tataraki

Ξέπλυμα μαύρου χρήματος και καταπολέμηση χρηματοδότησης της τρομοκρατίας: Το ρυθμιστικό πλαίσιο της Ελλάδας

Posted on Posted in Αναλύσεις, Τρομοκρατία, Ασφάλεια & Οργανωμένο Έγκλημα

Γράφει η Εύα Ταταράκη, Αναλύτρια ΚΕΔΙΣΑ

Η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο που όχι μόνο απειλεί την ασφάλεια των κρατών, αλλά μπορεί επίσης να υπονομεύσει την οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η αποτροπή ξεπλύματος μαύρου χρήματος σε συνδυασμό με την πρόληψη της χρηματοδότηση της τρομοκρατίας αποτελούν ζητήματα υψίστης σημασίας στην ατζέντα της διεθνούς κοινότητας. Η ενσωμάτωση αυστηρότερων μέτρων στις εθνικές νομοθεσίες των κρατών αλλά και η σύσταση νέων σχεδίων δράσης σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο, αποδεικνύει τη σοβαρότητα του προβλήματος. Σύμφωνα με το Διεθνές, το Εθνικό και το Κοινοτικό ρυθμιστικό πλαίσιο, το ξέπλυμα μαύρου χρήματος και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας αποτελούν εγκληματικές πράξεις.

Όπως γνωρίζουμε, οι τρομοκράτες χρειάζονται οικονομική υποστήριξη για να πραγματοποιήσουν τις δραστηριότητες τους και να επιτύχουν τους στόχους τους. Παρόλα αυτά εντοπίζεται μια μικρή διαφορά μεταξύ των τρομοκρατών και άλλων εγκληματιών στην κατάχρηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι τρομοκράτες συχνά εκμεταλλεύονται  αδυναμίες που υπάρχουν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, όπως ακριβώς κάνει και το οργανωμένο έγκλημα, διαφέρουν όμως ως προς τους τρόπους εκμετάλλευσης των αδυναμιών αυτών. Αρκετοί μελετητές αναφέρουν ότι οι τρομοκρατικές ομάδες γνωρίζουν καλά να αποκρύπτουν τυχόν συστήματα ανίχνευσης μέσω της χρήσης μετρητών, εξελιγμένων πράξεων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή νόμιμων επιχειρήσεων. Να σημειωθεί βέβαια ότι οι νομισματικές πρακτικές που ενσωματώνονται στον μουσουλμανικό κόσμο, όπως η δωρεά σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και τα ανεπίσημα κέντρα μεταβίβασης χρημάτων έχουν αυξήσει τις δυσκολίες εντοπισμού των τρομοκρατικών χρηματοοικονομικών συνδέσεων. Έτσι οι τρομοκρατικές οργανώσεις επιχειρούν να λειτουργούν νόμιμες επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν τα δικά τους κέρδη και οι οποίες χρησιμοποιούνται ως «μετωπικές» επιχειρήσεις (επιχειρήσεις «βιτρίνα»-front organizations) για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Οι τρομοκράτες βασίζονται κατά κύριο λόγο σε παράνομες δραστηριότητες για τη δημιουργία εσόδων, όπως το λαθρεμπόριο (όπλων και ναρκωτικών) ή την παραχάραξη νομισματων, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον εντοπισμό αυτών των εσόδων μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Σύμφωνα με το Διεθνές Πρόγραμμα Ελέγχου των Ναρκωτικών των Ηνωμένων Εθνών (World Drug Report), σε περιπτώσεις ένοπλης σύγκρουσης τα έσοδα από το παράνομο εμπόριο ναρκωτικών ή ακόμα τα ίδια τα ναρκωτικά ανταλλάσσονται τακτικά με όπλα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ενδυναμώνεται η οικονομική και στρατιωτική ισχύς των τρομοκρατικών οργανώσεων, ενώ απειλείται η πολιτική και οικονομική σταθερότητα της διεθνούς κοινότητας.

Έτσι, η σύσταση ενός εθνικού κεντρικού φορέα που θα λειτουργεί ως μηχανισμός για την αποφυγή ύποπτων συναλλαγών αποτελεί σημαντικό μέρος για την καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ως βασικό έγκλημα στο πλαίσιο της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες θεωρούνται οι τρομοκρατικές πράξεις και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, η παθητική δωροδοκία καθώς και η ενεργητική δωροδοκία.

Για την Ελλάδα, το ξέπλυμα χρήματος (money laundering) αποτελεί εγκληματική πράξη κατά τους νόμους 2331/1995 και 3424/2005. Αναλυτικότερα, όσο αφορά την Ελλάδα, σύμφωνα με τον ν.3932/2011 περί «Συστάσεως Αρχής  Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης» όπως τροποποιήθηκε με τον ν.3691/2008 περιλαμβάνει μια σειρά αρμοδιοτήτων της υπάρχουσας Αρχής. Στο άρθρο 7 (§1) αναφέρει ότι σκοπός της Αρχής είναι η λήψη και η εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη και καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των προσώπων. Παράλληλα, η Αρχή απαρτίζεται από τρεις Μονάδες αυτοτελούς χαρακτήρα. Οι τρεις μονάδες έχουν ως εξής: Α΄ Μονάδα περί  Διερεύνησης Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών, Β΄ Μονάδα περί Χρηματοοικονομικών Κυρώσεων και η  Γ΄ Μονάδα περί Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης. Εν συνεχεία, στο τέλος κάθε έτους υποβάλλεται από την Μονάδα σχετική έκθεση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και στους Υπουργούς Οικονομικών, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Προστασίας του Πολίτη (ν.3932/2011 Αρθρ. 7Α. §1΄ στ).

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες συνιστά κατά κύριο λόγο η απόκρυψη ή η συγκάλυψη της αλήθειας με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο, όσον αφορά στη φύση, προέλευση, διάθεση, διακίνηση ή χρήση περιουσίας ή στον τόπο όπου αυτή αποκτήθηκε ή ευρίσκεται εν γνώσει του γεγονότος ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από τα λεγόμενα βασικά εγκλήματα ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοια εγκλήματα. Σε επίπεδο αποτροπής, τα υπόχρεα πρόσωπα για την πρόληψη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες έχουν την δέουσα υποχρέωση να αναφέρουν στην Αρχή που είναι κατά το νόμο αρμόδια για την καταπολέμηση της σχετικής νομιμοποίησης εσόδων, τις εν λόγω ενδείξεις ή υποψίες διάπραξης νομιμοποίησης.

 Η  Έκθεση Αμοιβαίας Αξιολόγησης της FATF για την  Ελλάδα

Η Ομάδα χρηματοπιστωτικής δράσης για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (Financial Action Task Force on Money Laundering) είναι ένας διεθνής κυβερνητικός οργανισμός που λειτουργεί ως φορέας δημιουργίας κανόνων διεθνούς δικαίου σχετικά με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στον αγώνα πρόληψης και καταπολέμησης  σε θέματα χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και σε οποιαδήποτε άλλη μορφή προέλευσης παράνομων κεφαλαίων.

Στα πλαίσια της FATF ζητήθηκε από την Ελλάδα  να παράσχει υπό μορφή έκθεσης πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχει λάβει για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, η οποία εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2007, ενώ τον Φεβρουάριο του 2010 η FATF δημοσίευσε την ενδιάμεση έκθεση. Μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης για την εφαρμογή των προτύπων χρηματοδότησης της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της τρομοκρατίας στην Ελλάδα, η FATF ανέφερε μεταξύ άλλων ότι οι διατάξεις σχετικά με τη δήμευση των ποινικών προϊόντων δεν συμμορφώνονται πλήρως με τα διεθνή πρότυπα όπως επίσης και το προληπτικό σύστημα που αφορά την ταυτοποίηση των πελατών είναι γενικά ανεπαρκές. Παρατηρήθηκε ακόμα έλλειψη εποπτείας για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στον τραπεζικό τομέα, αξιολογώντας ότι η Ελλάδα θα πρέπει να θέσει σε εφαρμογή ολοκληρωμένες υποχρεώσεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Λίγο αργότερα, τον Οκτώβριο του 2011 η FATF αναγνώρισε ότι η Ελλάδα σημείωσε σημαντική πρόοδο στην αντιμετώπιση των ελλείψεων που εντοπίστηκαν στην έκθεση αμοιβαίας αξιολόγησης του 2007. Παράλληλα, η FATF συμφώνησε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να υποβάλει εκθέσεις για κάθε περαιτέρω βελτίωση του συστήματος καταπολέμησης των εν λόγω υποχρεώσεων σε διετή βάση, ενώ αναγνώρισε ότι οι βασικές συστάσεις βρίσκονται σε επίπεδο ουσιαστικά ισοδύναμο με συμμορφούμενο.

Πρόσφατα μάλιστα στο πλαίσιο του 4ου γύρου αξιολογήσεών της, η FATF πραγματοποίησε  επίσκεψη στην Ελλάδα, προκειμένου να συναντηθεί με τις Ελληνικές Αρχές που ασχολούνται με την καταπολέμηση των αδικημάτων της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. από τις 30 Οκτωβρίου έως τις 16 Νοεμβρίου 2018.  Σύμφωνα με την αξιολόγηση της έκθεσης ο υψηλός βαθμός συνεργασίας των ελληνικών αρχών, η οργάνωση, ο εντοπισμός παράνομων ενεργειών στην Ελλάδα και το εξωτερικό και η παροχή από τους Έλληνες αρμόδιους φορείς, πληροφοριών νομικής φύσης στους ξένους ομολόγους τους αποτελούν σπουδαία βήματα ως προς την αξιολόγηση και την πορεία της Ελλάδας στην καταπολέμηση ζητημάτων που σχετίζονται με την αποτελεσματικότητα του εθνικού μηχανισμού ενάντια στο ξέπλυμα χρήματος και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

 

ΠΗΓΕΣ

 

Βιβλιογραφία

Άγγελος Γιόκαρης-Φωτεινή Παζαρτζή «Εθνική και διεθνής ποινική καταστολή των διεθνών εγκλημάτων» εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη 2012, Σειρά Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου

Χ. Δημόπουλος, Κ. Κοσμάτος «Νομοθετικά κείμενα περί τρομοκρατίας» δεύτερη εκδ. Νομική βιβλιοθήκη 2010

Νομολογία  Ελλάδος

Ν.2928/2001                                                       

 Ν.3034/2002                                                       

 Ν.3521/2004  

Ν.3691/2008                                                   

Ν.3875/2010

Ν.3932/2011

ΦΕΚ Β΄ 1626 Απόφαση 231/4/13.10.2006

ΦΕΚ Α” 49/10-03-2011 (ν.3932/2011)

ΦΕΚ 166 Α΄ (ν.3691/2008)

 

Διαδίκτυο:

http://www.fatfgafi.org  Επίσημη ιστοσελίδα της FATF

Mapping the development of anti-terror legislation in Greece in the Aftermath of 9/11”,

RIEAS, Research paper Νο.120, April 2008, Andreas Banoutsos

Διαθέσιμο στον παρακάτω σύνδεσμο:

https://www.files.ethz.ch/isn/55232/RIEAS120.pdf?fbclid=IwAR34ak01tQs_sujpqc7VU832ESgYOtKsoMTc8I3dqeAWwy0KOwDrpXzgfUg