Γράφει ο Γιάννης Νάκος, Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος
Βρισκόμαστε λίγες ημέρες μετά την πάροδο του καλοκαιριού, και εν μέσω της επαναφοράς της συζήτησης για το ελληνικό πρόγραμμα και της επιστροφής της τρόικας στη Ελλάδα, έκρινα χρήσιμο να θίξω με το σημερινό μου άρθρο ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα.
Ο λόγος για το προσφυγικό θέμα, το οποίο αναμένεται να απασχολήσει την εγχώρια αλλά και διεθνή σκακιέρα και αυτόν τον «ζεστό» πολιτικά χειμώνα. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, ουδείς γνωρίζει ποια θα είναι η τελική έκβαση και οριστική επίλυση του προβλήματος, γεγονός που πρέπει να μας κρατάει σε εγρήγορση και συνεχή επιφυλακή.
Από την ελληνική πλευρά, δυστυχώς, για ακόμη μια φορά, κατά την διάρκεια της θερινής περιόδου δεν παρατηρήθηκε κάποια σημαντική βελτίωση της διπλωματικής μας θέσης με τον κύριο αντίπαλο διεθνή δρώντα την Τουρκία, παρά μονό μια «χλιαρή» συνάντηση μεταξύ του κ. Κοτζιά και του Τούρκου ομολόγου του, η οποία θεωρώ πως έγινε για εθιμοτυπικούς λόγους και κυρίως στο πνεύμα ανταλλαγής απόψεων για το Κυπριακό. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει την άποψη μου ότι τα τελευταία χρόνια η ελληνική διπλωματία βρίσκεται σε τραγικά επίπεδα και πως διάσπαρτες κινήσεις και εγχειρήματα φιλελλήνων είτε επιχειρηματιών είτε πρεσβευτών της ελληνικής πραγματικότητας δεν είναι αρκετά για να μπορέσουν να ισχυροποιήσουν την θέση μας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Αρκετά, όμως, με τις διαπιστώσεις, καθώς νομίζω πρέπει να εισέλθουμε και στην ουσία του ζητήματος που δεν είναι άλλη από τις «κενές» διαπραγματεύσεις και φυσικά τις «μελλοντικές δεσμεύσεις» μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και της Τουρκίας.
«Η συμφωνία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας»
Κατά την διάρκεια του έτους, και υπό την κορύφωση του δράματος στις ελληνικές ακτές, επιτέλους η ΕΕ κοίταξε στα μάτια το πρόβλημα με τα οποία αρνητικά ή μη εκείνο εμπεριέχει για την ίδια. Φυσικά αναφέρομαι στις εκδηλώσεις φόβου (δικαιολογημένου), μίσους, και άγνοιας για το λεπτό αυτό ζήτημα, ζήτημα που όπως απέδειξαν οι εξελίξεις δεν αντιμετωπίστηκε εξ αρχής αλλά και μετέπειτα με την πρέπουσα σημασία που αρμόζει σε τέτοια θέματα.
Η συμφωνία με την Τουρκία, έγινε στο πλαίσιο μίας ανταλλαγής η οποία, κατά την άποψη μου, βρήκε την Ευρώπη εκτεθειμένη, απροετοίμαστη και φυσικά σε μειονεκτική θέση. Και εξηγούμαι• εάν η συμφωνία προέβλεπε την ικανοποίηση των 72 σημείων-όρων που έθεταν ως ευρωπαϊκό δεδομένο για μια μελλοντική είσοδο της Τουρκίας στην ΕΕ, με όρους ευνοϊκούς και για τα δύο μέρη, τότε φυσικά θα είχαμε μια συμφωνία μεταξύ κυρίων, μια συμφωνία «win win».
Αντ’ αυτού, είδαμε μια Ευρώπη σε πανικό, τρομαγμένη από τις διαστάσεις του προβλήματος, και παραδομένη στις «διαχρονικές ορέξεις» της Άγκυρας.
«Η κατάργηση της βίζας, και οι ενστάσεις της Κύπρου»
Μέσα στο γενικότερο κλίμα της αβεβαιότητας, δόθηκαν εχέγγυα από την Τουρκία, πως σεβόμενη τις ενστάσεις της Κύπρου σχετικά με την ενταξιακή της πορεία, θα σεβαστεί και με καλή τη πίστη θα εφαρμόσει την συμφωνία της με την Ευρώπη και θα δέχεται έναν συγκεκριμένο αριθμό προσφύγων στην επικράτεια της.
Όμως, δεν θα πρέπει να εφησυχάσει η γειτονική χώρα μόνο και μόνο, επειδή κατά την δεδομένη χρονικά συγκυρία φαίνεται να έχει το πάνω χέρι. Οι πολιτικοί χρόνοι αλλάζουν και μαζί τους και οι συσχετισμοί δυνάμεων αλλά και οι εφικτές επιλογές.
Κάτι τέτοιο θα πρέπει να έχει στο μυαλό της η Τουρκία εάν θέλει να έχει θέση στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Βέβαια, θα πρέπει να προβεί σε γενναίες αλλαγές στην εξωτερική της πολιτική, όπως η δυνατότητα συμμετοχής και αναγνώρισης των κυπριακών πλοίων στα δικά της λιμάνια, η αναγνώρισης της Κυπριακής δημοκρατίας και μία πλειάδα άλλων θεμάτων.
Υπό αυτό το πρίσμα, θα πρέπει να συζητηθεί και από την πλευρά της ευρωπαϊκής ένωσης μια δυνατότητα ελάφρυνσης των όρων σχετικά με το ζήτημα της βίζας των Τούρκων πολιτών.
«Πολιτική ενιαίας ταχύτητας από Ελλάδα-Κύπρο»
Κατά την προσωπική μου άποψη, αλλά θεωρώ και αρκετών, η Ελληνική και η Κυπριακή εξωτερική πολιτική θα πρέπει να είναι ταυτόσημη στο ζήτημα του προσφυγικού, καθώς οι οποίες επιδιώξεις της Τουρκίας θα πρέπει να βρίσκονται πάντοτε σε συνάρτηση με τα τις θέσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς, πλευρά η οποία στηρίζεται μέχρι και σήμερα στους κανόνες του διεθνούς δικαίου και του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
«Ποτέ ξανά εκτεθειμένοι»
Νομίζω ο τίτλος της παραγράφου, δεν χωράει πολλά λόγια και επεξηγήσεις. Τα πράγματα είναι απλά και ξάστερα• δεν θα πρέπει από τούδε και στο εξής η ΕΕ να βρεθεί σε δυσμενή θέση, σε οποιοδήποτε ζήτημα άπτεται των αρμοδιοτήτων της και αυτό προέχει να προβλεφθεί, διότι όπως πολύ σωστά μου είχε επισημάνει ένας καθηγητής μου στις διεθνείς σχέσεις: «Ο απεγνωσμένος άνθρωπος κάνει απεγνωσμένες κινήσεις».
Το παρόν άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο rizopoulospost.com