Γράφει ο Ανδρέας Μπισιώτης, Δόκιμος Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ
Οι αγγλογερμανικές σχέσεις και ο ρόλος της Γαλλίας
Ο ναυτικός ανταγωνισμός της Αγγλίας με την Γερμανία, που είχε ενταθεί μετά το 1904, καθώς και οι ατελέσφορες διαπραγματεύσεις τους, όξυναν τις σχέσεις των δύο χωρών. Η Αγγλία πίστευε πως η Γερμανία απειλούσε ανοιχτά την κυριαρχία της στη θάλασσα, ενώ η Γερμανία θεωρούσε ότι η Αγγλία ακολουθούσε, με τη βοήθεια της Γαλλίας και της Ρωσίας το κυκλωτικό εγχείρημα. Παρόλες τις έντονες διαπραγματεύσεις κατά το 1912, ο ναυτικός ανταγωνισμός οξύνθηκε, ενώ η απόρριψη της πρότασης για υπογραφή συμφώνου μη επίθεσης ανάμεσα στα δύο κράτη ανακούφισε την Γαλλία, που υποστήριζε ότι αυτό θα καθιστούσε παραβίαση της Εγκάρδιας Συνεννόησης(Αντάντ) και θα επεδίωκε να συνάψει στενότερες σχέσεις με την Αγγλία στο εγγύς μέλλον. Η Αγγλία κατάλαβε ότι έπρεπε να ενισχύσει το στόλο της στον Βορρά όμως θα έπρεπε να διασφαλίσει και τα κεκτημένα της στη Μεσόγειο. Αυτό τον ρόλο θα αναλάμβανε η Γαλλία, όσον αφορά τουλάχιστον τον ιταλικό και τον αυστροουγγρικό στόλο. Έτσι η Γαλλία βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία για την ενίσχυση της πολιτικής υπόστασης της Αντάντ, ζητώντας έγγραφη αποσαφήνιση των υποχρεώσεων που συνεπάγονταν από την συνεργασία με την Αγγλία, η οποία έγινε δεκτή.
Η συνεργασία των μελών της Αντάντ
Όσον αφορά τις σχέσεις Γαλλίας-Ρωσίας, αυτές εκτείνονται σε στενή συνεργασία στις χερσαίες και στις θαλάσσιες επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικό είναι η πρόθεση της Γαλλίας για χορήγηση δανείου στη Ρωσία για την επέκταση του σιδηροδρομικού της δικτύου, σε μια προσπάθεια ενδυνάμωσης της συνεργασίας τους.
Από την άλλη, τα πράγματα ήταν δυσκολότερα στις σχέσεις Αγγλίας-Ρωσίας. Η Αγγλία δεν διαπραγματευόταν με τίποτα την ναυτική της κυριαρχία και το μόνο που δεχόταν ήταν η σύναψη μιας ναυτικής συμμαχίας αντίστοιχη με αυτή που είχε με τη Γαλλία. Έτσι, μέχρι τον Ιούνιο του 1914, οι δύο χώρες δεν είχαν καταλήξει σε μια συμφωνία.
Η Τριπλή Συμμαχία
Οι Ιταλοί, βλέποντας ότι το πολεμικό εγχείρημα στην Τριπολίτιδα (σημερινή Λιβύη) μπορούσε να διαρκέσει πολύ, ζητούσαν την ανανέωση της Τριπλής Συμμαχίας (Ιταλία, Γερμανία, Αυστροουγγαρία) ήδη από το 1911, παρόλο που αυτή είχε ισχύ μέχρι το 1914. Η Γερμανία αποδέχθηκε το αίτημα, θεωρώντας ότι η κυριαρχία της Ιταλίας στην περιοχή αυτή θα την αποπροσανατόλιζε από τις βλέψεις της στην Αδριατική και την Αφρική. Στην ανανέωση της Τριπλής Συμμαχίας έπαιξε ρόλο και η έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Το ενδεχόμενο εξόδου της Σερβίας στην Αδριατική περιόρισε τις απαιτήσεις Ιταλίας-Αυστροουγγαρίας και έτσι η συμμαχία ανανεώθηκε τον Δεκέμβριο του 1912. Την ανανέωση ακολούθησαν η συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ Γερμανίας και Αυστροουγγαρίας και η υπόσχεση της Ιταλίας για παροχή στρατιωτικής βοήθειας στη Γερμανία σε περίπτωση πολέμου.
Προς μια πολιτική κατευνασμού και πίσω πάλι
Ενώ η ένταση στην πολιτική ατμόσφαιρα της Ευρώπης, μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων δεν έδειχνε σημεία υποχωρήσεως, η χειρονομία καλής θελήσεως της Αγγλίας να αναθερμάνει το ξεχασμένο αγγλογερμανικό σύμφωνο του 1898, σύμφωνα με το οποίο οι δύο χώρες μοιράζονται τις πορτογαλικές αποικίες, έδειχνε σαν να υπήρχε διάθεση για αποκλιμάκωση της κατάστασης. Στην πεποίθηση αυτή ήρθε να προστεθεί και η σιδηροδρομική συμφωνία Γερμανίας-Γαλλίας και Γερμανίας-Αγγλίας για την Βαγδάτη. Παρόλα αυτά, οι κατευναστικές αυτές ενέργειες δεν στάθηκαν ικανές να εξαλείψουν τις εντάσεις που είχαν συσσωρευθεί. Ορισμένα επεισόδια πυροδότησαν και πάλι την κατάσταση. Η πρόταση του Γερμανού πρέσβη στο Λονδίνο Λιχνόβσκυ, πως για την ανακοπή της σύγκρουσης θα έπρεπε η Γερμανία να θυσιάσει την Αυστροουγγαρία και να συνεργαστεί με την Αγγλία, απορρίφθηκε. Οι κυβερνήσεις πλέον άκουγαν τους στρατηγούς αντί για τους διπλωμάτες.
Φονικό στο Σαράγιεβο
Η ατυχής συγκυρία
Η Κυριακή 28 Ιουνίου του 1914 ήταν μία άτυχη μέρα για να επισκεφτεί ο Αρχιδούκας και διάδοχος του Αυστριακού θρόνου Φραγκίσκος Φερδινάνδος μαζί με τη γυναίκα του Σοφί το Σαράγιεβο, την πρωτεύουσα της Βοσνίας Ερζεγοβίνης. Ήταν η εορτή του Αγίου Βίτου, η ίδια ημέρα που το μακρινό 1389 οι οθωμανικές δυνάμεις είχαν εξολοθρεύσει τον σερβικό στρατό στο Κοσσυφοπέδιο και είχαν ολοκληρώσει το σχέδιό τους για ένταξη του τμήματος που είχε απομείνει στη Σερβία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι εορτές τη συγκεκριμένη μέρα επρόκειτο να ήταν πολύ έντονες, καθώς ήταν η πρώτη γιορτή του Αγίου Βίτου από τότε που απελευθερώθηκε το Κόσσοβο, με το τέλος του Β’ Βαλκανικού Πολέμου. Η έλευση του Δούκα τη συγκεκριμένη ημέρα θεωρήθηκε προσβολή από τους Σέρβους εθνικιστές.
Η δολοφονία
Το πρωί της 28ης Ιουνίου το ζεύγος ξεκινά από το Ίλιτζε με το τρένο με προορισμό το Σαράγεβο. Τα επίσημα μέτρα ασφαλείας ήταν πολύ χαλαρά παρά τις προειδοποιήσεις για πιθανή τρομοκρατική ενέργεια, ενώ και οι ίδιοι οι Δούκες έδειχναν μεγάλη αμέλεια για την ασφάλειά τους, περνώντας με ανοιχτό αμάξι μέσα από χιλιάδες κόσμου, παρόλο που και οι ίδιοι ήταν ενημερωμένοι για την κατάσταση. Φτάνοντας στο κέντρο της πόλης, ανάμεσα στο πλήθος υπήρχαν ειδικά εκπαιδευμένοι τρομοκράτες, έτοιμοι για κάθε πιθανό σενάριο. Η πρώτη απόπειρα δολοφονίας του Φερδινάνδου απέτυχε, με την βόμβα να τραυματίζει άτομα από το προσωπικό του και ελαφρά την γυναίκα του, όχι όμως τον ίδιο. Παρόλα αυτά, ο Δούκας αποφάσισε να συνεχιστεί η πομπή του προς το δημαρχιακό μέγαρο, η οποία έφτασε εκεί χωρίς άλλα προβλήματα. Μετά την συνάντηση με τον δήμαρχο της πόλης, ο Δούκας θέλησε να πάει στο νοσοκομείο να δει τους τραυματίες. Η αυτοκινητοπομπή ήταν προγραμματισμένη να αλλάξει διαδρομή, όμως ο οδηγός ξεχάστηκε και έστριψε από τον ίδιο δρόμο. Το αυτοκίνητο σταμάτησε προκειμένου να τσουλήσει προς τα πίσω (δεν υπήρχε τότε η όπισθεν) και έτσι ο νεαρός Σέρβος εθνικιστής Γκαβρίλο Πρίντσιπ βρήκε τη στιγμή που περίμενε. Με δύο σφαίρες, μία στον καθένα, ο Δούκας και η Δούκισσα ήταν νεκροί. Το Νοσοκομείο απλά επιβεβαίωσε τον θάνατό τους.
Οι αντιδράσεις από το εξωτερικό
Η είδηση των θανάτων διαδόθηκε ταχύτατα σε όλη την Ευρώπη, με τα συναισθήματα των Ευρωπαίων να είναι ανάμεικτα. Αυτό που υποστηρίχθηκε, καθώς βόλευε την Αντάντ, ήταν πως τον Φερδινάνδο τον σκότωσαν αγανακτισμένοι συμπατριώτες του και όχι εθνικιστές Σέρβοι, και αν ακόμη τον σκότωσαν αυτοί, η Αυστροουγγαρία δεν έχει κανένα δικαίωμα για αντίποινα στη Σερβία, καθώς δεν είναι υπεύθυνη για πράξεις ιδιωτών σε έδαφος τρίτου κράτους. Κατά τη διάρκεια όμως του ταξιδιού του Κόμη Χόυο στο Βερολίνο τα πράγματα άλλαξαν, με την Γερμανία να θεωρεί ανοησίες τους ισχυρισμούς της Αντάντ και να υποστηρίζει πως η Αυστρία οφείλει να απαντήσει στη Σερβία. Μετά το ταξίδι του Κόμη, η απόφαση της Αυστρίας για στρατιωτική επίλυση με της Σερβία είχε ληφθεί. Η αντίδραση της άλλης πλευράς ήταν η συνάντηση στη Μόσχα αντιπροσωπειών Γαλλίας-Ρωσίας, όπου συμφωνήθηκε η πολιτική της σθεναρής αντίστασης σε οποιοδήποτε αυστριακό μέτρο κατά της Σερβίας. Στις 23 Ιουλίου η Αυστρία παραδίδει στην Σερβία τελεσίγραφο, το οποίο πιο πολύ είχε σκοπό να περιοριστεί ο σερβικός αλυτρωτισμός παρά να διασωθεί η ειρήνη. Η Σερβία είχε 48 ώρες να απαντήσει αλλιώς η Αυστροουγγαρία θα διέκοπτε κάθε διπλωματική σχέση μαζί της. Με την αμέριστη συμπαράσταση της Ρωσίας, η Σερβία προσπάθησε να απαντήσει διπλωματικά, ώστε να δείχνει ότι συμμορφώνεται με αρκετές από τις αξιώσεις της Αυστροουγγαρίας, όμως η απάντησή της δεν έγινε αποδεκτή. Ο κύβος είχε ριφθεί.
Οι τελευταίες μέρες
Το πρωί της 28ης Ιουλίου 1914 ο αυτοκράτορας της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκος Ιωσήφ κήρυξε επίσημα τον πόλεμο στη Σερβία. Το Βελιγράδι ήταν ήδη έτοιμο και όλοι οι άνδρες είχαν επιστρατευτεί. Η Ρωσία τηρεί την υπόσχεσή της και την επόμενη μέρα κηρύσσει μερική επιστράτευση, η οποία μετατράπηκε σε γενική δύο μέρες αργότερα. Η στάση της Γερμανίας μέχρι τα μέσα του Ιουλίου ήταν η λογική του τοπικού περιορισμού, καθώς πίστευε ότι η Σερβία εν τέλει θα υποχωρούσε. Με το που κήρυξε όμως επιστράτευση η Ρωσία, αμέσως κήρυξε και η ίδια, αναμένοντας από τη Ρωσία να αναθεωρήσει. Όταν αυτό δεν έγινε, της κήρυξε και επίσημα τον πόλεμο, την 1η Αυγούστου 1914. Στη συνέχεια, στη λογική της ηπειρωτικής ασφάλειας, η Βρετανία υποστήριξε την Ρωσία. Με την μία επιστράτευση να διαδέχεται την άλλη, είναι φανερό πως ο καιρός της διπλωματίας είχε τελειώσει.
Βιβλιογραφία
- Χριστοδουλίδη Θ. «Διπλωματική ιστορία τριών αιώνων», τόμος δεύτερος, εκδόσεις Σιδέρης, 2004
- Clark C. «Οι υπνοβάτες: πως η Ευρώπη πήγε στον πόλεμο του 1914», εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2014