Γράφει η Παναγιώτα Νικολαΐδου, Αναλύτρια ΚΕΔΙΣΑ
Η παράδοση στην Ορθόδοξη θεολογία αφορά τις αλήθειες της πίστεως, τις οποίες παρέδωσε ο Χριστός στους Αποστόλους και τις οποίες η Εκκλησία παραδίδει στο σώμα των πιστών της. Από την Ζ” Οικουμενική Σύνοδο έως το Μεγάλο Σχίσμα μεταγενέστερα, στο δυτικό κόσμο, μεταξύ των Ρωμαιοκαθολικών και των Προτεσταντών, η έννοια της παραδόσεως απορρίπτεται από τους Προτεστάντες. Αντιθέτως, η Ορθόδοξη παράδοση εκφράζεται κυρίως μέσα από τις Οικουμενικές Συνόδους ως εμπειρία του σώματος και της ζωής της εκκλησίας, από την Αγία Γραφή και τα κείμενα των Πατέρων. Δεν υφίσταται, δηλαδή, μια τυπική παράδοση μιας διδασκαλίας, αλλά η μετάδοση μιας ολόκληρης ζωής που ανιστά τον νεκρό από την αμαρτία άνθρωπο και τον οδηγεί στην θέωση. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία καθιέρωσε το δόγμα του αλάθητου στο πρόσωπο του Πάπα το οποίο εκφράζεται ex cathedra και δεν αποτελεί μια απλή τοποθέτηση στην Α’ Βατικανή Σύνοδο. Από πλευράς ορθοδόξου οι Οικουμενικές Σύνοδοι είναι η έκφραση της Εκκλησίας, του σώματος των επισκόπων, όπου ο επίσκοπος είναι ο εκπρόσωπος του συνόλου των πιστών της επισκοπής του και του συνοδικού θεσμού πάνω σε ζητήματα που αφορούν την πίστη.
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία του Μεσαίωνα αποτέλεσε έναν στατικό οργανισμό με ένα θεολογικό σύστημα που χαρακτηρίστηκε από νομική ακαμψία και με μια ιεροκρατική εξουσία η οποία κορυφώθηκε με τον συγκεντρωτισμό στο πρόσωπο του πάπα και οδήγησε τον άνθρωπο στην εξάρτηση από μια τυπική θρησκευτικότητα. Η Δυτική Εκκλησία, από ιστορικής απόψεως, ήταν ένας στατικός οργανισμός, αυστηρά καθορισμένος με τύπους και κανόνες. Η μεταρρύθμιση προβάλλει μια διαφορετική έννοια της Εκκλησίας και επικαλούμενη την Αγία Γραφή αναθεωρεί τη δομή που είχε ο Ρωμαιοκαθολικισμός. Κύρια γενική αρχή της Μεταρρύθμισης αποτέλεσε η θεώρηση της εκκλησίας σε μια διαρκή κίνηση και ανανέωση που μεταρρυθμίζει τον τρόπο ζωής και σκέψης. Η Προτεσταντική Εκκλησία, ως ένας διαρκώς μεταρρυθμιζόμενος οργανισμός, είχε στόχο την αποτελεσματική απομάκρυνση των επιθέσεων των πονηρών δυνάμεων, έτσι ώστε το σώμα των πιστών της να βιώσει γνήσια το περιεχόμενο της δογματικής διδασκαλίας. Η πρώτη διαμαρτυρομένη Εκκλησία διασφάλιζε μέσω μιας συνεχούς μεταλλαγής την φρούρηση της αλήθειας, αφού, όπως υποστήριξε «Ecclesia semper reformanda» (δηλαδή η εκκλησία πρέπει πάντοτε να μεταρρυθμίζεται). Η αρχή αυτή του Προτεσταντισμού υπερτονίστηκε επικίνδυνα και δημιούργησε προβλήματα τα οποία εκφράστηκαν με τις διασπαστικές τάσεις του. Οι κοινότητες που εντάσσονται στην παγκόσμια λουθηρανική ομοσπονδία αποδέχονται την εις Χριστόν πίστη και την Αυγουσταία Ομολογία που βασίζεται στη λειτουργική της μαρτυρία (Schleiermacher). Η προτεσταντική προβληματική του Carl Runner θέτει στο επίκεντρο την ασταθή έννοια της ταυτότητας του Προτεσταντισμού επί τη βάσει των κοινωνικών δεδομένων και των ιστορικών συνθηκών στις οποίες υφίστανται η κάθε κοινότητα, αποκτώντας διαφορετική έκφραση, προσδιοριζόμενη από αυτούς τους παράγοντες. Ως αποτέλεσμα, κάθε κοινωνικό ζήτημα μετατρέπεται σε είδος θεολογίας ποικίλων κάθε φορά κοινοτήτων, δημιουργώντας μια πολυμορφία θεολογιών.
Ένα δεύτερο ζήτημα που απασχόλησε τον Προτεσταντισμό ήταν η διαφορά της εκκλησιαστικής από την κοσμική εξουσία, οι οποίες θα πρέπει να διατηρούν στην εκδήλωση τους την αυτονομία. Η αρχή αυτή απασχόλησε τον Λούθηρο, καθώς, η πρώτη διαμαρτυρόμενη Εκκλησία δεν ήταν δυνατό να δεχθεί το σύστημα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Στην Δύση η εκκλησιαστική εξουσία θεωρείται ανώτερη από την κοσμική και διαφοροποιείται από την σχέση των δύο εξουσιών που επικράτησε στο Βυζάντιο. Η εκκλησιαστική εξουσία, ως ανώτερη της κοσμικής, καθιστά τον Πάπα πηγή και των δύο εξουσιών, οι οποίες διαχωρίζονται. Το νομικό πνεύμα που υπήρχε στη Δύση και στη θεολογία του Αυγουστίνου οδήγησε τη σκέψη στην αποδοχή της εκκλησιαστικής εξουσίας χωρίς την χαρισματική και θεραπευτική ιδιότητα που δεν στηρίζεται στο νόμο, αλλά στην αγάπη. Ο Λούθηρος και ο Προτεσταντισμός μεταγενέστερα, διαχωρίζουν την εκκλησιαστική από την κοσμική εξουσία. Στις προτεσταντικές κοινότητες η αρχή αυτή επιβλήθηκε και μετέβαλε ουσιαστικά την κύρια δομή του Ρωμαιοκαθολικισμού. Η νέα εκκλησιαστική οργάνωση των Προτεσταντών δεν συσχετίστηκε με εξωτερικούς τύπους και νόμους, ενώ δόθηκε έμφαση, ως προς την ενότητα τους, στην πίστη και στην ελευθερία. Οι μεταρρυθμιστές Προτεστάντες διατήρησαν το Filioque, ενώ διατηρήθηκε μια συγκεντρωτική, ιεροκρατική και κυριαρχική δομή, η οποία κατέστειλε τον πνευματολογικό χαρακτήρα του.
Παρόλο που η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υιοθετώντας το Filioque υποτιμούσε το Άγιο Πνεύμα, οι μεταρρυθμιστές Προτεστάντες ασχολήθηκαν στη θεολογική τους διδασκαλία και στα κηρύγματα τους με το Άγιο Πνεύμα, σύμφωνα και με την Αγία Γραφή. Έτσι, η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος αγιάζει, δικαιώνει και οδηγεί τον άνθρωπο στη σωτηρία. Οι Προτεστάντες θεωρούν ότι δεν υπάρχουν μεσάζοντες και ιερείς με εξουσία στο λαό. Από πλευράς ορθοδόξου, ο Προτεσταντισμός παρουσιάζει σοβαρά ζητήματα, διότι δεν αποδέχεται την ιστορικότητα της εκκλησίας ως σώμα Χριστού, η οποία στηρίζει την ενότητά της στην ιστορία και την ιεραρχία της. Αντιθέτως, αναδεικνύει την σχέση του ανθρώπου με το Άγιο Πνεύμα συλλογικά και συγκρούεται με την ιστορία, αφού η εκκλησία πρέπει να διαθέτει ιεραρχία, όπως διαθέτει και το κακό, με σκοπό την εξάλειψη του. Στη μετεξέλιξη του Προτεσταντισμού εντάσσεται και η σχετική μετεξέλιξη της αμφισβήτησης της ίδιας της θεότητας του Χριστού, όπου κυριαρχεί η άποψη ότι ο Χριστός είναι ο δάσκαλος, δηλαδή μια νεστοριανική κατανόηση και του ίδιου του Χριστού που αφήνει τη θεότητα στη σφαίρα του μύθου, διακρίνοντας τον Ιησού της πίστεως και τον Ιησού της ιστορίας (Bultmann) και παραμένει στην πραγματικότητα την οποία ζει. Ο Προτεσταντισμός δεν βασίζεται στη μυστηριακή ζωή, αλλά στο λόγο και το κήρυγμα, την προσπάθεια των περιπλανώμενων χριστιανών να ζήσουν ως μάρτυρες του Χριστού εξασφαλίζοντας την έννοια της νομαδικότητας και την κατάθεση μαρτυρίας, η οποία μεταβάλλεται με τις κοινωνικές δομές και τις ποικίλες φιλοσοφικές τάσεις, που αφομοιώνοντάς τες, δημιουργήθηκαν διάφορες θεολογικές εκφράσεις. Για τους Ορθοδόξους, ο Χριστός ανέλαβε την πληρότητα και τελειότητα της ανθρώπινης φύσεως ενυπόστατη στην υπόσταση του Λόγου και όχι κοινωνικό status ή την απελευθέρωση μιας περιθωριοποιημένης ομάδας ανθρώπων.
Ο ατομοκρατικός χαρακτήρας του Προτεσταντισμού επικρατεί σε μεγάλο βαθμό στην θεωρία και στην πράξη. Αν και στις προτεσταντικές κοινότητες υπάρχει η έννοια της Εκκλησίας ως κοινωνίας αδελφών, εντούτοις η επικράτηση της ατομοκρατίας αποδεικνύεται από το ηθικό και πουριτανικό ιδεώδες, την διδασκαλία του απόλυτου προορισμού για την ανθρώπινη σωτηρία, τις διασπαστικές τάσεις του Προτεσταντισμού, και την εμφάνιση του ακραίου προφητισμού που θεωρεί ως κριτήριο αλήθειας την προσωπική σχέση Θεού και ανθρώπου. Η γνώση των διαφοροποιήσεων της πίστης του Προτεστάντη από τον Ρωμαιοκαθολικό και τον Ορθόδοξο είναι σημαντική για την αποφυγή της δημιουργίας ενός μωσαϊκού χριστιανικού τύπου.
Εν τέλει, οι δυτικές παραδόσεις διαφοροποιούνται σε σχέση με την ορθόδοξη παράδοση και εκκλησιολογία, η οποία εκφράζεται στις Οικουμενικές συνόδους και δεν υπόκειται σε χρονικές μεταβολές, ούτε και παρουσιάζει την έννοια της συνεχούς μεταλλαγής του Προτεσταντισμού.
Βιβλιογραφία
- N. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Α”, Εισαγωγή στη θεολογική γνωσιολογία, {Θεολογία και Οικουμένη-1}, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2016.
- – » – , Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’, Έκθεση της ορθόδοξης πίστης σέ αντιπαράθεση με τη δυτική χριστιανοσύνη, {Θεολογία και Οικουμένη-2}, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2018.
- – » – , Δογματική και Συμβολική Θεολογία Γ’, Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία, Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας, {Θεολογία και Οικουμένη -3}, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2016.
- – » – , Ο Προτεσταντισμός, {Θεολογία και Οικουμένη -8}, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2016.
- – » – , Ορθοδοξία και αίρεση στους εκκλησιαστικούς ιστορικούς του Δ’, Ε’, Στ’ αιώνα, {Θεολογία και Οικουμένη-14}, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2017.
- – » – , Το πρόβλημα του κακού, Δοκίμιο πατερικής θεολογίας, {Θεολογία και Οικουμένη-13}, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2017.
- – » – , Ιστορία της Φιλοσοφίας, Αρχαίας Ελληνικής- Βυζαντινής- Δυτικοευρωπαϊκής, Με σύντομη εισαγωγή στη Φιλοσοφία, {Θεολογία και Οικουμένη-6}, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2016.