Γράφει ο Σωτήρης Κατσέλος, Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ
Η απόφαση του Προέδρου Τραμπ να δώσει το «ελεύθερο» στην Τουρκία να εισβάλει στη βόρεια Συρία προκειμένου να επεκτείνει μια «υγειονομική ζώνη» έναντι των, μέχρι πρότινος, συμμάχων των ΗΠΑ, Κούρδων, προκάλεσε ευλόγως έντονες αντιδράσεις τόσο διεθνώς, όσο και στις ίδιες τις ΗΠΑ. Αντιδράσεις μάλιστα προήλθαν και από το ίδιο το Ρεπουμπλικανικό κόμμα και τους ψηφοφόρους του. Ενδιαφέρον έχουν και οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί στην προσπάθεια να εξηγήσουν αυτή την ενέργεια, που φτάνουν μέχρι και στις υποψίες ιδιωτικής συμφωνίας σε σχέση με τους Trump Towers στην Κωνσταντινούπολη. Απόρροια των αντιδράσεων ήταν μάλλον και το tweet του Προέδρου των ΗΠΑ που πρακτικά προειδοποιούσε την Τουρκία να μην «υπερβεί τα όρια» και η απαγόρευση πτήσεων στην περιοχή.
Είναι δύσκολο να προβλεφθούν οι ακριβείς εξελίξεις από όλη αυτή την «σκληρή» στροφή στην πολιτική των ΗΠΑ, ή ακόμα και αν ή και πώς στο τέλος ολοκληρωθεί. Ωστόσο μπορούν να διατυπωθούν κάποιες ερμηνείες για τις αποφάσεις αυτές του Λευκού Οίκου, που αντίθετα με το ότι πιστεύουν αρκετοί, ούτε αυθόρμητες είναι, ούτε δημιουργούνται εν κενώ.
Είναι προφανές ότι σε μεγάλο βαθμό στην Washington κυριαρχούσα αντίληψη είναι η ελαχιστοποίηση απωλειών και κόστους από τις εμπλοκές της σε διάφορα μέτωπα προς εξυπηρέτηση του κυρίαρχου ρεύματος του (νέο)απομονωτισμού. Ουσιαστικά οι ΗΠΑ από μια πλανητική δύναμη μεταλλάσσονται ταχύτατα σε μια «εθνική» δύναμη πλανητικών δυνατοτήτων. Αυτό σημαίνει ότι επιδίωξη αποτελεί η όποια παρέμβαση να πραγματοποιείται μόνο όταν θα απειλούνται άμεσα τα αμερικάνικα συμφέροντα και με το μικρότερο δυνατό κόστος. Για να είμαστε ειλικρινείς, αυτή η πολιτική πρακτικά είχε ξεκινήσει επί Ομπάμα σε ένα βαθμό, όμως ο Τραμπ προφανώς την εφαρμόζει με ακρότητα, ταχύτητα και χωρίς να ενδιαφέρεται για την διατήρηση ισορροπιών. Οι μακροχρόνιοι σχεδιασμοί και δεσμοί, σε αυτή τη λογική δεν έχουν και τόσο μεγάλη σημασία, ούτε και οι παγιωμένες συμμαχίες. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η τρέχουσα αμερικάνικη κυβέρνηση βλέπει το ΝΑΤΟ πιο πολύ ως βάρος παρά ως όχημα ισχύος και ασφάλειας. Η λογική με την οποία διαφαίνεται ότι θα λειτουργούν τώρα οι ΗΠΑ θα είναι σε αυτή των απευθείας διμερών επαφών με την εκχώρηση σημαντικού «ζωτικού χώρου» σε όσους θεωρεί ότι έχουν την μεγαλύτερη σχετική ισχύ σε κάθε περιοχή. Κατ’ αυτή την έννοια, παρά την κρίση των S-400, παρά τις παρεμβάσεις της Τουρκίας στην Κυπριακή ΑΟΖ, είναι φανερό ότι ο Τραμπ θεωρεί ότι η Τουρκία αποτελεί την χρήσιμη τοπική «μεγάλη δύναμη» με την οποία μπορεί να συνεννοηθεί απευθείας προκειμένου να επιτελέσει τους στόχους του. Κάθε πρόβλεψη για το πώς θα εξελιχθεί αυτή η πολιτική σε διεθνές και σε εσωτερικό επίπεδο για τις ΗΠΑ είναι σε αυτό το στάδιο ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη. Ωστόσο η καταγεγραμμένη βούληση για την φιλοσοφία με την οποία θα πορεύεται η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ μπορεί και πρέπει να ληφθεί υπόψη για όποια μελλοντική ανάλυση. Είναι προφανής αναγκαιότητα αυτά τα δεδομένα να ληφθούν υπόψη και στον σχεδιασμό της Ελληνικής διπλωματίας και πολιτικής της ασφάλειας, ιδιαίτερα από τη στιγμή που καθώς φαίνεται, επαφιόμαστε σε μεγάλο βαθμό στις καλές προθέσεις των ΗΠΑ.