Linardou 250

Υπάρχει προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ;

Posted on Posted in Αναλύσεις, ΕΕ & ΝΑΤΟ, Ελληνική Εξωτερική Πολιτική

Γράφει η Βασιλική Λινάρδου, Δόκιμη Αναλύτρια ΚΕΔΙΣΑ

Ένα από τα μείζονα ζητήματα που βρίσκεται πάντα υψηλά στην ατζέντα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η σύγχρονη Τουρκία απομακρύνεται από τα δυτικά πρότυπα και εξελίσσεται με τις πολιτικές Ερντογάν σε αυταρχικό καθεστώς Ισλαμιστικού τύπου, ενώ πλέον η χώρα δεν τηρεί τις προϋποθέσεις για ένταξη στην ΕΕ ιδιαίτερα μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016 και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επικρατεί στη χώρα.

Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι αν και πλέον δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα μια προοπτική ένταξης στην ΕΕ, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, η κατάσταση όπως διαμορφώθηκε τα τελευταία χρόνια δεν ωφελεί κατά την εκτίμηση μου την Ελλάδα. Με άλλα λόγια, η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ παρά τις αντιρρήσεις πολλών Δυτικών Ευρωπαίων (όπως πχ η Γαλλία) λειτουργεί ως προς το συμφέρον της Ελλάδος καθώς μεταξύ άλλων πρόκειται για μια αρκετά ισχυρή χώρα με 80 εκατομμυρίων κατοίκους ενώ ταυτόχρονα ανήκει στην ομάδα των 20 μεγαλύτερων οικονομιών στον κόσμο, G20.

Τα κριτήρια που πρέπει να τηρεί η Τουρκία για την ένταξη είναι τα λεγόμενα κριτήρια της Κοπεγχάγης:

1ον  Σταθερότητα των θεσμών που εγγυώνται τη δημοκρατία

2ον Λειτουργούσα οικονομία της αγοράς και ικανότητα αντιμετώπισης των ανταγωνιστικών πιέσεων και των δυνάμεων της αγοράς στο πλαίσιο της ΕΕ·

3ον  Η αποδοχή του κοινοτικού κεκτημένου.

Σε ότι αφορά όμως την Τουρκία υπάρχει και ένας τέταρτος όρος:

4ον  Η ΕΕ να είναι έτοιμη να δεχθεί τη χώρα.

Προκειμένου να ξεκινήσουν όμως η διαδικασίες ένταξης για μια οποιαδήποτε χώρα,  θα πρέπει αυτή να πληροί το πρώτο κριτήριο κάτι που σήμερα αποτελεί το βασικό έλλειμμα της Τουρκίας .

Η Συμφωνία Τελωνειακής Ένωσης ανάμεσα  στην Τουρκία και την ΕΕ υπογράφθηκε στις 6 Μαρτίου 1995 η εφαρμογή της οποίας συνάντησε δυσκολίες λόγω της κρίσης στα Ίμια τον Ιανουάριο του 1996. Το Δεκέμβριο του 1999 στη Συνόδου Κορυφής στο Ελσίνκι αποφασίστηκε  με τη συγκατάθεση, μάλιστα, της ελληνικής κυβέρνησης, να δοθεί στην Τουρκία το καθεστώς της «υποψήφιας χώρας» και έτσι ξεκίνησε μια νέα περίοδος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η Ελλάδα κατάφερε με τη στάση της αυτή, να φέρει τις διαφορές με την Τουρκία και το Κυπριακό εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου.[1]

Η Τουρκία με την ανάληψη της εξουσίας από το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) το 2002,  υιοθέτησε πολιτικές εξευρωπαϊσμού και προχώρησε στη σταδιακή υλοποίηση των κριτηρίων της Κοπεγχάγης αναπτύσσοντας, μάλιστα, μεγάλη πρόοδο.[2] Αργότερα όμως η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας συνάντησε αρκετά εμπόδια.

Η Κύπρος όντας πλήρες μέλος της ΕΕ από το 2004 βρίσκεται σε ισχυρότερη διαπραγματευτική θέση σχετικά με την επίλυση του Κυπριακού και ταυτοχρόνως μπορεί να επεμβαίνει στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας[3] καθιστώντας την τελευταία αδύναμο παίχτη. Τον Ιούλιο του 2005 η Τουρκία υπέγραψε   το Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη συμφωνία της Άγκυρας στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, το οποίο προέβλεπε την εφαρμογή της Τελωνειακής Ένωσης στα κράτη μέλη της ΕΕ και συνεπώς και στην Κύπρο,[4]  υποβάλλοντας την ίδια μέρα δήλωση με την οποία τόνιζε ότι η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου δεν συνεπάγεται την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας  Τον Οκτώβρη του 2005 συμφωνήθηκε το Διαπραγματευτικό Πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο οι διαπραγματεύσεις είναι μια διαδικασία «Ανοιχτού αποτελέσματος» ενώ παράλληλα με την εφαρμογή των κριτηρίων της Κοπεγχάγης η Τουρκία καλείται να εφαρμόσει τα «προαπαιτούμενα»-σχέσεις καλής γειτονίας και επίλυση των διαφορών της βάση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και αποδοχή της δικαιοδοσίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ)[5]– Παράλληλα το Διαπραγματευτικό Πλαίσιο υποχρέωνε την Τουρκία στη λήψη μέτρων αναφορικά με το Κυπριακό: αποκατάσταση των σχέσεων με όλα τα κράτη μέλη, επομένως και την Κυπριακή Δημοκρατία, την ολοκλήρωση των υποχρεώσεων που θέτει η Συμφωνία Σύνδεσης και το Πρόσθετο Πρωτόκολλο και  εναρμόνιση των πρακτικών της στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών σχετικά με τις τρίτες χώρες.[6]

Τα αυξανόμενα κριτήρια και προαπαιτούμενα που έθετε το Διαπραγματευτικό Πλαίσιο δημιούργησαν ένα αίσθημα απαισιοδοξίας στην Τουρκία η οποία πρόβαλε την άποψη ότι η ΕΕ έθετε υπερβολικές υποχρεώσεις σε σχέση με τις άλλες υποψήφιες προς ένταξη χώρες.[7] Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση μιας αδιάλλακτης στάσης της Τουρκίας η οποία αρνήθηκε να εφαρμόσει τόσο τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Κύπρο χωρίς προηγουμένως να έχει αρθεί η απομόνωση των Τουρκοκυπρίων, όσο και το Πρόσθετο Πρωτόκολλο. Η ΕΕ απάντησε στη στάση αυτή με την αναστολή ανοίγματος των οκτώ κεφαλαίων διαπραγμάτευσης και το πάγωμα των διαπραγματεύσεων.

Εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου, οι κυρίαρχες ευρωπαϊκές δυνάμεις, η Γαλλία και η Γερμανία ιδιαίτερα μετά την ανάληψη καθηκόντων από το Νικολά Σαρκοζί και την Άνγκελα Μέρκελ αντίστοιχα, κράτησαν μια πιο ψυχρή στάση απέναντι στην προοπτική πλήρους ένταξης της Τουρκίας για λόγους κυρίως πολιτισμικούς, προτείνοντας εναλλακτικά μια εταιρική σχέση ΕΕ-Τουρκίας[8]

Δέκα χρόνια αργότερα οι σχέσεις Τουρκίας – ΕΕ εξακολουθούν να βρίσκονται σε κρίση, με την Τουρκία να αναζητά περεταίρω προσέγγιση  με την Ρωσία και το Ιράν ύστερα από την απομόνωσή της από τη Δύση. Η άσκηση οικονομικής πίεσης της Γερμανίας προς τους Τούρκους και τα σχέδια για οριστική διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων σημαίνουν τον αποκλεισμό κάθε πιθανότητας ένταξης της Τουρκίας στην Ένωση.[9] Η Δύση κατά την εκτίμηση μου δε  θα πρέπει να διακόψει το διάλογο με την Άγκυρα και σε αυτό πρέπει να συμβάλλει δυναμικά η Ελλάδα  Είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας μια ευρωπαϊκή Τουρκία καθώς η τοποθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών σε ευρωπαϊκό επίπεδο διασφαλίζει καλύτερα τα εθνικά μας συμφέροντα.

 

 

Βιβλιογραφία

André De Munter . (2017, 9). Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ανάκτηση Οκτώβρης 16, 2017, από http://www.europarl.europa.eu/atyourservice/el/displayFtu.html?ftuId=FTU_6.5.1.html

Άγγελος Αλ. Αθανασόπουλος . (2017). Προβληματίζει η φιλορωσική στροφή της Άγκυρας . Το Βήμα, 15.

Γιαννης Βαληνάκης. (2010). ελληνική εξωτερική και ευρωπαϊκή πολιτική 1990-2010. Αθήνα: Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ.

Θάνος Βερέμης. (2013). Ιστορία των Ελληνοτουρκικών Σχέσεων 1453-2005. Αθήνα: Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ.

Ιωακειμίδης Παναγιώτης. (2017). Νέο Ανατολικό Ζήτημα-Τουρκία. Το Βήμα, 36-37.

 

Πηγές

 

[1] Γ. Βαληνάκης, «ελληνική εξωτερική και ευρωπαϊκή πολιτική1990-2010»

[2] Το Βήμα «Νέο Ανατολικό Ζήτημα-Τουρκία»

[3] Γ. Βαληνάκης, «ελληνική εξωτερική και ευρωπαϊκή πολιτική1990-2010»

[4] Στο ίδιο.

[5] Στο ίδιο

[6] Στο ίδιο

[7] Στο ίδιο

[8] Στο ίδιο

[9] Το Βήμα «Νέο Ανατολικό Ζήτημα-Τουρκία»