Tsipitsi Dafni

Ένας κόσμος χωρίς ΝΑΤΟ;

Posted on Posted in Αναλύσεις, ΕΕ & ΝΑΤΟ, Στρατηγική & Άμυνα

Γράφει η Δάφνη Τσιπίτση, Αναλύτρια ΚΕΔΙΣΑ

 

Πριν από περίπου δεκαπέντε χρόνια, όταν ο πόλεμος του Ιράκ χώρισε τους συμμάχους του ΝΑΤΟ και ορισμένοι μιλούσαν μάλιστα για το τέλος της Ατλαντικής Συμμαχίας, ξεκίνησαν οι προβλέψεις για μια επικείμενη κατάρρευση του ΝΑΤΟ.

Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση αγωνίζεται με πολυάριθμες κρίσεις, από το «Brexit» μέχρι τον εκκολαπτόμενο εθνικισμό. Μορφές όπως το G-7 δεν φαίνεται πλέον να δημιουργούν την αίσθηση της κοινής ηγεσίας για παγκόσμια ζητήματα, μιας αίσθησης που τα δυτικά κράτη έχουν επιδιώξει να δημιουργήσουν και να διασφαλίσουν για πολύ καιρό καθώς η αφήγηση για την «κατάρρευση της Δύσης» φαίνεται να κερδίζει όλο και περισσότερο κοινό.

Η αλλαγή του ρόλου του ΝΑΤΟ από την γέννηση του έως σήμερα

Η κατεύθυνση του ΝΑΤΟ άλλαξε ταυτόχρονα με τη μεταβολή της στάσης της Ευρώπης απέναντι σε όλες τις οργανώσεις που γεννήθηκαν από τον Ψυχρό Πόλεμο. Η Ευρώπη σήμερα δεν είναι η ίδια όπως ήταν το καλοκαίρι του 1950 μετά την εκδήλωση του Κορεατικού Πολέμου. Δεν είναι ούτε η Ευρώπη που το Μάιο του 1952 εξέφρασε την ικανοποίησή της για την υπογραφή της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα. Κατά τη διάρκεια της ζωής του ΝΑΤΟ, για περισσότερο δηλαδή από μισό αιώνα, τόσο η Συμμαχία όσο και το ευρύτερο στρατηγικό περιβάλλον έχουν εξελιχθεί με τρόπους που οι ιδρυτές της δεν θα μπορούσαν να προβλέψουν. Οι αλλαγές αυτές επέβαλαν και επιβάλλουν την τροποποίηση του στρατηγικού δόγματος του ΝΑΤΟ, έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι εκάστοτε αλλαγές με τη πάροδο του χρόνου. Για παράδειγμα, στη περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, η έμφαση ήταν περισσότερο στην αμοιβαία ένταση και αντιπαράθεση από ότι ήταν στο διάλογο και την συνεργασία και αυτό οδήγησε σε μια συχνά επικίνδυνη και δαπανηρή κούρσα εξοπλισμών. Με το τέλος όμως του Ψυχρού Πολέμου έπρεπε να υπάρξουν αλλαγές λόγω μεταβολής και εξέλιξης του στρατηγικού περιβάλλοντος και έτσι η στρατιωτική σκέψη, οι πόροι και η ενέργεια του ΝΑΤΟ επικεντρώθηκαν πλέον στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και της διάδοσης των Όπλων Μαζικής Καταστροφής. Με την πάροδο του χρόνου και με τις συνεχείς αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στα κράτη και στις σχέσεις μεταξύ τους, το ΝΑΤΟ χρειάστηκε να προσαρμοστεί ξανά στα καινούρια δεδομένα για να αντιμετωπίσει νέες προκλήσεις και απειλές όπως είναι η ενεργειακή ασφάλεια και οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο. Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς, η αλλαγή και η προσαρμογή στο διεθνές σύστημα και στις νέες προκλήσεις και απειλές είναι αναγκαίες για να μπορέσει να επιβιώσει ένας διεθνής οργανισμός τέτοιου βεληνεκούς και σημασίας.

Μια “προβληματική” σχέση Τουρκίας – Η.Π.Α. στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ που τροφοδοτεί τα σενάρια κατάρρευσης

Την παρούσα περίοδο οι σχέσεις της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ βρίσκονται στο χαμηλότερο σημείο από ποτέ. Ο ίδιος ο Erdogan, δεν έχει κρύψει την αποστροφή του γενικά προς την «Δύση», συμπεριλαμβανομένων ΝΑΤΟ, ΕΕ, Η.Π.Α., χρησιμοποιώντας δηλώσεις όπως «Η διεθνής συμμαχία υπό την ομπρέλα των Η.Π.Α., υποστηρίζει τρομοκράτες στη Συρία» ή «Μετά το ένταλμα σύλληψης εναντίον των ανδρών ασφαλείας μου, πρέπει να πω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι πολιτισμένο κράτος» και άλλες παρεμφερείς.

Το 2006 το βιβλίο-έρευνα των  Andrew Kohut και Bruce Stokes “America Against the World – How we are different and why we are disliked”, παρουσίασε την Τουρκία ως χώρα με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά αντι-αμερικανισμού, με το 77% του τουρκικού πληθυσμού να έχει αρνητική γνώμη. Το πλέον εντυπωσιακό: Οι συγγραφείς παρατηρούν ότι «ένα μεγάλο ποσοστό του τουρκικού λαού πιστεύουν ότι «οι Αμερικανοί καλώς σκοτώνονται στο Ιράκ», και αυτό προέρχεται από ένα Σύμμαχο του ΝΑΤΟ!

Κατά την διάρκεια των περασμένων δεκαετιών, οι Η.Π.Α. επένδυσαν στην Τουρκία με μία άνευ προηγουμένου πολιτική και στρατιωτική υποστήριξη και έδωσαν σε διεθνές επίπεδο το στίγμα της φιλίας τους έναντι της Τουρκίας, σε τέτοιο βαθμό, που σε ορισμένες περιπτώσεις διέτρεξαν τον κίνδυνο να “παρεξηγηθούν“ από τους Συμμάχους. Η απάντηση της Τουρκίας σε αυτή την “ειδική μεταχείριση“ ήταν να κλείσει την στρατιωτική βάση του Incirlik, στην πιο κρίσιμη στιγμή των επιχειρήσεων στο Ιράκ, 2003, με κόστος χιλιάδων ανθρώπινων ζωών Αμερικανών και άλλων Συμμάχων.

Αποτελεί κοινό μυστικό ότι η Τουρκία είναι μια από τις πέντε χώρες μέλη του ΝΑΤΟ όπου οι Η.Π.Α. έχουν αποθηκεύσει πυρηνικά όπλα στο έδαφός τους. Οι Η.Π.Α. διατηρούν πυρηνικές βόμβες Β-61 στη βάση Incirlik, η κάθε μία με μέγιστο φορτίο 170 τόνων, 10 φορές ισχυρότερη από την βόμβα που έπεσε στη Χιροσίμα. Αυτό ίσως είναι και το σημείο-κλειδί που η Τουρκία συνεχίζει να λαμβάνει μόνο προειδοποιήσεις και απειλές χωρίς ουσιαστικές κυρώσεις και ποινές.

Μέχρι πότε όμως;

Πως θα ήταν λοιπόν ένας κόσμος χωρίς το ΝΑΤΟ; Είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα, διότι ένα τέτοιο πείραμα θα μπορούσε να συμβάλλει σε μια μεγαλύτερη εστίαση σε αυτό που θα διακυβευόταν: το τέλος του ΝΑΤΟ θα σήμαινε κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή μείωση ή εξαφάνιση γραφειοκρατίας στις Βρυξέλλες. Θα σήμαινε ουσιαστικά το τέλος μιας θεσμοποιημένης πολιτικής και στρατιωτικής σύνδεσης μεταξύ Ευρώπης και Βόρειας Αμερικής και ως αποτέλεσμα, οι πολιτικές και στρατιωτικές συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης θα ήταν πολλαπλές και επικίνδυνες.

Το τέλος της συλλογικής άμυνας

Η διάλυση της Ατλαντικής Συμμαχίας θα σήμαινε το τέλος της διατλαντικής συλλογικής άμυνας όπου αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη θα έπρεπε να εξασφαλίσει την ασφάλειά της χωρίς τις Η.Π.Α. Για ορισμένους που έχουν από καιρό αναζητήσει την ανεξαρτητοποίηση της Ευρώπης από τις Η.Π.Α, μια τέτοια προοπτική ίσως μοιάζει με όνειρο. Για αυτούς, αντίθετα, που εξακολουθούν να βλέπουν τη Ατλαντική Συμμαχία ως ένα μοναδικό και απαραίτητο επίτευγμα, θα έμοιαζε με εφιάλτη.

Η οικοδόμηση μιας καθαρά ευρωπαϊκής άμυνας θα ήταν ικανή να υπονομεύσει τους Ευρωπαίους πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά. Η προσπάθεια αποζημίωσης, έστω και μερικώς, της αναχώρησης των Η.Π.Α. από ευρωπαϊκό έδαφος θα σήμαινε δραματικές αυξήσεις στις αμυντικές δαπάνες και ριζική αναθεώρηση των ευρωπαϊκών διαδικασιών ανάπτυξης και προμήθειας όπλων. Ουσιαστικά, θα απαιτούσε μια πραγματική ευρωπαϊκή πολιτική ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένης μιας συναίνεσης για ένα ευρωπαϊκό πυρηνικό αποτρεπτικό πρόγραμμα. Με άλλα λόγια, η εξαφάνιση του ΝΑΤΟ θα απαιτούσε μια περαιτέρω εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και όλα αυτά σε μια εποχή που πολλά κράτη ζητούν λιγότερη Ευρώπη και όχι περισσότερη.

Η αύξηση ισχύος της Ρωσίας στην Ευρώπη

Από μια άλλη σκοπιά, το τέλος του ΝΑΤΟ θα ήταν ικανό να αυξήσει δραματικά τη θέση και την επιρροή της Ρωσίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο καθώς ο πειρασμός και οι ευκαιρίες για τη Ρωσία να διαιρέσει ή να εκφοβίσει τους ευρωπαίους γείτονές της θα μπορούσε να αυξηθεί κατακόρυφα. Έχει ειπωθεί ότι η συνεχιζόμενη ύπαρξη του ΝΑΤΟ δημιουργεί ένα πρόβλημα για τη Ρωσία. Αυτό μπορεί να είναι αλήθεια, αλλά η εξαφάνιση της Συμμαχίας θα δημιουργούσε σίγουρα ένα πρόβλημα για την Ευρώπη: χωρίς την προστατευτική ομπρέλα του ΝΑΤΟ, η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να έχει την αυτοπεποίθηση που απαιτείται για μια συνεκτική και εποικοδομητική σχέση ισορροπίας με την Ρωσία καθώς ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες ίσως αναζητούσαν τις δικές τους συμφωνίες με τη Μόσχα. Επιπλέον, για πολλές χώρες του μετασοβιετικού χώρου που θέλησαν να επιδείξουν την ανεξαρτησία τους από τη Ρωσία μέσω των σχέσεων τους με το ΝΑΤΟ, το τέλος ενός αμερικανικού ρόλου ασφάλειας στην Ευρώπη θα ήταν μια στρατηγική καταστροφή. Το νέο «μετα-αμερικανικό» ισοζύγιο ισχύος στην Ευρασία θα τους καταδίκαζε να παραμείνουν μόνιμα στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας.

Μείωση της στρατιωτικής συνεργασίας

Το τέλος του ΝΑΤΟ θα στερούσε, επίσης, στους Ευρωπαίους και στους Βορειοαμερικανούς από ένα σημαντικό πλαίσιο νομιμότητας για τη χρήση στρατιωτικής δύναμης. Χωρίς το ευρύτερο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, δεν θα ήταν δυνατό να μπορέσει να δημιουργηθεί μια πολιτική και στρατιωτική συνοχή και συνεργασία που απαιτείται για επικίνδυνες και μακροπρόθεσμες αποστολές σταθεροποίησης, όπως για παράδειγμα οι αποστολές στο Αφγανιστάν. Βέβαια, οι ad hoc στρατιωτικές επιχειρήσεις μεταξύ των Η.Π.Α., του Καναδά και των ευρωπαϊκών χωρών θα ήταν ακόμα εφικτές – αλλά η εξαφάνιση των κοινών αμυντικών σχεδιασμών και πρακτικών ασκήσεων του ΝΑΤΟ θα είχε ως αποτέλεσμα τη συνεχή μείωση της στρατιωτικής αποτελεσματικότητας τους. Χωρίς τις Η.Π.Α. ως στρατιωτικό κέντρο βάρους, τα ευρωπαϊκά στρατιωτικά πρότυπα πιθανότατα να υποχωρούσαν προς ένα χαμηλότερο επίπεδο καθώς οι Η.Π.Α. και οι περισσότεροι πρώην σύμμαχοί τους θα έχαναν την ικανότητά τους να συνεργάζονται αρμονικά στρατιωτικά.

Η περιφερειοποίηση της ασφάλειας

Εάν το ΝΑΤΟ παύσει να υπάρχει, θα ενθαρρύνει αναπόφευκτα την περιφερειοποίηση της ασφάλειας. Χωρίς τη Συμμαχία ως στρατηγικό πλαίσιο για τη γεφύρωση διαφορετικών περιφερειακών συμφερόντων ασφαλείας, οι χώρες της νότιας Ευρώπης είναι πιο πιθανό να τείνουν να επικεντρώνονται περισσότερο στη Μέση Ανατολή, ενώ οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης περισσότερο στη Ρωσία. Ωστόσο, χωρίς τις Η.Π.Α. ως “ραχοκοκαλιά” ασφαλείας, κανένας από αυτούς τους σχηματισμούς δεν θα έχει επαρκή πολιτική συνοχή και στρατιωτική δύναμη για να ασκήσει μόνιμη επιρροή στις αντίστοιχες περιφέρειες ενδιαφέροντος και το αποτέλεσμα θα ήταν μια περαιτέρω αποδυνάμωση της Ευρώπης ως στρατηγικού παράγοντα. Με λίγα λόγια, εάν το μοναδικό δίκτυο συνεργασιών του ΝΑΤΟ με δεκάδες χώρες από όλο τον κόσμο εξαφανιστεί, θα αναγκάσει την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική να υποχωρήσουν σε μια σειρά περίπλοκων διμερών σχέσεων οδηγώντας έτσι σε ένα ακόμη περισσότερο χαοτικό πολυπολικό σύστημα.

Ευρύτερες επιπτώσεις για τους Συμμάχους και τους εταίρους

Το τέλος της Συμμαχίας θα αποτελούσε επίσης τεράστια πρόκληση για τους Συμμάχους όπως είναι ο Καναδάς ή η Τουρκία, καθώς προς το παρόν δεν έχουν την ευκαιρία να οργανώσουν τους δεσμούς τους με την Ευρώπη μέσω της προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση για παράδειγμα. Θα δημιουργούσε ακόμη και ένα σημαντικό δίλημμα για χώρες εκτός του ΝΑΤΟ όπως είναι η Φινλανδία και η Σουηδία. Δεδομένου ότι η πολιτική που εφαρμόζουν, της μη στρατιωτικής ευθυγράμμισης, καθίσταται εφικτή από τον συνεχιζόμενο αμερικανικό ρόλο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, η διάλυση της Συμμαχίας θα σήμαινε τον τερματισμό αυτού του μοναδικού ρόλου και θα άλλαζε σημαντικά το στρατηγικό περιβάλλον αυτών των χωρών. Τέλος, χωρίς την προοπτική της ένταξης νέων χωρών στο ΝΑΤΟ, η Δύση θα μπορούσε να χάσει επίσης μεγάλο μέρος της επιρροής της στις διαδικασίες μεταρρύθμισης στις υποψήφιες χώρες από τη νοτιοανατολική Ευρώπη στον Καύκασο.

Μια κακή συμφωνία

Και τι γίνεται με τη διατλαντική κατανομή των βαρών; Το τέλος του ΝΑΤΟ δεν θα εξασφάλιζε τουλάχιστον ότι οι Η.Π.Α. τελικά θα απαλλαγούν από ένα «άδικο» οικονομικό και στρατιωτικό βάρος; Μετά βίας. Ο αμυντικός προϋπολογισμός των Η.Π.Α. αντικατοπτρίζει τις στρατιωτικές δαπάνες μιας παγκόσμιας δύναμης. Συνεπώς, υπερβαίνει το ΝΑΤΟ, το οποίο με τις υψηλότερες εκτιμήσεις δεν αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 15% των συνολικών αμυντικών δαπανών των Η.Π.Α. Κατά συνέπεια, η διάλυση του ΝΑΤΟ θα μεταφραζόταν σε σχετικά μικρή εξοικονόμηση πόρων για τις Η.Π.Α., όμως η Ουάσιγκτον θα έχανε τους Συμμάχους, τις στρατιωτικές βάσεις και την πολιτική συνεργασία που καθορίστηκαν μέσω των πολυμερών διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της Συμμαχίας. Οι γεωπολιτικοί νικητές θα ήταν η Κίνα, η Ρωσία και όλοι όσοι, χρησιμοποιώντας τη σαφή έκκληση της ανάγκης να οικοδομήσουν έναν “πολυπολικό σύστημα”, επιδιώκουν να αποδυναμώσουν τον ρόλο των Η.Π.Α. στην προάσπιση της διεθνούς τάξης και ασφάλειας.

Συμπερασματικά, για όλους τους παραπάνω λόγους, ένας κόσμος χωρίς το ΝΑΤΟ θα αποτελούσε μια κακή συμφωνία για τις Η.Π.Α., τους Συμμάχους τους και τους εταίρους στην Ευρώπη αλλά και πέρα ​​από αυτήν.

 

 

Βιβλιογραφία

  • Brent D. Ziarnick, 21st Century Power: Strategic Superiority for the Modern Era. MD: Naval Institute Press, 2018, September 17, 2018
  • NATO Review magazine, The Alliance’s evolving posture: towards a theory of everything, 06 July, 2018