Theocharakos Spyridon

Τουρκία: O «αντάρτης» του ΝΑΤΟ

Posted on Posted in Αναλύσεις, ΕΕ & ΝΑΤΟ

Γράφει ο Σπυρίδων Θεοχαράκος, Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ

 

Η καιροσκοπική αντιμετώπιση της διεθνούς πολιτικής από το κράτος της Τουρκίας αποτελεί αναμφισβήτητα «αγκάθι» στη διεθνή τάξη. Χωρίς κανένα ίχνος εναρμόνισης με τις αρχές του διεθνούς δικαίου, της δικαιοσύνης και της συνεργατικότητας μεταξύ των κρατών, η κυβέρνηση του Ερντογάν δυναμιτίζει με τις αλλεπάλληλες ενέργειές της τη διεθνή ασφάλεια και τη σταθερότητα της ΝΑ Ευρώπης και της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου. Στις τάξεις των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, τίθεται πλέον το καίριο δίλλημα του κατά πόσο η Τουρκία συνιστά χρήσιμο σύμμαχο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.

Η Τουρκία εισήλθε στο ΝΑΤΟ ταυτόχρονα με την Ελλάδα, με την υπογραφή της αντίστοιχης συνθήκης ένταξης στις 18 Φεβρουαρίου 1952. Το κλίμα της εποχής χαρακτηριζόταν από την ανερχόμενη διαμάχη μεταξύ της Δύσης και της Σοβιετική Ένωσης. Η Τουρκία με την Ελλάδα κλήθηκαν να αναλάβουν το ρόλο της ΝΑ πτέρυγας της Συμμαχίας, στο πλαίσιο της πολιτικής ανάσχεσης των Σοβιετικών, λειτουργώντας ως φραγμός ενάντια στην επέκταση της Σοβιετικής Ένωσης στη Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Η προσθήκη των δύο χωρών θα ενίσχυε τη νότια πλευρά του ΝΑΤΟ, μπλοκάροντας ταυτόχρονα μέσω του ελέγχου των στενών του Βοσπόρου την έξοδο του σοβιετικού πολεμικού στόλου στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο.

Η ταυτόχρονη εισδοχή και των δύο χωρών στη Συμμαχία ήταν ένας τρόπος να εξισορροπηθούν τα δυο μέλη και να αμβλυνθούν οι ανησυχίες ότι η αποδοχή της μίας χωρίς την άλλη θα μπορούσε να διαταράξει την περιφερειακή ισορροπία δυνάμεων. Βοήθησε το ΝΑΤΟ να αποφύγει την αποξένωση κάθε χώρας, κάτι που θα μπορούσε να ήταν επιζήμιο για τους στρατηγικούς του στόχους. Η απόφαση αυτή ήταν ιδιαίτερα μελετημένη, δεδομένης της ιστορικής αντιπαλότητας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Εξήντα και πλέον έτη μετά, η Τουρκία δεν κρύβει πια το αληθινό της πρόσωπο. Η επί πενήντα συναπτά έτη παρουσία κατοχικού στρατού στο έδαφος της Κύπρου (δηλαδή σε ευρωπαϊκό έδαφος), γελοιοποιεί και υπονομεύει τους θεσμούς και τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ίδιο, δε, γεγονός νομιμοποιεί την παραβατικότητα και παραχωρεί έδαφος για ανάλογες αξιώσεις από διεθνείς δρώντες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που παρατηρείται αύξηση των αυταρχικών καθεστώτων σε διεθνές επίπεδο, στο πλαίσιο της πορείας προς την πολυπολικότητα του διεθνούς συστήματος. Η ανθρωπότητα έχει φτάσει στο σημείο μηχανισμοί τόσο σημαντικοί όπως ο Χάρτης του Ο.Η.Ε., το Διεθνές Δίκαιο και οι Συμβάσεις της Γενεύης, που μεταξύ άλλων απαγορεύουν την προσάρτηση εδάφους από ένα κράτος, να αποτελούν αντικείμενο ερμηνείας, στο βωμό μιας «υποκριτικής» διπλωματίας.

Δεν είναι ποτέ περιττό να επαναλαμβάνουμε το πόσο επιζήμια είναι η πολιτική της Τουρκίας με τις γειτονικές της χώρες. Για να εξαλειφθεί κάθε ίχνος αμφιβολίας, αρκεί να αναφερθεί ότι η Τουρκία διεκδικεί εδάφη από 5 από τα 8 γειτονικά της κράτη. Υπό το πέπλο της «Εθνικής Ασφάλειας», έχει εισβάλει στην Κύπρο, τη Συρία και το Ιράκ, έχει βοηθήσει το Αζερμπαϊτζάν απέναντι στην Αρμενία στον πόλεμο του Ναγκόρνο – Καραμπάχ και διεκδικεί θαλάσσια έκταση από την Ελλάδα, στη νέα της φαντασίωση περί «Γαλάζιας Πατρίδας». Και αυτό αφορά μόνο τα γειτονικά της κράτη, καθώς η Τουρκία μέσω της επεμβατικότητάς της στα εσωτερικά άλλων κρατών, στο δρόμο προς την πραγμάτωση του νέο-Οθωμανικού της ονείρου, φιλοδοξεί και επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής της, έχοντας εξασφαλίσει στρατιωτική παρουσία μεταξύ άλλων στη Λιβύη και τη Σομαλία.

Άραγε ποια είναι τελικά η προσφορά της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ στη σύγχρονη εποχή; Υπό την εκλεγμένη κυβέρνηση του Ερντογάν, γινόμαστε μάρτυρες μιας συστηματικής και μεθοδικής διεκδίκησης ανταλλάγματος με κάθε ευκαιρία. Ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας αποδείχθηκε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την Τουρκία να ισορροπήσει ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα, αποκομίζοντας οφέλη και από τα δύο. Απέφυγε περίτεχνα να επιβάλλει κυρώσεις στη Ρωσία, όπως προέβλεπε η σύσσωμη απόφαση των Δυτικών κρατών του ΝΑΤΟ, ενώ υποθάλπει τις Ρωσικές εξαγωγές εις βάρος όλης της Συμμαχίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόβαλε ισχυρή αντίσταση στην εισδοχή της Σουηδίας και της Φινλανδίας στις τάξεις του ΝΑΤΟ, ένα ομολογουμένως ιστορικό γεγονός, ενώ υποχώρησε μόνο όταν αποκόμισε το συμφωνηθέν, κατά περίπτωση, αντάλλαγμα. Την ίδια τακτική είχε ακολουθήσει και το 2020, στο Αμυντικό σχέδιο του ΝΑΤΟ για την Πολωνία και τις Βαλτικές χώρες, απαιτώντας από το ΝΑΤΟ να αναγνωρίσει το YPG (Μονάδες Προστασίας του Λαού) στη Συρία ως τρομοκρατική οργάνωση. Υπάρχει, επομένως, αμφιβολία για το αν η Τουρκία θα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που ορίζει το άρθρο 5 της Συμμαχίας περί συλλογικής άμυνας σε ενδεχόμενη μελλοντική σύγκρουση;

Η Άγκυρα ακολουθεί μια ανεξάρτητη και συχνά απρόβλεπτη εξωτερική πολιτική, η οποία έρχεται αναμφισβήτητα σε αντίθεση με τους συλλογικούς στόχους του ΝΑΤΟ. Η ευκολία, όμως, με την οποία προσεταιρίζει αντιπάλους της Δύσης, είναι κάτι που θα πρέπει να αξιολογήσει προσεκτικά η Συμμαχία. Η Τουρκία βλέπει οφέλη στη συνεργασία της με τη Ρωσία και δεν επιφυλάσσεται να τα αποκομίσει. Το 2019 προέβη στην αγορά των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων S-400, γεγονός που οδήγησε στην απαγόρευση πώλησης από τις Η.Π.Α αεροπλάνων 5ης γενιάς F-35. Παρόλο που η συμφωνία γύρισε μπούμερανγκ στους Τούρκους, επ’ ουδενί δεν τους οδήγησε σε αποτροπή από μελλοντικές συμφωνίες με αντιμαχόμενα στρατόπεδα.

Σε ανάλογο πλαίσιο, ο νέος πυρηνικός σταθμός του Ακούγιου, ο οποίος κατασκευάζεται από τη ρωσική κρατική εταιρεία Rosatom, αναμένεται να ξεκινήσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας εντός του 2024. Ο σταθμός θα βρίσκεται υπό ρωσικό έλεγχο και διοίκηση στο τουρκικό έδαφος και πολλά επίσης ερωτήματα τίθενται σχετικά με την επιλογή της τοποθεσίας του. Το Ακούγιου βρίσκεται σε εγγύτητα με την αεροπορική βάση Ιντσιρλίκ, η οποία φιλοξενεί τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις αποθήκευσης πυρηνικών όπλων του ΝΑΤΟ και είναι κέντρο που υποστηρίζει αποστολές της Συμμαχίας, καθώς επίσης και με τις εγκαταστάσεις ραντάρ του ΝΑΤΟ στο Κουρετσίκ. Υπάρχει υπαρκτός φόβος η Ρωσία να ζητήσει τη μεταφορά στρατευμάτων της προς διασφάλιση των εγκαταστάσεων, δηλαδή να οδηγηθούμε στη de facto παρουσία Ρωσικού στρατού σε νατοϊκό κράτος.

Δεν θα πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε τη σημασία του αγωγού Turkstream για την υπονόμευση των συμφερόντων του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. Ο αγωγός μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο στην Τουρκία και μέσω αυτής στην Ευρώπη, σαμποτάροντας τις κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας και τροφοδοτώντας ουσιαστικά τη ρωσική πολεμική μηχανή στο μέτωπο της Ουκρανίας. Η πρόσφατη ανακοίνωση του νέου εμπορικού κόμβου ενέργειας «Turkish Blend», που θα διακινεί φυσικό αέριο από την Τουρκία προς τη Βουλγαρία και την Κεντρική Ευρώπη είναι ακόμα μια απόδειξη εξυπηρέτησης ρωσικών και τουρκικών συμφερόντων εις βάρος των κυρώσεων, αφού η Ρωσία θα συμμετέχει με τουλάχιστον 40% στο διακινούμενο μίγμα.

Επιπροσθέτως, στο πλαίσιο συνοχής και ιδεολογικής κατεύθυνσης μεταξύ των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, η Τουρκία απέχει πολύ από τα ιδανικά της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που πρεσβεύουν τα Δυτικά πρότυπα. Υπό την ομολογουμένως αυταρχική διακυβέρνηση του Ερντογάν, παρατηρείται η καταστολή της αντιπολίτευσης, η καταστολή της ελευθερίας του λόγου, συλλήψεις δημοσιογράφων και η υπονόμευση της δικαστικής ανεξαρτησίας. Μειονότητες και εθνικές ομάδες όπως οι Κούρδοι, οι Έλληνες και οι Αρμένιοι καταπιέζονται συστηματικά, στην προσπάθεια ανάδειξης μιας τουρκικής ταυτότητας ανώτερης των υπολοίπων.

Επομένως, ποιο το στρατηγικό όφελος του ΝΑΤΟ από την Τουρκία; Η προσκόλλησή της στις αρχές της Συμμαχίας είναι μόνο κατ’ όνομα και καιροσκοπική, ενώ η διατήρησή της ως μέλους με σκοπό την αποτροπή της από ενδεχόμενη συστράτευση με αντίπαλο στρατόπεδο κρίνεται εκ των πραγμάτων προβληματική και απρόβλεπτη. Η παρουσία της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ θέτει εν αμφιβόλω την αξιοπιστία ολόκληρης της Συμμαχίας, δημιουργώντας ρήγματα στα θεμέλια του αμυντικού οικοδομήματος. Δεδομένου του ότι το ΝΑΤΟ δεν προβλέπει μηχανισμό για την αποπομπή κράτους-μέλους από τη Συμμαχία, θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στις στρατηγικές κινήσεις των ιθυνόντων ώστε να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη αφοσίωση των μελών της Συμμαχίας στους συλλογικούς στόχους.

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

 

KEDISA--ανάλυση