Γράφει ο Σταμάτης Μίχας, Πολιτικός Επιστήμονας
Το 2016 ομολογουμένως, φαίνεται να αποτελεί την χρονιά με τα σημαντικότερα πολιτικά και μη γεγονότα που έχουν λάβει χώρα στον πλανήτη. Αυτή την φορά, τα μάτια του κόσμου και κυρίως της Γηραιάς Ηπείρου στράφηκαν στην Ιταλία ενόψει του ιταλικού δημοψηφίσματος που έλαβε χώρα στις 4 Δεκεμβρίου 2016, έχοντας ως αντικείμενο την συνταγματική αναθεώρηση, η οποία είχε να κάνει με την μείωση των εξουσιών της Γερουσίας, με διακηρυγμένο στόχο τον εκσυγχρονισμό του ιταλικού νομοθετικού συστήματος σύμφωνα με τις επιταγές του 21ου αιώνα. Οι αλλαγές αυτές αποτελούσαν βασική επιδίωξη του πρώην πρωθυπουργού Matteo Renzi. Όμως το δημοψήφισμα ελλόχευε κινδύνους, αφού στην ουσία, το διακύβευμα δεν ήταν η αναθεώρηση του συντάγματος αλλά τo πολιτικό μέλλον του Renzi.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα λίγο από την αρχή. Από την έναρξη της διακυβέρνησης Renzi, η Ιταλία, προχώρησε σε σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οικονομικές και πολιτικές, οι οποίες άλλαξαν ριζικά το σκηνικό στην χώρα αφού ενδυνάμωσαν την θέση της στην Ευρώπη. Ο Ιταλός πρωθυπουργός, όμως βλέποντας να μειώνεται η δημοτικότητά του κατακόρυφα μέσα στον τελευταίο χρόνο, λόγω των πολιτικών λιτότητας που εφαρμόζονται στην Ευρωζώνη, αλλά και με την ανεργία να αυξάνεται συνεχώς, την Ιταλία να βυθίζεται σε ύφεση, αποφάσισε να προχωρήσει στο δημοψήφισμα αυτό, προκειμένου στην ουσία να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του, αλλά και την λαϊκή βούληση για να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις για την μεταμόρφωση της Ιταλίας σε ισχυρότερο ευρωπαϊκό δυτικό κράτος. Αυτή είναι και η βασική αιτία, που έκανε τον ιταλικό λαό να ψηφίσει βάση των συναισθημάτων του -αγανάκτηση και οργή για τις πολιτικές που εφαρμόζονται- και όχι βάση λογικής, με το όχι να υπερτερεί των αποτελεσμάτων και τον Renzi να οδηγείται σε ανεπίσημη παραίτηση μόλις μια μέρα μετά την ανακοίνωση των επίσημων αποτελεσμάτων.
Τι μέλλει γενέσθαι όμως για την χώρα και ποιες οι συνέπειες στην Ευρωζώνη, μετά την παραίτηση Renzi και την επικράτηση του όχι; Για ακόμη μια φορά, η Ευρωζώνη βρίσκεται σε συναγερμό, καθώς το αποτέλεσμα από το ιταλικό δημοψήφισμα αποτελεί άλλο ένα χτύπημα για την οικονομική και την πολιτική της σταθερότητα, ειδικά μάλιστα μετά το πρόσφατο Brexit, το οποίο εκτός ότι ταρακούνησε την παγκόσμια οικονομία ήταν ένα ισχυρό μήνυμα αποδοκιμασίας του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Ήδη, στις τράπεζες της Ιταλίας κυριαρχεί ο φόβος για την οικονομική αστάθεια, η οποία πολύ πιθανόν να ακολουθήσει αφού η χώρα υποδέχτηκε μια νέα κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Paolo Gentiloni, η οποία θα έχει να αντιμετωπίσει αρκετά θέματα. Η κρίση του τραπεζικού συστήματος είναι επικίνδυνη καθώς οκτώ ιταλικές τράπεζες είναι στα πρόθυρα χρεοκοπίας εξαιτίας των κόκκινων δανείων, αλλά και με την εκροή τεράστιων χρηματικών ποσών προς ξένες τράπεζες μόνο μέσα στον τελευταίο χρόνο. Οι Ιταλοί, φοβούμενοι την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, άδειασαν τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους, μετατρέποντας τα μετρητά σε χρυσό και μεταφέροντάς τον στις τράπεζες της Ελβετίας για μεγαλύτερη ασφάλεια. Από την άλλη μεριά βέβαια, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, θέλοντας να στηρίξει την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, είναι έτοιμη να αυξήσει τις αγορές των ιταλικών ομολόγων και να ενεργοποιήσει τον ELA (Emergency Liquidity Assistance), προστατεύοντας τον ιταλικό τραπεζικό τομέα αλλά και την πιθανότητα επέκτασης μιας ενδεχόμενης οικονομικής κρίσης στην Ευρωζώνη. Η πιθανότητα όμως μιας οικονομικής κατάρρευσης επιδεινώνεται μέρα με την μέρα, με τις ιταλικές τράπεζες να χρειάζονται επειγόντως ανακεφαλαιοποίηση, το δημόσιο χρέος να βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, και το κούρεμα των τραπεζικών καταθέσεων να βρίσκεται προ των πυλών, μέχρι να υπάρξει η συμφωνία για τον ιταλικό προϋπολογισμό και αν θα δοθεί τελικά το πακέτο στήριξης, τοποθετώντας την Ιταλία στις επείγουσες προτεραιότητες της Ευρώπης για την διάσωσή της. Την δεδομένη στιγμή, το βέλτιστο για την χώρα αλλά και για την ίδια την Ευρωζώνη, θα ήταν μια τεχνοκρατική κυβέρνηση, ειδικά τώρα που η Ιταλία βρίσκεται σε οικονομικοπολιτική κρίση. Από την άλλη μεριά όμως, το πιθανότερο είναι ο σχηματισμός υπηρεσιακής κυβέρνησης μέχρι την προκήρυξη των νέων εθνικών εκλογών εντός του 2017. Βέβαια, ο Beppe Grillo, ο αρχηγός του Κινήματος των Πέντε Αστέρων, μετά την νίκη του όχι – και αφού ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του τον μεγάλο νικητή- επιθυμεί εκλογές το συντομότερο δυνατόν, ώστε να αλλάξει ριζικά το πολιτικό τοπίο στην χώρα.
Με το αρνητικό αποτέλεσμα, δίνεται εκτός των άλλων, η αφορμή στον ιταλικό λαό να δημιουργεί αλλά και να επιθυμεί σενάρια περί «Italexit» καθώς ένα μεγάλο ποσοστό δηλώνει απογοητευμένο από την Ευρωζώνη και επιθυμεί ξανά επιστροφή στο εθνικό νόμισμα με την σκέψη ότι η ιταλική οικονομία θα μπει σε τροχιά ανάκαμψης και θα ξαναγίνει ισχυρή. Οι Ιταλοί, ουκ ολίγες φορές έχουν δηλώσει την δυσαρέσκειά τους, περί του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, καθώς το θεωρούν ως την βασική αιτία αποδυνάμωσης της ιταλικής οικονομίας και βιομηχανίας, συγκριτικά με την ισχυρή γερμανική και γαλλική οικονομία. Οι αγορές πάντως σε ολόκληρη την Ευρώπη, ήδη έχουν αναστατωθεί, και τα χρηματιστήρια βλέπουν τους δείκτες τους να ανεβοκατεβαίνουν σε χρόνο ρεκόρ από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων και ύστερα.
Πόσο πιθανή είναι όμως μια έξοδος της Ιταλίας από την Ευρωζώνη; Φυσικά, και δεν προβλέπεται έξοδος της χώρας από την ίδια την Ευρωζώνη παρά το αρνητικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, αν και στην αντίπερα πολιτική όχθη, υπάρχουν πολιτικά κόμματα που επιθυμούν την έξοδο αυτή και έχουν ήδη δηλώσει ότι θα διεξάγουν ηλεκτρονική δημοσκόπηση για το συγκεκριμένο ερώτημα με στόχο να προχωρήσουν σε νέο δημοψήφισμα. Παρ’ όλα αυτά, μία έξοδος θα στοίχιζε αρκετά στα υπόλοιπα κράτη-μέλη, αλλά ακόμη περισσότερο στην ίδια την Ιταλία, την στιγμή μάλιστα που βρίσκεται ένα βήμα πριν την ένταξη της στον έκτακτο μηχανισμό στήριξης. Η Ιταλία, αποτελεί μία από τις ιδρυτικές χώρες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αλλά και σημαντική βιομηχανική και οικονομική δύναμη ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η θέση της στο κέντρο της Μεσογείου είναι εξαιρετικά στρατηγική, όντας σταυροδρόμι Αφρικής και Ευρώπης σε ενεργειακό και εμπορικό επίπεδο, αλλά και αποτελώντας την σημαντικότερη οικονομική και εμπορική δύναμη στις αποδυναμωμένες πλέον χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Η έξοδος της, αυτομάτως συνεπάγεται κατάρρευση της ήδη εύθραυστης οικονομίας της, ακόμη μεγαλύτερη ύφεση ειδικά στο νότιο κομμάτι της που πλήττεται από μακροχρόνια ανεργία λόγω των τεράστιων ανισοτήτων που επικρατούν, αλλά και απομόνωση από τις διεθνείς και ευρωπαϊκές αγορές. Από την άλλη μεριά, για την Ευρωζώνη, μια έξοδος σημαίνει μεγάλο κόστος για την ίδια την Ένωση, καθώς η Ιταλία κατέχει μερικούς από τους σημαντικότερους εμπορικούς λιμένες της Μεσογείου, αλλά και η ιταλική οικονομική συμβολή είναι ιδιαίτερα υψηλή, όντας η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρωζώνη και χωρίς αυτή το βάρος της χρηματοδότησης μοιράζεται πλέον μόνο σε Γαλλία και Γερμανία, (με το Ηνωμένο Βασίλειο να μην είναι πλέον υπολογίσιμη δύναμη) τις χώρες που ακόμη δεν τις έχει αγγίξει η χρηματοπιστωτική κρίση σε τέτοιο βαθμό. Το σημαντικότερο όμως είναι το ντόμινο κατάρρευσης, πολιτικής και οικονομικής, καθώς μετά την Ιταλία το πιθανότερο είναι να επηρεαστεί η Γαλλία, η οποία έχοντας χτυπηθεί από την τρομοκρατία του ISIS πλέον ταλανίζεται σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για να αποτελέσει την επόμενη ευρωπαϊκή χώρα που θα βρεθεί σε ανίσχυρη θέση. Το σίγουρο, είναι ότι μια πιθανή έξοδος της Ιταλίας, θα αποτελέσει άλλο ένα χτύπημα για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, το οποίο τελικά αποδεικνύεται ολοένα και πιο ανίσχυρο σε κάθε νέα απειλή.