Γράφει ο Niko Costantino, Κύριος Ερευνητής ΚΕΔΙΣΑ
Στις αρχές Ιουνίου 2018 ορκίστηκε η 65 η κυβέρνηση της Ιταλίας στη μεταπολεμική περίοδο. Πρωθυπουργός της νέας κυβέρνησης ορίστηκε ο Giuseppe Conte, ο οποίος δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός, παρουσιάζει, ωστόσο, ένα αξιοζήλευτο βιογραφικό, ως καθηγητής νομικής και δημόσιας
διοίκησης σε ιταλικά πανεπιστήμια. Χρειάστηκαν 89 ημέρες για να σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση στην Ιταλία, και αυτό αποτελεί νέο εθνικό ρεκόρ στην σύγχρονη ιστορία της χώρας. Ο Conte δήλωσε ότι είναι «υπερασπιστής του λαού».
Ο Conte είναι ο τέταρτος πρωθυπουργός της Ιταλίας που δεν εξελέγη άμεσα από τους Ιταλούς ψηφοφόρους, αλλά ο διορισμός του αποτέλεσε αντικείμενο συμφωνίας των πολιτικών κομμάτων Lega και το Κίνημα Πέντε Αστέρων-Movimento Cinque Stelle (M5S), που στηρίζουν την νέα κυβέρνηση.
Χρειάστηκαν τρεις μήνες για να σχηματιστεί η νέα ιταλική κυβέρνηση, που προέκυψε από τις εθνικές εκλογές της 4ης Μαρτίου, στις οποίες πρώτο κόμμα αναδείχτηκε το M5S με ποσοστό 32%, ενώ η Lega αποτέλεσε την έκπληξη λαμβάνοντας την τρίτη θέση στο 17%. Το M5S οφείλει την μεγάλη του πολιτική και κοινωνική απήχηση (ειδικά στους νέους) στην υιοθέτηση μίας πολύ πετυχημένης επικοινωνιακής στρατηγικής, που χρησιμοποίησε ως βασικό της
όπλο το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Την επικοινωνιακή στρατηγική του MS5 ανέλαβε η εταιρία Casaleggio Associati, η οποία έχει μεγάλη εμπειρία σε θέματα πολιτικής επικοινωνίας, ιδρυτής της οποίας ήταν ο Gianroberto Casaleggio, ο οποίος ήταν και εκ των συνιδρυτών του M5S.
Η Lega, μέχρι λίγους μήνες πριν τις εκλογές ονομαζόταν Lega Nord (Λίγκα Βορρά), και από την ίδρυση της αποσκοπούσε στην προστασία του πλουσιότερου βόρειου τμήματος της Ιταλίας από την “εισβολή” εργατικού δυναμικού από τη νότια Ιταλία.
Οι ηγέτες του κινήματος 5 Stelle και της Lega,Luigi Di Maio και Matteo Salvini αντίστοιχα, σε αυτούς τους μήνες των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης, συμφώνησαν να μην προτείνουν τους εαυτούς τους για τη θέση του πρωθυπουργού. Τελικά, ο μεν πρώτος έγινε υπουργός οικονομικής ανάπτυξης, ο δε δεύτερος υπουργός εσωτερικών. Οι δύο νικητές των εκλογών σχημάτισαν μια κυβέρνηση συνασπισμού που έχει ως ύψιστη προτεραιότητα τις ανάγκες του “λαού”, δηλαδή τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης, τον καθορισμό κατώτατου μισθού και “εισοδήματος ιθαγένειας” και μια μεγαλύτερη τοπική εκπροσώπηση στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Το πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης με την επωνυμία «Κυβερνητικό Συμβόλαιο», τέθηκε υπόψη των Ιταλών πολιτών στο διαδίκτυο. Η ψηφοφορία διεξήχθη ηλεκτρονικά στο site του M5S και στις πλατείες της Ιταλίας μέσω ειδικών περιπτέρων και κέρδισε (όπως αναμενόταν) με ποσοστό 93%. Μια πρωτοβουλία η οποία, παρεμπιπτόντως, θύμιζε εκείνη του Μπερλουσκόνι το 2001. Τότε ονομαζόταν «Συμβόλαιο με τους Ιταλούς», βάση της οποίας θα κυβερνούσε. Ένα μοτίβο που και πάλι επανέλαβε ο Μπερλουσκόνι για τις εκλογές του 2018.
Συμβιβασμοί για την επιτυχία της κυβέρνησης
Ωστόσο, οι προκλήσεις που παρουσιάζονται για την Ιταλία για τα επόμενα πέντε χρόνια δεν είναι ασήμαντες. Καταρχήν, η αύξηση πληθωρισμού με την συνακόλουθη μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, είναι πιθανό να οδηγήσει σε συρρίκνωση το ΑΕΠ. Στη συνέχεια, η μετανάστευση και οι πιθανές (όχι κατά ανάγκη αρνητικές) επιπτώσεις της στην οικονομία, αλλά σίγουρα και τα κοινωνικά προβλήματα που ενδεχομένως θα προκαλέσει.
Η μετανάστευση στην Ιταλία εξακολουθεί να είναι σχετικά ένα πρόσφατο φαινόμενο, και οι μετανάστες 2ης και 3ης γενιάς δεν είναι πολλοί στον αριθμό όπως συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Μεγάλη Βρετανία
και Γαλλία). Οι κοινωνικές συγκρούσεις ειδικά στους φτωχότερους τομείς των πόλεων καθώς και στις αγροτικές περιοχές εξακολουθούν να είναι πολύ έντονες. Επιπλέον, υπάρχει και στην Ιταλία κρίση (όπως σε όλη την Ευρώπη) του ευρωπαϊσμού καθώς έχει αποκτήσει κεντρική θέση η έννοια του εθνικού συμφέροντος στον πολιτικό λόγο.
Το Κυβερνητικό Συμβόλαιο
Το Κυβερνητικό Συμβόλαιο προτίθεται να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος με μερικά κεντρικά θέματα. Ένα από τα προβλεπόμενα μέτρα του Κυβερνητικού Συμβολαίου είναι ο λεγόμενος«αποκοπήν φόρος», ένας φόρος με ενιαίο συντελεστή για όλους τους πολίτες (έχει προταθεί ο συντελεστής αυτός να είναι μεταξύ 15 και 23%). Πολλές αντιρρήσεις έχουν διατυπωθεί για την πρόταση αυτή, που κρίθηκε από πολλούς λαϊκίστικη και ανεύθυνη, σχετικά με το πώς θα καλυφθεί το χάσμα μεταξύ του ισχύοντος φορολογικού συστήματος και του προτεινόμενου. Αξίζει να σημειωθεί ότι, επί του παρόντος, η φορολογική επιβάρυνση στην Ιταλία κυμαίνεται από 23% έως και 43% του ακαθάριστου ετήσιου εισοδήματος.
Επίσης Οι Di Maio και Salvini υποστήριξαν ότι η φοροδιαφυγή θα καταπολεμηθεί πιο αποτελεσματικά από το παρελθόν, ένας ισχυρισμός, ωστόσο, που δεν συνοδευόταν από επαρκείς εξηγήσεις. Εκτός από τα φορολογικά ζητήματα, η μετανάστευση αποτελεί ένα ακόμα μεγάλο πυλώνα του προτεινόμενου Κυβερνητικού Συμβολαίου. Στην πραγματικότητα, υπάρχει ένας έντονος διάλογος μεταξύ εκείνων που φοβούνται τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η κοινωνική μετανάστευση στην κοινωνική ευημερία και εκείνων που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, την πολιτιστική πολυφωνία και την ωφέλεια που θα έχει η εισροή μεταναστών στην εθνική οικονομία. Το Συμβόλαιο M5s-Lega, προβλέπει σαφή αλλαγή αναφορικά με τις πολιτικές μετανάστευσης, εστιάζοντας στη “μείωση της πίεσης των ροών στα εξωτερικά σύνορα και της επακόλουθης εμπορίας ανθρώπων”. Πρέπει να διασφαλιστεί “ο πλήρης σεβασμός της υποχρεωτικής μετεγκατάστασης των αιτούντων άσυλο στις χώρες της ΕΕ”. Χρειάζονται “ταχείες και αξιόπιστες διαδικασίες για την επαλήθευση του δικαιώματος του πρόσφυγα ή του οικονομικού μετανάστη”.
Ένας γόνιμος γάμος;
Η στρατηγική πρόταση των M5S και Lega φαίνεται να είναι αρκετά συνεκτική. Σύμφωνα με το M5S , η πραγματική δημοκρατία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την αντικατάσταση του παραδοσιακού αντιπροσωπευτικού συστήματος με την άμεση δημοκρατία. Μια άποψη για περισσότερο συμμετοχική δημοκρατία την έχει και η ίδια η Lega. Η κυβέρνηση συμμαχίας του M5S-Lega είναι σίγουρα μοναδική για τα πολιτικά δεδομένα της Ιταλίας, αλλά δεν είναι η πιο «δεξιά της ιστορίας», όπως πολλοί έχουν αναφέρει. Το συμβόλαιο που υπογράφηκε από τους Di Maio και Salvini είναι το αποτέλεσμα ενός συμβιβασμού με το οποίο κάθε κόμμα έκανε «έκπτωση» σε ένα σημαντικό μέρος των αρχικών του προτάσεων: το κόμμα του Salvini αναγκάστηκε να κάνει παραχωρήσεις στα πιο ευρωσκεπτικιστικά θέματα, το M5S τις πιο ισχυρές προτάσεις του αναφορικά με τα δικαιώματα των πολίτων. Tο κοινό έδαφος των δύο μερών είναι αυτό της κοινωνικής “πρόνοιας”. Tελικά, το Κυβερνητικό Συμβόλαιο βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο του πολιτικού φάσματος, πολύ πιο κοντά στις αρχικές πολιτικές θέσεις του M5S σε σχέση με εκείνες της Lega. Αξίζει να προστεθεί ότι δύο ακραίες προτάσεις που είχαν διαχωρίσει τα δυο κόμματα από τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις εξαφανίστηκαν από το κυβερνητικό τους πρόγραμμα: το δημοψήφισμα για την έξοδο από το ευρώ και το αίτημα για ακύρωση μέρους του δημόσιου χρέους.
Πέρα από αυτά, στην πράξη η κυβέρνηση προώθησε δύο διατάγματα. Το πρώτο είναι το “Διάταγμα Αξιοπρέπειας”, το οποίο προβλέπει να προστατεύει τις εργατικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου (ζητείται μετά από τις 12 μήνες να δικαιολογηθεί το χρονικό όριο της σύμβασης). Αυτό προκάλεσε έντονη κριτική από τον επιχειρηματικό κόσμο της Ιταλίας επειδή εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει
προβλήματα στην ανάπτυξη τόσο της Ιταλικής οικονομίας όσο και της εργασίας.
Το άλλο διάταγμα μετατοπίζει την ημερομηνία υποχρεωτικής έγκρισης του ηλεκτρονικού τιμολογίου στις εμπορικές σχέσεις (που έχει ήδη εγκριθεί πέρυσι) από τον Ιανουάριο 2019, αντί για τον Ιούλιο 2018.
Κάποιες δύσκολες περιστάσεις φέρανε την κυβέρνηση σε αμηχανία περισσότερο από μια φορά. Χρονολογικά, η πρώτη ήταν μόλις την πρώτη εβδομάδα της νέας κυβέρνησης, όταν ο Υπουργός Εσωτερικών Matteo Salvini δήλωσε ότι η Τυνησία πολλές φορές “εξάγει” κατάδικους προς την Ιταλία. Τότε δημιουργήθηκε διπλωματική κρίση και ο Ιταλός πρέσβης στην Τυνησία κλήθηκε από τον Τυνήσιο Πρωθυπουργό για εξηγήσεις. Στη συνέχεια, δημιουργήθηκε διπλωματική ένταση στις σχέσεις με την Ισπανία. Η κυβέρνηση αρνήθηκε να δεχτεί σε ιταλικό λιμάνι το πλοίο Aquarius γεμάτο με μετανάστες, το οποίο αναγκάστηκε να το δεχτεί η Ισπανία, ο Πρωθυπουργός της οποίας
δικαιολόγησε την απόφασή του λέγοντας ότι θα ήταν ο μόνος τρόπος “ώστε να αποφύγουμε μια ανθρωπιστική τραγωδία”. Η Γαλλία ακύρωσε την διμερή συνάντηση των υπουργών οικονομικών μετά από αυτό το επεισόδιο χαρακτηρίζοντας την συμπεριφορά της Ιταλίας ως “εμετική” και “κυνική”, και ο Salvini χαρακτήρισε ως “υποκριτή” τον Γάλλο πρόεδρο Macron.
Μια ακόμη αμφιλεγόμενη πρόταση της νέας κυβέρνησης, ήταν αυτή του Salvini για απογραφή των ανθρώπων εθνότητας Ρομά. Συνολικά, στο διεθνές περιβάλλον, οι συμπεριφορές και οι στάσεις που κρατάει η Ιταλική κυβέρνηση ακόμη και σχετικά με χώρες με τις οποίες η Ιταλία παραδοσιακά έχει καλές διπλωματικές σχέσεις (όπως Γαλλία και Ισπανία) είναι επικίνδυνες και για την Ιταλία, αλλά και για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, όπως και για την Ατλαντική συμμαχία, η οποία σήμερα βρίσκεται στην πιο ευαίσθητη φάση της από το Ψυχρό Πόλεμο. Οι συμπεριφορές των υπουργών Di Maio και Salvini σε ευαίσθητα διεθνή ζητήματα δείχνουν μια ισχυρή συγγένεια με μια Κλασσική Ρεαλιστική όψη των διεθνών σχέσεων. Μάλιστα, ο τρόπος διαπραγμάτευσης και της δημόσιας διπλωματίας τους, δείχνουν ότι η κυβέρνηση είναι εξοικειωμένη
με κάποια στοιχεία του κλασσικού ρεαλισμού, όπως την προτεραιότητας της πολιτική εξουσίας, του εθνικού συμφέροντος, και της βασικής αναρχίας του διεθνούς συστήματος. Η Ιταλία δεν είναι η μόνη χώρα η οποία δείχνει μια “επιστροφή” σε τέτοια δεδομένα. Κι άλλες χώρες έχουν δείξει μια αναβίωση των κλασσικών ρεαλιστικών θεωριών. Η μέγιστη πρόκληση για την Ιταλία, όσο και για τη Δύση, είναι να μην οδηγηθούμε σε ένα Χομπσιανό κόσμο «όλων εναντίον όλων» αλλά να διατηρηθεί ο πολυμερισμός στο διεθνές σύστημα.
Η παρούσα ανάλυση πρωτοδημοσιεύτηκε στο blog της HuffPost Greece