Christos Ziogas 250

Οι συνέπειες του πολέμου μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς στην περιφερειακή ασφάλεια

Posted on Posted in Αναλύσεις, Μέση Ανατολή, Στρατηγική & Άμυνα

Γράφει ο Δρ. Χρήστος Ζιώγας*, Μέλος Επιστημονικής Επιτροπής ΚΕΔΙΣΑ

 

Το Σάββατο 7 Οκτωβρίου το Ισραήλ δέχθηκε αιφνιδιαστική επίθεση στο έδαφός του από δυνάμεις της παλαιστινιακής οργάνωσης Χαμάς, οι οποίες εξόρμησαν από τη Λωρίδα της Γάζας. Η Χαμάς, η οποία προσδιορίζεται από το Ισραήλ και πολλά κράτη της διεθνούς κοινότητας ως τρομοκρατική οργάνωση, ελέγχει πλήρως τη Γάζα –μια χερσαία λωρίδα που εκτείνεται μεταξύ των συνόρων της Αιγύπτου, του Ισραήλ και της Μεσογείου με μήκος 41 χιλιόμετρα, πλάτος που κυμαίνεται από 6 έως 12 χλμ. και συνολική έκταση 360 τ.χλμ.– όπου διαβιούν 1,5 εκατομμύριο Παλαιστίνιοι. Στην σύντομη ανάλυση, δεν θα επικεντρωθούμε στην ιστορική διάσταση της αντιπαράθεσης Ισραήλ και Παλαιστινίων, αλλά θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τι σήμαινε η εν λόγω στρατιωτικού τύπου επίθεση για την πολιτική εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ και τι ενδεχομένως θα επιφέρει στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Με τον νικηφόρο Πόλεμο των Έξι Ημερών –5 έως 10 Ιουνίου το 1967–  και αναμφίβολα μετά τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ –6 έως 25 Οκτωβρίου το 1973– το Ισραήλ επέλυσε το πρόβλημα επιβίωσής του, όπως αυτό είχε προσδιοριστεί από την πολιτική του ηγεσία μετά την ανεξαρτησία του το 1948. Ιδιαίτερα δε η υπογραφή της Συμφωνίας Ειρήνης στο Camp David –Ηνωμένες Πολιτείες, 17 Σεπτεμβρίου 1978– μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου σήμαινε ότι η χώρα που έως τότε συνιστούσε ζωτικής φύσεως απειλή για το εβραϊκό κράτος, πλέον αναγνώρισε την ύπαρξή του. Σύμφωνα με το Σλόμο Γκαζίτ  –Ισραηλινός στρατιωτικός και ακαδημαϊκός– οι απειλές εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ αναλύονται σε τρεις διαστάσεις, έχοντας τη μορφή τριών ομόκεντρων κύκλων. Ο πρώτος κύκλος αφορά την εσωτερική διάσταση της ασφάλειας εντός του Ισραήλ με ιδιαίτερη έμφαση τη διαμάχη Ισραήλ – Παλαιστινιακής Αρχής ή/και όποιων ομάδων δρουν στο όνομα του παλαιστινιακού λαού. Στο δεύτερο κύκλο εμπίπτουν τα όμορα κράτη: Συρία, Ιορδανία, Λίβανος και Αίγυπτος. Τέλος, ο τρίτος –εξωτερικός– κύκλος προσδιορίζει μία ευρύτερη και μη-συνορεύουσα  περιοχή από την οποία δύναται να προκύψει ή να επιδεινωθεί ένα ζήτημα ασφάλειας  για το Ισραήλ από μη-φιλικές ή δυνητικά εχθρικά προς αυτό χώρες, όπως το Ιράν, το Ιράκ, η Σαουδική Αραβία, η Λιβύη και το Σουδάν. Επομένως το Ισραήλ σχεδιάζει και ενεργεί όσον αφορά την πολιτική εθνικής ασφαλείας, βάσει των τριών αυτών διαστάσεων. Κάθε μία από τις διαστάσεις έχει τη δική της δυναμική και αποτελεί πηγή διαφορετικών, βαθμού και έντασης, απειλών αλλά και είναι αλληλοτροφοδοτούμενες, υπό την έννοια ότι εξελίξεις στον εσωτερικό κύκλο επηρεάζουν τις σχέσεις του Ισραήλ στους εξωτερικούς κύκλους και αντιστρόφως.

Υπό αυτό το πρίσμα γίνονται καλύτερα κατανοητές –πέραν των Αραβοϊσραηλινών Πολέμων– μία σειρά χερσαίων στρατιωτικών επεμβάσεων του Ισραήλ στο Λιβανό και στα εδάφη της Παλαιστινιακής Αρχής, των επιθετικών αεροπορικών επιχειρήσεων στη  Συρία και παλαιότερα  στο Ιράκ και τη Λιβύη καθώς και  η αποφασιστικότητα του να δράσει αν χρειαστεί εναντίον του Ιράν. Σκοπός των εν λόγω δράσεων ή πιθανών δράσεων αποτελεί η αντιμετώπιση των απειλών για την ασφάλεια του Ισραήλ, οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν στους τρεις προαναφερθέντες κύκλους. Επί αυτής της  βάσης αντιλαμβανόμαστε τη στρατηγική στόχευση του Ισραήλ με τις «Συμφωνίες του Αβραάμ» –με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν και το Μαρόκο πριν από 3 χρόνια– ως τη διπλωματική του προσπάθεια να αναπτύξει φιλικές σχέσεις με σημαντικά αραβικά κράτη του τρίτου κύκλου, έτσι ώστε να μην προκύψουν νέες και να περιοριστούν οι υπάρχουσες απειλές.

Ακολούθως, η πολιτική εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ εφαρμόζεται μέσω του αμυντικού του δόγματος, βασιζόμενο στο λεγόμενο «τρίγωνο ασφάλειας» και το οποίο αποτελείται από τρεις θεμελιώδεις αρχές: την «αποτροπή» (deterrence), την «έγκαιρη προειδοποίηση» (early warning) και τη «απόφαση» (decision). Οι τρεις αρχές χρησιμοποιούνται συνδυαστικά έτσι ώστε να υπάρξει αντίδραση στην απειλή  σε όλες της  τις φάσεις, τον σχεδιασμό,  πριν και κατά την εκδήλωσή της και μετά. Από τις σύντομες αναφορές τόσο στην πολιτική εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ, όσο και του αμυντικού δόγματος είναι προφανές πως η επίθεση της Χαμάς σε ισραηλινά εδάφη αποτέλεσε μια αποτυχία –όχι του στρατηγικού σχεδιασμού αλλά της εφαρμογής– της εν λόγω πολιτικής και του αντίστοιχου αμυντικού δόγματος. Η επιθετική ενέργεια προέκυψε στον 1ο κύκλο και σύμφωνα με τις επίσημες ισραηλινές θέσεις με τη συνδρομή του Ιράν το οποίο εμπίπτει στον 3ο και το οποίο συνδέεται με χώρες –Συρία– και μη-κρατικούς δρώντες –Χεζμπολλάχ που δρα στο Λίβανο–  που συνδέονται με το 2ο. Στο επιχειρησιακό επίπεδο οι ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν την εκδήλωση της επιθετικής ενεργείας από τη Χαμάς  –πλην της θαλάσσιας διάστασής της– ενώ ήταν και εξόχως προβληματική η έγκαιρη προειδοποίηση, γεγονός που συνιστά πλήγμα για το γόητρο των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, των δυνάμεων ασφάλειας και των περιβόητων υπηρεσιών πληροφοριών της χώρας.

Το Ισραήλ έχει ήδη ξεκινήσει τις ανταποδοτικές ενέργειες για την επίθεση που δέχθηκε. Ουδείς αμφέβαλε για την ισραηλινή απάντηση, στο βαθμό που υπάρχει η ικανότητα και η βούληση, το ερώτημα που τίθεται αφορά την ένταση και τη χρονική της διάρκεια. Χερσαία επέμβαση των ισραηλινών δυνάμεων στη Γάζα, με σκοπό την πλήρη εξουδετέρωση της Χάμας  δύσκολα δεν θα έχει απώλειες για το στρατιωτικό του προσωπικό και εκατόμβες θυμάτων μεταξύ των Παλαιστινίων· όπως προαναφέραμε σε έκταση 360 τ.χλμ. ζουν περισσότεροι από 1,5 εκατ. Παλαιστινίων. Επίσης μία «σκληρή» αντιμετώπιση του προβλήματος ασφάλειας που προέκυψε στον 1ο κύκλο, ενδέχεται να ανατρέψει στρατηγικούς σχεδιασμούς που άπτονται του 3ου,  με πιο σημαντική την εξομάλυνση των σχέσεων του με την Σαουδική Αραβία. Αν και επιχειρησιακά η απάντηση του Ισραήλ είναι αναμενόμενη και με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας, θα είναι αρκετά δύσκολο να διαχειριστεί διπλωματικά τις επιχειρήσεις του στα παλαιστινιακά εδάφη,  τόσο προς τα αραβικά κράτη που διατηρεί καλές και επιθυμεί να βελτιώσει τις διμερές του σχέσεις, όσο τη Δύση και κυρίως τα ευρωπαϊκά κράτη. Θα πρέπει να καταναλώσει πολύ από το διπλωματικό του κεφάλαιο για να αιτιολογήσει μία παρατεταμένη και ιδιαίτερα σκληρή χερσαία επιχείρηση στη Γάζα και πιθανόν και στη δυτική Όχθη για να εκμηδενίσει στρατιωτικά την Χαμάς. Επομένως οφείλει να διαχειριστεί στρατηγικά και διπλωματικά τις ενέργειες που επιτάσσει ο αντικειμενικός σκοπός εξάλειψης της απειλής που προέρχεται από την Χαμάς και την μακρόχρονη προσπάθειά του να εξομαλύνει τις σχέσεις του με τα ισχυρότερα αραβικά κράτη.

Η νέα ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς προκαλεί εύλογες ανησυχίες για τη σταθερότητα στην περιοχή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατανοούν πως η μερική τους απεμπλοκή από την περιοχή δεν συνιστά εύκολο εγχείρημα · και δεν είναι διόλου βέβαιο πως θα είναι προς όφελος της αμερικανικής ηγεμονίας. Η αναφανδόν αμερικανική στήριξη προς το Ισραήλ σ’ αυτό το στάδιο είναι δεδομένη, εφ’ όσον η σύγκρουση δεν τερματιστεί όμως σε εύλογο χρονικό διάστημα στους δυσαρεστημένους από την αμερικανική στάση λογικά θα βρουν ερείσματα χώρες που αποτελούν ανταγωνιστές, περιφερειακούς ή ευρύτερους, των Ηνωμένων Πολιτείων. Για το κράτος του Ισραήλ οι επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου θα ανατροφοδοτήσουν με νέα ισχυρά «επιχειρήματα» την κυρίαρχη κουλτούρα ασφάλειας που διαπερνά την συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας. Υπό αυτή τη συνθήκη, η ισραηλινή ηγεσία θα επαναπροσδιορίσει τη σχέση μεταξύ συμφέροντος ασφάλειας και οικονομικού συμφέροντος και πιθανότατα θα επανέλθει στην προτέρα κατάσταση, όπου το πρώτο ιεραρχούνταν ως –ασυζητητί–  πιο σημαντικό από το δεύτερο. Για την Τουρκία η νέα σύρραξη συνιστά μία αρνητική εξέλιξη, στο βαθμό που αν επιθυμεί να βελτιώσει τις διμερείς σχέσεις με το Ισραήλ θα πρέπει να εγκαταλείψει τους Παλαιστινίους, αφού σ’ αυτή τη σύγκρουση ρόλοι διαμεσολάβησης δεν φαίνεται να προσφέρονται άμεσα. Αν όμως η Άγκυρα εγκαταλείψει τους Παλαιστινίους, τότε αποδυναμώνεται  δραστικά το μεγαλοϊδεατικό αφήγημα του Ερντογάν στον αραβικό και το μουσουλμανικό κόσμο. Τέλος, για την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία ο εν εξελίξει πόλεμος αυξαίνει  σημαντικά τις απαιτήσεις στρατηγικής αξιοπιστίας στην περιοχή, τόσο από το ίδιο το Ισραήλ, όσο και τις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς και την Γαλλία, εφ’ όσον η ελλειμματική στρατηγική κουλτούρα παραμένει λογικά θα δυσχεραίνει και η προσαρμογή.

*Η παρούσα ανάλυση πρωτοδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της Ελληνικής έκδοσης της HuffPost (10/10/2023)

KEDISA--ανάλυση