Γράφει ο Κωνσταντίνος Λουκόπουλος, Αντιστράτηγος ε.α. & Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ
Δεν χρειάσθηκε και πολύς χρόνος για να καταρρεύσει ολοσχερώς το αφήγημα του διδύμου Τσίπρα-Κοτζιά περί… επιτυχούς επίσκεψης Erdogan και της βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η ικανοποίηση απαιτήσεων της Άγκυρας χωρίς καμία ανταποδοτική συμπεριφορά από πλευράς της, δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα για το αν η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εφαρμόζει πολιτική κατευνασμού ή έχει δεσμευτεί πιθανώς με κάποιες μυστικές συμφωνίες (άλλωστε ο κ. Κοτζιάς όπως έχει αποδείξει και στο θέμα του ονόματος της πΓΔΜ είναι οπαδός της μυστικής… διπλωματίας) ή αποδεικνύεται επιεικώς ανεπαρκής να χειριστεί αποτελεσματικά και τα θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Τα σοβαρότερα όμως ερωτήματα δημιουργούνται από την κατατονική αντιμετώπιση της έξαρσης της τουρκικής επιθετικότητας απέναντι στην χώρα μας. Κάτι που φάνηκε εκτός των όσων άλλων έχουν γίνει και με την εξαιρετικά καθυστερημένη Ελληνική απάντηση στην απαράδεκτη, απειλητική και εκβιαστική ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΕΞ την 30 Δεκεμβρίου για το θέμα της χορήγησης ασύλου στον έναν από τους 8 Τούρκους Στρατιωτικούς, όταν πανικόβλητο το Πρωθυπουργικό Γραφείο είχε σπεύσει να ανακοινώσει 90 λεπτά μετά, ότι θα ζητήσει την ακύρωση της σχετικής απόφασης της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Ασύλου.
Φαίνεται ότι κύριο μέλημα της συγκυβέρνησης Τσίπρα –Καμμένου είναι να αποφευχθεί με τακτικισμούς και όχι με τακτική ως απόρροια Στρατηγικής, και βέβαια με κάθε τίμημα οποιαδήποτε «δύσκολη κατάσταση» στα λεγόμενα ελληνοτουρκικά που θα θέσει σε κίνδυνο «τις καρέκλες της εξουσίας τους» έστω και αν αυτό δημιουργεί πιο περίπλοκες καταστάσεις. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι η κυβερνητική πλειοψηφία στηρίζεται και στους τέσσερις μειονοτικούς βουλευτές που αυτοπροσδιορίζονται σε κάθε ευκαιρία ως Τούρκοι!
Αν και η Κυβέρνηση χωρίς απολύτως καμία πρότερη εθνική συνεννόηση άνοιξε άκαιρα το θέμα της εκλογής των Μουφτήδων στην Θράκη για να ικανοποιήσει τόσο τους μειονοτικούς βουλευτές όσο και τον ίδιο τον Erdogan μία μόλις εβδομάδα μετά την ακατανόητη επίσκεψη του στην Ελλάδα, η Τουρκία σε επίπεδο ρητορικής άρχισε να δημιουργεί κλίμα αντιπαράθεσης. Την αρχή την έκανε ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών κ. Mevlut Cavusoglu απαντώντας σε σχετικές επικρίσεις βουλευτών του κεμαλικού CHP (κάποιοι αφελείς στην Ελλάδα τους θεωρούν «καλύτερους» από τους νέο-Οθωμανούς ) για δήθεν ενδοτικότητα στο θέμα των νησιών «που κατέχει παρανόμως η Ελλάδα, παραδέχθηκε ότι ήδη υπάρχει διάλογος με την Ελλάδα για το θέμα αυτό (!) και εμφατικά δήλωσε ότι «το θέμα θα διευθετηθεί είτε με διπλωματία είτε στο διεθνές δικαστήριο είτε…στρατιωτικά»! Απέναντι σε αυτήν την σοβαρότατη δήλωση (κλασική δημόσιας διπλωματίας) αντί το ίδιο το ΥΠΕΞ να τοποθετηθεί με αποφασιστικό αλλά και ψύχραιμο τρόπο, ακούσαμε διάφορες ατάκες εντυπωσιασμού από τον κ. Καμμένο που μάλλον σε παλαιό ελληνικό κινηματογράφο ταιριάζουν.
Ελάχιστοι στην Ελλάδα επεσήμαναν ότι αν τελικά ο κ. Cavusoglu λέει αλήθεια στα περί διαλόγου, έχουμε ανατροπή πολιτική, δηλαδή να μην συζητούμε το θέμα αυτό καθόσον η Ελληνική κυριαρχία επί όλων αυτών των νήσων και μικρονησίδων καθορίζεται από τις Διεθνείς Συνθήκες και το Διεθνές Δίκαιο. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει διάψευση του Τούρκου ΥΠΕΞ και αναπόφευκτα μας έρχεται στο μυαλό η παραδοχή του κ. Κοτζιά σε συνέντευξη του στον ΣΚΑΙ (22 Φεβ 2017) ότι διερευνώνται οι «νομικές βάσεις των Ε/Τ προβλημάτων». Μας προετοίμαζε για κάτι άραγε; Ο Τούρκος ΥΠΕΞ όμως πήγε για πρώτη φορά ακόμα πιο πέρα. Απείλησε μέσα στην Τουρκική Βουλή ότι υπάρχει και η …στρατιωτική λύση ως τελευταία επιλογή, ένας σαφής «ενδείκτης» προειδοποίησης! Φαίνεται ότι οι γλυκανάλατες δηλώσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν τους αποθαρρύνουν.
Στο ίδιο απειλητικό πνεύμα βρίσκεται σχεδόν σε καθημερινή βάση και ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας κ. Binali Yldirim ενώ όλους τους ξεπέρασε ο ένας εκ των Αντιπροέδρων της Τουρκικής Κυβέρνησης, ο προερχόμενος από την Ροδόπη κ. Hakan Cavusoglu, o οποίος την 30 Δεκεμβρίου μετά την απαράδεκτη ανακοίνωση του Τουρκικού ΥΠΕΞ που κατατρομοκράτησε τον κ. Τσίπρα, έφθασε στο σημείο με απανωτά tweets να μας απειλεί λέγοντας «ότι δεν θα υπάρχει χώρα για να την προστατεύσετε». Παράλληλα συνεχείς είναι και οι απειλές προς την Κυπριακή Δημοκρατία για τις έρευνες που διεξάγονται στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Οι παραβιάσεις του Εθνικού Εναέριου Χώρου (ΕΕΧ) συνεχίζονται και μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση, τουρκικά κατασκοπευτικά αεροσκάφη σαρώνουν το Αιγαίο ενώ Τουρκική Κορβέτα σε μία επίδειξη δυνάμεως φθάνει ανοικτά της Νότιας Εύβοιας αλλά και στα Κύθηρα. Για όσους παρακολουθούν στενά και μελετούν την πορεία των Ε/Τ σχέσεων χωρίς αυταπάτες και ευφραντικές φαντασιώσεις όλα αυτά δεν εκπλήσσουν. Συνιστούν Στρατηγική και είναι δυστυχώς απόρροια των αυτοσχεδιασμών και της πολιτικής κατευνασμού που ακολουθεί η Ελληνική Κυβέρνηση η οποία ατυχώς θεωρεί ότι έτσι θα είχε το «κεφάλι της ήσυχο»!
Χωρίς ίχνος κινδυνολογίας αλλά με ρεαλιστική προσέγγιση έχουμε αναρωτηθεί με την αρθρογραφία μας στο liberal αν «έρχονται μεγαλύτερες ήττες στα ελληνοτουρκικά;» Ας χτυπήσει το καμπανάκι αφύπνισης γιατί όλα αυτά που συμβαίνουν, συμπληρώνουν το γνωστό casus belli το οποίο ο ίδιος ο κ. Erdogan υποστήριξε, μία μόνο ημέρα πριν επισκεφθεί την Αθήνα. Δεν αρκεί η επίκληση των υφισταμένων συνθηκών και του Διεθνούς Δικαίου για να μπει φραγμός στις τουρκικές μεθοδεύσεις και στην τουρκική επιθετικότητα. Θα πρέπει να είμαστε σε θέση και να το επιβάλουμε με αξιόπιστη αποτροπή και όχι με υπερπαραγωγή φωτογραφιών και «ηρωικής ατάκας»!
Χωρίς φοβικά σύνδρομα αλλά και ανόητους λεονταρισμούς, επιζητούμε σχέσεις καλής γειτονίας με την Τουρκία που να εδράζονται σε κλίμα αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Οι ελληνικές υποχωρήσεις, η πολιτική κατευνασμού και δυστυχώς η αδιαφορία στο «κτίσιμο» αξιόπιστης αποτροπής είναι αυτά που ανοίγουν την «όρεξη» στην τουρκική επιθετικότητα.
Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αντί να παρακολουθεί την τουρκική προκλητικότητα με παραλυτική αμηχανία, θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι δεν αποδέχεται πολιτικές που καταλύουν τους κανόνες Διεθνούς Δικαίου και θέτουν σε αμφισβήτηση τα κυριαρχικά της δικαιώματα, τα οποία είναι αποφασισμένη με όλα τα διαθέσιμα μέσα να τα διαφυλάξει.
Η παρούσα ανάλυση πρωτοδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα liberal.gr