταξύ των χωρών είτε με το να δημιουργήσει όπως και δημιουργεί προβλήματα εν μέρει μικρής κλίμακας αλλά εξίσου σημαντικά όπου στο τέλος θα προσπαθήσει να φανεί προς τα έξω ότι οι τουρκικές δικαστικές αρχές είναι καλύτερες από τις ελληνικές δικαστικές αρχές, με την αθώωση των στρατιωτικών.
Τέλος θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε τη συμπαράσταση του ελληνικού λαού προς τους δυο Έλληνες στρατιωτικούς, και αυτό αποδείχθηκε έμπρακτα με το οικονομικό μποϊκοτάζ που έκαναν οι Εβρίτες προς την τοπική αγορά της Αδριανούπολης , αφού ανέστειλαν επ’ αόριστον τις ημερήσιες εκδρομές και εξορμήσεις.
Εν κατακλείδι γίνεται φανερό ότι οι προκλήσεις της τουρκικής πλευράς θα συνεχιστούν και ίσως κλιμακωθούν ακόμα περισσότερο, γι’ αυτό από μέρους μας οφείλουμε να χειριζόμαστε τις καταστάσεις με ψυχραιμία, στηριζόμενοι στις δικές μας δυνάμεις.
ΠΗΓΕΣ