Γράφει ο Στέφανος Βιτωράτος, Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ
Η τρομοκρατική απειλή παρουσιάζεται σήμερα πιο άμορφη και πιο απρόβλεπτη από ποτέ. Αυτό είναι αποτέλεσμα όχι μόνο της κλιμακούμενης βίας εκ μέρους συγκεκριμένων τρομοκρατικών οργανώσεων, αλλά και της διάδοσης των σύγχρονων μορφών επικοινωνίας, οι οποίες εξελίσσονται και θα εξελίσσονται σε μορφές που ενδεχομένως δεν είναι ακόμα αντιληπτές. Παράλληλα, μέσα στο συνεχιζόμενο-τον τελευταίο καιρό- ρεύμα τρομοκρατικών επιθέσεων σε όλο τον κόσμο, που συνδέεται με το ισλαμικό κράτος, γίνεται λόγος για το φαινόμενο της λεγόμενης τρομοκρατίας των «μοναχικών λύκων». Ενόψει των παραπάνω, στην παρούσα ανάλυση υποστηρίζεται ότι, η τρομοκρατία άλλαξε και υπερκέρασε τις δυνάμεις επιβολής της τάξης μέσω των παραδοσιακών τρόπων. Ωστόσο, η τρομοκρατία των «μοναχικών λύκων» αποτελεί ένα μύθο, καθώς οι συγκεκριμένοι δράστες μόνο μόνοι δεν είναι στην πραγματικότητα. Είναι αναγκαίο επομένως, να υιοθετηθούν νέες προσεγγίσεις ως προς την αντιμετώπιση τους. Είναι καθοριστικό να γίνει αντιληπτή αυτή η πρόκληση, όχι μόνο για να αντιμετωπιστεί τη δεδομένη στιγμή η πρόκληση του ισλαμικού κράτους, αλλά και άλλων μελλοντικών αντίστοιχων οργανώσεων.
Η εναλλασσόμενη φύση της τρομοκρατίας και το νέο κύμα
Την τελευταία δεκαπενταετία, μετά την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, η οποία κατά πολλούς είναι η μέρα που άλλαξε ο κόσμος, παρακολουθούμε την εναλλασσόμενη φύση της τρομοκρατίας και ένα νέο κύμα επιθέσεων. Παλαιότερα, η τρομοκρατία ήταν ένα φαινόμενο περισσότερο εθνικό. Οι τρομοκρατικές οργανώσεις στην πλειοψηφία τους δρούσαν εντός συνόρων, ακόμα και στις περιπτώσεις που στόχευαν διεθνείς στόχους. Κατά κύριο λόγο όμως, στρέφονταν κατά του εγχώριου συστήματος ως ένοπλη ενσάρκωση πολιτικών αυτονομιστικών κινημάτων.
Η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου όμως, στόχευσε τα σύμβολα του δυτικού πολιτισμού, την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική ισχύ. Η επίθεση αυτή δεν ήταν μόνο ένα χτύπημα στην καθημερινή αίσθηση ασφάλειας, αλλά ένα χτύπημα κατά της Δυτικής ταυτότητας. Αντίθετα, ένα χτύπημα σε ένα νυχτερινό μαγαζί, σε μια συναυλία ή συγκέντρωση ακουμπάει ένα πιο προσωπικό κομμάτι. [1]. Τα τελευταία αυτά χτυπήματα εκτελούνται τελευταία από «μοναχικούς λύκους» κατά τον προσφιλή όρο των ΜΜΕ.
Η ιδέα αυτή των μοναχικών δραστών ωστόσο δεν είναι κάτι καινούριο. Ακροδεξιές οργανώσεις, Θεοκρατικά φονταμενταλιστικά καθεστώτα ή αυτονομιστικά κινήματα, έχουν διαχρονικά καταφύγει σε παρόμοιες τακτικές με ελεγχόμενη επιτυχία [2]. Η σύγχρονη έννοια του «μοναχικού λύκου» αναπτύχθηκε μέσα από τον ακροδεξιό εξτρεμισμό στις Η.Π.Α. τη δεκαετία του 1980, όταν οι ακροδεξιές οργανώσεις, δέχονταν μεγάλη πίεση από το FBI [3]. Πιο συγκεκριμένα, το 1983, ο Αμερικανός ακροδεξιός εξτρεμιστής Louis Beam, μέλος της Ku Klux Klan και του Άρειου Έθνους κάλεσε για «ακέφαλη αντίσταση» (“leaderless resistance”) εναντίον της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των Η.Π.Α. και ήταν η πρώτη φορά που αυτός ο όρος αποκτούσε μανιφέστο. Σύμφωνα με εκείνον, οι παραδοσιακές οργανώσεις με το σκληρό πυρήνα και την καθορισμένη ηγεσία, είναι εύκολος στόχος για την κρατική μηχανή, επομένως μικρές ομάδες ή ακόμα και μεμονωμένα πρόσωπα θα πρέπει να δρουν ανεξάρτητα και αποκεντρωμένα. [4]
Δίχως να πάμε πολύ πίσω, στα βήματα τους Beam ανακαλείται στη μνήμη, ο Anders Breivik, ο οποίος σκότωσε τον Ιούλιο του 2011, 77 ανθρώπους στη Νορβηγία. [5]. Το μανιφέστο του Breivik, το οποίο κυκλοφόρησε ώρες πριν ξεκινήσει τις επιθέσεις του, απηχούσε απόψεις μιας ακροδεξιάς ρητορικής που συχνά εμφανιζόταν σε αντίστοιχες ιστοσελίδες, ενώ οι ιδέες για τη στρατηγική που ακολουθεί, ήταν ταυτόσημες με αυτές του Beam. Αυτό που μπορεί να υποστηριχθεί σήμερα ωστόσο, είναι ότι ο αριθμός των «μοναχικών λύκων» φαίνεται να μεγαλώνει υπό την καθοδήγηση του ισλαμικού κράτους. Για να γίνει αντιληπτός αυτός ο ισχυρισμός, θα πρέπει να εξεταστεί στενότερα ο τρόπος με τον οποίο το Ισλαμικό κράτος, στρατολογεί, ριζοσπαστικοποιεί και κινητοποιεί επίδοξους τρομοκράτες στη ψηφιακή εποχή.
Οι πιθανότητες είναι είτε να υπάρχουν άμεσοι ενεργοί σύνδεσμοι των δραστών αυτών με τρομοκρατικούς θύλακες, είτε να ριζοσπαστικοποιήθηκαν και να στράφηκαν στη βία μέσω κάποιου έμμεσου συνδέσμου, είτε τέλος, μέσω διαδικτυακής κατήχησης και επικοινωνίας με μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων. [3]
Η διαδικτυακή προπαγάνδα αντίστοιχου περιεχομένου ξεκίνησε να οργανώνεται και να απηχεί συστηματικά απόψεις μέσω του περιοδικού Inspire της Al-Qaeda το οποίο ενθάρρυνε τους επίδοξους εξτρεμιστές, να προβούν σε οποιαδήποτε επίθεση μπορεί να πλήξει το «κεφάλι του φιδιού», τις Η.Π.Α., ακόμα κι αν αυτή ήταν ανοργάνωτη [6]. Το ισλαμικό κράτος, ακολουθώντας παρόμοια χνάρια παρέχει την απαραίτητη καθοδήγηση τόσο διαδικτυακά, εκμεταλλευόμενο τα σύγχρονα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όσο και μέσω περιοδικών εκδόσεων όπως ήταν το Dabiq και τώρα το Rumiyah. Στις σελίδες τους, αναφέρονται ιδέες για στόχους, όπλα (και οδηγίες κατασκευής τους) ακόμα και συγκεκριμένοι χρόνοι επίθεσης [7]. Αυτή ακριβώς η δυνατότητα της συγκεκριμένης οργάνωσης να κατηχεί διαδικτυακά εγείρει σοβαρές σκέψεις.
Κατά αυτόν τον τρόπο σε μεγάλο βαθμό το ισλαμικό κράτος μπόρεσε να διεισδύσει στα σύνορά μας: όχι μέσω ροών προσφύγων που προτίθενται να διεξάγουν επιθέσεις εναντίον των δυτικών κρατών, αλλά μέσω των δυνατοτήτων της σημερινής ψηφιακής εποχής [7]. Έτσι, ο όρος των εγχώριων (homegrown κατά το διεθνή όρο) βίαιων εξτρεμιστών, εννοώντας θεωρητικά εκείνους που δεν εκπαιδεύτηκαν με κάποιο τρόπο στο εξωτερικό υπό ένα τέτοιο καθεστώς, πριν δράσουν στο όνομά του, γεννιέται από τον πρόσφορο κόσμο της διαδικτυακής κατήχησης- με τα βίντεο εκτέλεσης, τη μυθοποιημένη ιστορία και την επιλεκτική ανάγνωση θρησκευτικών κειμένων [3]. Αλλά και τι σημαίνει ακριβώς «εγχώριος» στη σημερινή εποχή της ψηφιακής επικοινωνίας και της κατάργησης των συνόρων;
Ένας «μοναχικός λύκος» συνήθως περιγράφεται ως κάποιος που ενεργεί μόνος και δεν είναι μέρος μιας ομάδας, δικτύου ή υποκινείται από μια οργάνωση. [4]. Ο όρος, αν και αρκετά αμφισβητούμενο το κατά πόσο προσιδιάζει στη σημερινή πραγματικότητα, χρησιμοποιείται ευρέως πια από πολιτικούς, δημοσιογράφους και κατά συνέπεια από τους πολίτες όπως προαναφέρθηκε.
Οι τρομοκρατικές οργανώσεις συνήθως ενθαρρύνουν τη δράση τέτοιων προσώπων όταν βρίσκονται σε αδυναμία να οργανώσουν και να περατώσουν μεγάλου βεληνεκούς χτυπήματα. Σήμερα, καθώς το ισλαμικό κράτος πιέζεται εδαφικά, αύξησε την έμφαση που δίνει στην εκμετάλλευση του εικονικού εδάφους. Εξάλλου, όπως όλες οι τρομοκρατικές ομάδες, έτσι και το ισλαμικό κράτος χρειάζεται νίκες για να εμπνεύσει νέους ανθρώπους να ενταχθούν στις τάξεις του και να αποτρέψει την απώλεια ελπίδας από το υπάρχον προσωπικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις αρχές του 2016, ένας από τους δημόσιους εκπροσώπους του ισλαμικού κράτους, ο Abu-Muhammad al-Adnani διακήρυσσε ότι «ακόμα και η μικρότερη ενέργεια στην καρδιά της Δύσης, είναι σημαντικότερη και πιο ζημιογόνος από τη μεγαλύτερη δική μας ενέργεια εδώ» [8].
Μια αλήθεια που πρέπει σε αυτό το σημείο να ειπωθεί, εν όψει και των πρόσφατων γεγονότων, είναι, ότι είναι αδύνατο να αποτρέψεις κάθε τέτοια μεμονωμένη βίαιη επίθεση. Έτσι, το να αναγνωρίσουμε ότι το ισλαμικό κράτος αποτελεί μια πραγματική, επίμονη και διακριτή απειλή δεν είναι σε καμία περίπτωση το ίδιο με το να παραδεχτούμε ότι ο σημερινός ρυθμός τρομοκρατικών επιθέσεων αντιπροσωπεύει το νέο μέσο όρο.
Εάν εστιάσουμε κυνικά στους αριθμούς, πέρα από την τραγωδία της απώλειας έστω και μιας ανθρώπινης ζωής, θα δούμε ότι οι «μοναχικοί λύκοι» καταφέρνουν μικρά πλήγματα υπό αυτόν τον όρο. Στην Ευρώπη, ο αριθμός των νεκρών από τρομοκρατικές επιθέσεις μετά την 11η Σεπτεμβρίου είναι μικρότερος από την περίοδο πριν την 11η Σεπτεμβρίου, όταν αυτονομιστικά κινήματα όπως ο IRA και η βασκική ETA διεξήγαγαν ένα αιματηρό εσωτερικό πόλεμο εναντίον του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ισπανίας αντίστοιχα.
Ωστόσο, παρά το μικρότερο αριθμό απωλειών, αυτές οι επιθέσεις έχουν ένα ισχυρό προπαγανδιστικό αντίκτυπο, τραβώντας πάνω τους τα ίδια φώτα δημοσιότητας με αυτά που θα τραβούσε μια οργανωμένη επίθεση. Είναι δε, τόσο τραυματικές, συλλογικά και ατομικά εμπειρίες, που ενισχύουν τo αίσθημα της ανασφάλειας στους πολίτες. [3]
Ο μύθος της μοναχικότητας
Είναι οι «μοναχικοί λύκοι» όμως μια πραγματικότητα ή είναι ένας μύθος; Οι ταμπέλες αναπόφευκτα τοποθετούν την οπτική μας σ’ ένα πλαίσιο και με αυτό τον τρόπο επηρεάζουν, συμπεριφορές και πολιτικές. Χρησιμοποιώντας τους λάθος όρους για την περιγραφή των γεγονότων, στρεβλώνεται η αντίληψη της κοινής γνώμης και κατ’ επέκταση οι πολιτικές αποφάσεις της ηγεσίας [9].
Κατά πόσο όμως είναι όντως «μοναχικοί» αυτοί οι δράστες; Η τρομοκρατία δεν είναι κάτι που κάνει κάποιος μόνος του, είναι ένα φαινόμενο ιδιαίτερα κοινωνικό. Οι άνθρωποι έλκονται από ιδεολογίες και δραστηριότητες, ακόμη και τέτοιου είδους, γιατί και άλλοι έλκονται εξίσου από αυτές [3]. Ωστόσο, σίγουρα τα άτομα αυτά, δεν οδηγούνται απλώς σε βία με ιδεολογικό σκοπό, προϋπάρχουν άλλα προβλήματα είτε προσωπικά είτε ψυχικής υγείας [6]. Αλλά αυτή ακριβώς η ικανότητα να γοητευθεί κάποιος από το συγκεκριμένο σκοπό και να μην νιώθει μόνος, είναι ένα εντυπωσιακό κοινωνιολογικό φαινόμενο, αλλά περισσότερο μια πολύ πραγματική και απτή απειλή [7]. Αυτοί οι άνθρωποι, παίρνοντας τα όπλα, νομίζουν ότι γίνονται μέρος μιας κοινότητας, μέρος κάτι μεγαλύτερου από αυτούς και τελικά κομμάτι της ιστορίας. Και αυτή η κοινότητα είναι παγκόσμια. Επομένως, κάθε τρομοκράτης, όσο κι αν είναι κοινωνικά ή ψυχολογικά μόνος, στην πραγματικότητα συνεχίζει να είναι κομμάτι ενός ευρύτερου κινήματος [1].
Η προώθηση όμως, του μύθου του «μοναχικού λύκου», βολεύει αρκετά και αρκετούς. Από τη μία, οι τρομοκράτες υπερβάλλουν για την ευκολία διείσδυσης στις κοινωνίες μας. Η ιδέα ότι περιτριγυριζόμαστε ανά πάσα στιγμή από τέτοιους μεμονωμένους δράστες, εμπνέει μόνο ανησυχία στην κοινή γνώμη και ταυτόχρονα προωθεί τη φήμη της οργάνωσης. Από την άλλη, ο μύθος συντηρείται και από τις δυνάμεις ασφαλείας. Ένας τέτοιος δράστης είναι δύσκολο να εντοπιστεί και δυσκολότερο να εμποδιστεί. Πάνω σε αυτή τη βάση μπορούν να καλυφθούν, επιχειρησιακές αστοχίες σε περιπτώσεις που γνώριζαν για την πιθανή μετάβαση ενός ατόμου από τη ριζοσπαστικοποίηση στη βία.
Προτάσεις χειρισμού
Όπως προαναφέρθηκε, είναι αλήθεια δύσκολο να προλάβεις κάθε τέτοια επίθεση και μεγάλο μέρος της αποτροπής παρόμοιων επιθέσεων έγκειται στην πρόληψη. Καθώς μεταβλήθηκε η τρομοκρατία, οι υπηρεσίες ασφαλείας πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουν μικρότερα και απλούστερα σενάρια επιθέσεων που δεν έχουν την πολυπλοκότητα που απαιτούν τα αντίστοιχα μεγαλύτερα και πιο οργανωμένα. [6]
Σε αρκετές περιπτώσεις, οι δράστες ήταν «γνωστοί στην αστυνομία», αλλά αυτή η φράση δεν σημαίνει αυτόματα ότι ένα άτομο ή ομάδα προάγεται σε σημαντική τρομοκρατική απειλή για την κοινωνία. Απλώς περιγράφει άτομα ή ομάδες που έχουν συμπεριληφθεί σε μια μακρά λίστα προς αξιολόγηση κινδύνου. Από τη φύση τους όμως, οι αξιολογήσεις αυτές δε μπορεί να είναι πάντοτε ακριβείς [6]. Για την εκάστοτε αντιτρομοκρατική υπηρεσία, το ζήτημα δεν τίθεται στο εάν ένα φυσικό πρόσωπο είναι συνειδησιακά ριζοσπαστικοποιημένο ή με εξτρεμιστικές τάσεις, αλλά στο εάν είναι βίαιο και παραβιάζει με οποιοδήποτε τρόπο το νόμο. Και αυτή η μετάβαση από τη ριζοσπαστικοποίηση στη βία είναι συνήθως ένα κρίσιμο μεν, αλλά εξαιρετικά σύντομο διάστημα δε. Για αυτόν ακριβώς το λόγο, η κυβερνητική συνεργασία με τις κοινότητες, τις οικογένειες και τις εταιρίες δικτύωσης είναι ζωτικής σημασίας για την ταχεία αντίδραση σε πιθανές απειλές μεμονωμένων δραστών.
Αρχικά , θα πρέπει να εργαστούν προς την κατεύθυνση της απομόνωσης των ατόμων αυτών. Οι τρομοκράτες είναι πολύ πιο πιθανό να πετύχουν, αν μπορούν να συντονιστούν με άλλους, ειδικά εάν έχουν τη βοήθεια μιας οργάνωσης ή δικτύου. Δεύτερον, οι κυβερνήσεις πρέπει να οικοδομήσουν ισχυρές σχέσεις μεταξύ μουσουλμανικών κοινοτήτων και υπηρεσιών ασφαλείας [10] .Η τρομοκρατία έχει ξεπεράσει τη συμβατική ικανότητα παρακολούθησης των αρχών ασφαλείας, και αν το κράτος πρόκειται να διατηρήσει τον έλεγχο των πραγμάτων θα πρέπει να ενσωματώσει κάτι παρόμοιο με ποιμαντικό ρόλο. Ειδικότερα, οι αρχές θα πρέπει να βασίζουν τις σχέσεις τους με τις μουσουλμανικές κοινότητες σε κάτι περισσότερο από την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Θα πρέπει να συνεργάζονται με τους ηγέτες της κοινότητας εκ των προτέρων στη βάση της προστασίας τους από φαινόμενα ισλαμοφοβικής βίας που συχνά ακολουθούν τις εξτρεμιστικές τρομοκρατικές επιθέσεις. Με απλά λόγια, οι καλές σχέσεις με την κοινότητα ελαχιστοποιούν τα κίνητρα για τη βία και ενθαρρύνουν την τοπική συνεργασία [2].
Παράλληλα, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να κατευθύνουν τις υπηρεσίες ασφαλείας στην παρακολούθηση και στη διείσδυση των εξτρεμιστών στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Αυτή είναι μια κοινή πρόκληση για τις κυβερνήσεις που είναι επιφορτισμένες με την προστασία όλων μας, καθώς και για τις εταιρείες των οποίων οι τεχνολογίες αξιοποιούνται για τους σκοπούς αυτούς. Θα πρέπει να αναλάβουν οι ιδιωτικές εταιρείες να παρακολουθούν ή να απενεργοποιούν τέτοιους λογαριασμούς, με σκοπό είτε να εντοπίσουν μεμονωμένους τρομοκράτες είτε να διαταράξουν τις επικοινωνίες τους. [10]
Το ισλαμικό κράτος θα προσαρμοστεί στις αναστολές με τη δημιουργία νέων λογαριασμών και τη μετάβαση σε νέες μορφές επικοινωνίας, αλλά τα νέα μέσα επικοινωνίας -οι νέοι λογαριασμοί- συχνά υπολείπονται των παλαιών. Έτσι, η αναστολή αυτών των λογαριασμών μπορεί να αναστείλει τις στρατολογήσεις.
Τέλος, η γλώσσα που χρησιμοποιείται για να περιγράψουμε αυτά τα άτομα έχει σημασία. Χρησιμοποιώντας όρους όπως ο «μοναχικός λύκος», ο «στρατιώτης» ή ο «μάρτυρας» ενεργοποιεί το ναρκισσισμό τους. [3]. Μπορεί να φαίνεται ως ένα μικρό σημείο, αλλά η προσοχή των μέσων ενημέρωσης που ακολουθεί αναπόφευκτα τέτοιες επιθέσεις, είναι πιθανό να εξιτάρει το μυαλό μελλοντικών δραστών. Με τα σύγχρονα ειδησεογραφικά μέσα ενημέρωσης, μια επίθεση που διεξάγεται από ένα άτομο με αποτέλεσμα μερικές απώλειες μπορεί να καταλήξει να κυριαρχεί στις ειδήσεις για ημέρες, αν όχι εβδομάδες. Η αξιοποίηση και των παραπάνω μέσων σε συνδυασμό με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχει δημιουργήσει ένα επιπλέον βέλος στη φαρέτρα τους.
Αντί Επιλόγου
Συμπερασματικά, γίνεται κατανοητό ότι η τρομοκρατική απειλή έχει εξελιχθεί και αντίστοιχα πρέπει να εξελιχθεί η πρόληψή της. Το φαινόμενο των μεμονωμένων δραστών αποτελεί μια αποκρουστική πραγματικότητα, ωστόσο θα πρέπει τόσο οι αρχές όσο και κάθε εμπλεκόμενος να το μεταχειρίζεται με τη δέουσα προσοχή. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι, οι κοινωνίες μας δεν υπάρχει λόγος να ζουν με το φόβο, αλλά αντίθετα με ενισχυμένο το αίσθημα της συνεργασίας και της αλληλεγγύης. Η μεθοδικότητα και η πρόληψη από την πλευρά των αρχών, θα αποτελέσει την ισχυρή συνθήκη για να μπορέσουν οι πολίτες να αισθάνονται ασφαλείς.
Bibliography
- WALEED, A. How to Stop a Lone-Wolf Terrorist? Australia Has a Plan. New York Times, 2 May 2017. Disponivel em: https://www.nytimes.com/2017/05/02/opinion/australia-lone-wolf-terrorists-waleed-aly.html?_r=0.
- BYMAN, D. Can lone wolves be stopped? Law Fare Blog, 15 March 2017. Disponivel em: https://lawfareblog.com/can-lone-wolves-be-stopped.
- STEWART, C. Taming the solo terrorist. The World Today , February/March 2017. 19.
- SPAAIJ, R. The Enigma of Lone Wolf Terrorism: An Assessment. Studies in Conflict and Terrorism, 33 (9), p. 854-870, 2010.
- BEAUMONT, P. Norway attacks: at least 92 killed in Oslo and Utøya island. The Guardian, 23 July 2011. Disponivel em: https://www.theguardian.com/world/2011/jul/23/norway-attacks.
- PALOMBI, S. «Known to Police» : Assessing Terrorism Risk. Chathamhouse. org, 18 March 2015. Disponivel em: https://www.chathamhouse.org/expert/comment/17229.
- EASTERLY, J.; GELTZER, J. The Islamic State and the End of the Lone Wolf Terrorism. Foreign Policy, 23 May 2017. Disponivel em: http://foreignpolicy.com/2017/05/23/the-islamic-state-and-the-end-of-lone-wolf-terrorism/.
- LISTER, T. ISIS rides wave of attacks as its core territory shrinks. CNN. com, 14 June 2016. Disponivel em: http://edition.cnn.com/2016/06/14/middleeast/isis-territory-attacks-lister/.
- BURKE, J. The myth of the “lone wolf” terrorist. The Guardian, 30 March 2017. Disponivel em: https://www.theguardian.com/news/2017/mar/30/myth-lone-wolf-terrorist.
- BYMAN, D. How to Hunt a Lone Wolf. Foreign Affairs, March/April 2017.
- WINTER, C. The Virtual ‘Caliphate’: Understanding Islamic State’s Propaganda Strategy. London. 2015.