Γράφει η Σπυριδούλα Καραπαναγιώτη, Διεθνολόγος-Απόφοιτη του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς
Παρά το γεγονός ότι η τρομοκρατία δεν είναι ένα νέο φαινόμενο στην ανθρώπινη ιστορία εν τούτοις εισήλθε εμφατικά στην ζωή των πολιτών του δυτικού κόσμου, κυρίως έπειτα από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της Αλ Κάιντα το 2001 κατά των ΗΠΑ. Έκτοτε καταγράφηκε πληθώρα αναλύσεων γύρω από την ορολογία και τα βαθύτερα αίτια της τρομοκρατικής δράσης καθώς επίσης και της έννοιας της ασφάλειας. Τι σημαίνει, πως επιβάλλεται, πως διατηρείται και ποια είναι τα όρια της;
Σήμερα, εν έτει 2016 το τοπίο της ασφάλειας και η στάση κατά της τρομοκρατίας, συνάμα με το ευρύ γεωπολιτικό τοπίο, αλλάζουν στην Ευρώπη αλλά και στην περιφέρεια της ηπείρου, τόσο στο ημι-ομοσπονδιακό επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και διακρατικά. Πολλοί υποστηρίζουν πως τα αντιτρομοκρατικά μέσα και μέτρα είναι κατά βάση προβλεπόμενα, εν αντιθέσει με την τρομοκρατική δραστηριότητα που είναι στην βάση της φαινομενικά τουλάχιστον απρόβλεπτη. Είναι όμως πραγματικά αυτός ο λόγος των τρομοκρατικών επιθέσεων και του ότι δεν προλαμβάνονται εγκαίρως ή είναι άλλη η αιτία όλων όσων αντιμετωπίζει η σύγχρονη κοινωνία; Αυτό είναι ένα ερώτημα που θα πάρει καιρό να απαντηθεί και ίσως να μην απαντηθεί ικανοποιητικά ποτέ. Η μελέτη ωστόσο των ακραίων αυτών περιστατικών αποτελεί το κυριότερο εργαλείο και πυρήνα για την άμυνα και την ειρηνική αντιμετώπιση και την διατήρηση του διακρατικού συστήματος και της ευάλωτης ισορροπίας ισχύος πάνω στην οποία στηρίζεται.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ύστερα από τις αλλεπάλληλες τρομοκρατικές επιθέσεις επί ευρωπαϊκού εδάφους βρίσκεται κλονισμένη. Το Brexit προβληματίζει έντονα πολιτικούς και πολίτες. Το Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ) κατέχει έναν αξιοσέβαστο σε μέγεθος στρατό, με τον μεγαλύτερο αμυντικό προϋπολογισμό εντός της Ένωσης, αλλά και με ενεργή στάση και άποψη έναντι του οργανωμένου εγκλήματος αλλά και της τρομοκρατίας. Από την άλλη, τα συνεχιζόμενα τρομοκρατικά πλήγματα που δέχεται η ήδη κλονισμένη Γαλλία από το Νοέμβρη του 2015, καθιστούν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ευάλωτο. Γιατί όμως η Γαλλία αποτελεί στόχαστρο; Και πιο συγκεκριμένα, γιατί η Νίκαια αποτέλεσε στόχο του Ισλαμικού Κράτους στην τελευταία τρομοκρατική επίθεση που δέχτηκε η χώρα;
Έπειτα από το τρομοκρατικό χτύπημα τον Γενάρη του 2015 στο Charlie Hebdo και την πολλαπλή επίθεση στο Παρίσι τον Νοέμβριο του ιδίου έτους, οι γαλλικές αρχές έκριναν την χώρα σε κατάσταση «εκτάκτου ανάγκης». Με την ανασφάλεια στην Ευρώπη έπειτα και από το χτύπημα στο γειτονικό Βέλγιο, στην πόλη των Βρυξελλών και το Euro να πλησιάζει, η προσοχή των υπηρεσιών πληροφοριών και των δυνάμενων της αστυνομίας και της αντιτρομοκρατικής, ήταν συγκεντρωμένη στην ομαλή διεξαγωγή των αγώνων, καθώς ήταν σύμφωνα με εκτιμήσεις, αρκετά πιθανή μια επίθεση κατά την διάρκεια της ευρωπαϊκής αθλητικής διοργάνωσης. Οι γαλλικές αρχές είχαν επιστρατεύσει περί τις 90.000 προσωπικό ασφαλείας, ώστε να βρίσκεται σε ετοιμότητα να αντιμετωπίσει κάθε ενδεχόμενο, σε δέκα αγωνιστικούς χώρους σε όλη την γαλλική επικράτεια. Με το επιτυχές πέρας των αγώνων στην χώρα, η Γαλλία ούσα μόλις δύο εβδομάδες πριν την λήξη της κατάστασης «εκτάκτου ανάγκης» βρέθηκε για ακόμα μια φορά αντιμέτωπη με μια τρομοκρατική ενέργεια που στέρησε την ζωή σε πολλούς άμαχους πολίτες.
Αργά το βράδυ της 14ης Ιουλίου και εν μέσω εθνικού εορτασμού, η Νίκαια έγινε η επόμενη γαλλική πόλη – θύμα, τρομοκρατικής επίθεσης. Οι αυτόπτεις μάρτυρες αναφέρουν, πως ένα λευκό φορτηγό, μικρού μεγέθους, κινήθηκε προς τον άμαχο πληθυσμό που βρισκόταν στους δρόμους για να τιμήσουν την γαλλική εορτή, παρασύροντας και στερώντας στην ζωή σε δεκάδες ανθρώπους και τραυματίζοντας ακόμα περισσότερους. Το εν λόγω χτύπημα, εκτός από τον τραγικό του χαρακτήρα για την Γαλλία αλλά και την ανθρωπότητα, υπενθύμισε για ακόμα μια φορά το μεγάλο ποσοστό Γάλλων πολιτών οι οποίοι εθελοντικά έχουν ενταχθεί στον ιερό πόλεμο που έχει κηρύξει το Ισλαμικό Κράτος κατά της Δύσης.
Όπως στις περισσότερες μεγάλες πόλεις της Γαλλίας, έτσι και στην Νίκαια, υπάρχει έντονη παρουσία μουσουλμανικών κοινοτήτων. Πολλά νέα παιδιά των εν λόγω κοινωνικών ομάδων, βρίσκονται στο στόχαστρο του προσηλυτισμού και μάλιστα σύμφωνα με τις γαλλικές υπηρεσίες πληροφοριών, πολλοί νέοι κυρίως έχουν εγκαταλείψει την χώρα προκειμένου να αφιερώσουν την ζωή τους στην Τζιχάντ. Αναφέροντας αριθμούς, μόλις για το τρέχον έτος, 55 άτομα είναι γνωστά πως έχουν επιβιβαστεί σε πτήσεις με προορισμό την Συρία και το Ιράκ, με απώτερο σκοπό να γίνουν ενεργά μέλη του Ισλαμικού Κράτους και να προωθήσουν την επιθετική του πολιτική, στηριζόμενοι στην ιδέα και την ελπίδα της ανάδυσης ενός Χαλιφάτου, ελεύθερου από την επιρροή της Δύσης. Οι εγχώριες υπηρεσίες, αντιμετωπίζουν μεγάλη δυσκολία να εντοπίσουν όλους τους μαχητές που έφυγαν αλλά και που μεταγενέστερα επέστρεψαν στην χώρα, πόσο μάλλον τους ευρύτερους υποστηρικτές του κινήματος, που ενισχύουν την φονταμενταλιστική ιδεολογία του Ισλαμικού Κράτους, είτε μέσα στα σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας, είτε στο διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η επίθεση στην Νίκαια, ανέδειξε για μία φορά ακόμα στους Γάλλους αλλά και ευρωπαίους αξιωματούχους που είναι υπεύθυνοι για θέματα ασφαλείας, πως ακόμα κι ένας μεμονωμένος άνθρωπος ο οποίος προτίθεται να δώσει την ζωή του σε έναν εξτρεμιστικό σκοπό, μπορεί να επιφέρει τον θάνατο και τον πανικό σε μεγάλη μερίδα πληθυσμού, αφαιρώντας μαζί με την δική του, πολλές ακόμα ζωές. Επιπρόσθετα, ακόμα και με τα εξελιγμένα ηλεκτρονικά μέσα που διαθέτουν οι υπηρεσίες πληροφοριών και με τα συστήματα παρακολούθησης που κατέχουν εντός των επιτρεπόμενων ορίων, φαντάζει αδύνατο να μπορούν να αντιληφθούν τις εξτρεμιστικές τάσεις ενός πιθανού θύτη και να δράσουν προτού λάβει χώρα η επίθεση. Με τον τρόπο αυτό, η ανασφάλεια ενισχύεται στην κοινή γνώμη, η οποία νιώθει όλο και πιο ευάλωτη μετά από κάθε επίθεση. Αντίστοιχα αισθήματα προκαλούνται και στις ηγεσίες και τα μέλη τους.
Είναι αξιοσημείωτο πως μετά την επίθεση στην τουριστική Νίκαια, έγινε πραγματικότητα εντός ευρωπαϊκού εδάφους για πρώτη φορά το κάλεσμα των κηρύκων της Τζιχάντ, σε πόλεμο με οποιοδήποτε μέσο και όποια δυνατή προσβολή του «εχθρού». Μελετώντας και εμβαθύνοντας σε προηγούμενες τρομοκρατικές επιθέσεις, γίνεται αντιληπτό ένα έμμεσο μοτίβο, καθώς κάθε επίθεση περιλάμβανε όπλα ή / και εκρηκτικούς μηχανισμούς. Αυτή την φορά, η θέληση και πίστη ενός ανθρώπου στην τρομοκρατική αυτή οργάνωση, μετέτρεψε ένα επιβατηγό όχημα σε όπλο ως μέσω επίτευξης του απώτερου σκοπού. Η κοινωνική αλλά και ψυχολογική σκοπιά, αναδεικνύεται σε ένα ακόμη πιο κομβικό δεδομένο ανάλυσης σε σχέση με πριν, το οποίο οι αξιωματούχοι και οργανωτές των αντιτρομοκρατικών σχεδίων οφείλουν εφεξής να λαμβάνουν σημαντικά υπόψιν κατά την χάραξη αυτών.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις δυστυχώς φαίνεται να γίνονται η νέα πραγματικότητα τόσο των Γάλλων, όσο και των Ευρωπαίων. Με συνεχόμενα κρούσματα, όπως αυτό στο γερμανικό επιβατηγό τρένο, αλλά και το πιο πρόσφατο στην καρδιά του Μονάχου. Οι πολίτες και ηγεσίες βρίσκονται σε αναστάτωση και ένα κλίμα ανασφάλειας είναι διάσπαρτο στα μέσα ενημέρωσης. Οι δρώντες στο ευρωπαϊκό και διεθνές σύστημα πληθαίνουν, τα κίνητρα διαφέρουν όπως και οι απώτεροι σκοποί του κάθε παίκτη. Αυτό γίνεται αντιληπτό πολυεπίπεδα και όχι μόνο στον τομέα της τρομοκρατίας. Το κυρίαρχο κράτος βρίσκεται σε επίθεση, αντιστοίχως και το ημι-ομοσπονδιακό ευρωπαϊκό εγχείρημα και η ισορροπία ισχύος μεταβάλλεται καθώς γίνεται όλο και πιο ρευστή.
ΠΗΓΕΣ
http://www.economist.com/news/europe/21702282-idyllic-mediterranean-beach-town-has-severe-problem-islamist-radicalisation-why
http://tass.ru/en/politics/888517
http://www.wsj.com/articles/french-prosecutor-recommends-charges-against-five-detained-after-attack-in-nice-1469083873