Γράφει ο Παναγιώτης Σφαέλος, Μέλος Επιστημονικής Επιτροπής ΚΕΔΙΣΑ
Η ανθρωπότητα βρίσκεται στο μεταίχμιο μιας νέας έποxης, μιας ψηφιακής εποχής, με την τεχνητή νοημοσύνη να παίρνει σάρκα και οστά. Στην εποχή του “internet of things”, όλα θα συνδέονται ψηφιακά και όλα θα τρέχουν με εκπληκτικές ταχύτητες σε όλο τον πλανήτη. Ήδη, τα έξυπνα κινητά πραγματοποιούν χιλιάδες λειτουργίες που ούτε καν φανταζόμαστε. Επίσης, μπορούν να δίνουν επακριβή τοποθεσία των κινήσεων μας και με τη νέα τεχνολογία, η ζωή μας θα γίνει πολύ ευκολότερη και πολύ πιο γρήγορη. Το ψηφιακό κράτος θα δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε όλες τις δουλειές μας γρήγορα με το πάτημα ενός κουμπιού χωρίς γραφειοκρατία. Οι άνθρωποι θα συνδέονται πολύ εύκολα και θα μπορούν να εργάζονται με τηλεργασία ενώ θα διακινούνται με ηλεκτρικά οχήματα ακόμα και χωρίς οδηγό. Μια ψηφιακή επανάσταση δηλαδή είναι προ των πυλών.
Θα είναι πράγματι όλα ρόδινα στη νέα εποχή; Οι αρχαίοι έλεγαν: «Φοβού τους Δανούς και δώρα φέροντες». Ας είμαστε λίγο αφυπνισμένοι. Μαζί με τα απίστευτα οφέλη της τεχνητής νοημοσύνης, θα υπάρξουν και αρνητικές εξελίξεις. Πολλές θέσεις εργασίας θα χαθούν λόγω της τεχνητής νοημοσύνης, καθώς η ρομποτική εξελίσσεται με γοργούς ρυθμούς. Έρχονται και οι κάρτες του πολίτη, δηλαδή οι ψηφιακές ταυτότητες. Ήδη το πρόγραμμα ID2020 είναι προ των πυλών. Η ψηφιακή ταυτότητα θα μπορεί ακόμα να εμφυτευθεί στο σώμα, μια ακραία περίπτωση που θα εγείρει μεγάλα θέματα βιοηθικής και επέμβασης στην ανθρώπινη ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια. Το δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή απειλείται. Ήδη, στα πλαίσια της πανδημίας, γίνεται λόγος για «ψηφιακά πιστοποιητικά», για εφαρμογές ψηφιακής ιχνηλάτησης του κορονοϊού μέσω κινητού, για «βραχιολάκια» παρακολούθησης και εντοπισμού των ατόμων για την πιθανή μετάδοση του ίου. Έγινε ακόμα και λόγος για microchip από τον Ε. Βενιζέλο. Η πανδημία, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνει άλλοθι για την παραβίαση της ελευθερίας του ατόμου. Η όποια παρέκκλιση από τα ανθρώπινα δικαιώματα, π.χ. για λόγους δημόσιας υγείας, θα πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένη, αναγκαία και πλήρως αναλογική προς τον δημόσιο κίνδυνο που υφίσταται.
Στο κατώφλι αυτής της νέας εποχής, θα πρέπει να κάνουμε μια επιλογή, η οποία θα είναι καθοριστική για το μέλλον. Θα έχουμε όμως επιλογή; Η δυνατότητα επιλογής είναι απαραίτητη σε κάθε δημοκρατική κοινωνία, καθώς αποτελεί βασικό στοιχειό της ανθρώπινης ελευθερίας. Ελεύθερος άνθρωπος θεωρείται «ο έχω ιδίαν βούλησιν». Αυτός που διαθέτει τον εαυτό του, ρυθμίζει τη ζωή του παίρνει και εκτελεί τις αποφάσεις του κατά τη δική του κρίση συμφώνα με τι επιθυμίες, τις επιδιώξεις τα συμφέροντα του.[1] Η ελευθερία αποτελεί θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα κατοχυρωμένο από όλα τα Συντάγματα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) ενώ στην ΕΕ προστατεύεται από τον Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο θεωρείται δεσμευτικό ευρωπαϊκό ενωσιακό δίκαιο αφού έχει ενσωματωθεί στις Συνθήκες.
Συνεπώς, κάθε παρέμβαση στο δικαίωμα της ατομικής ελευθερίας απαιτεί ρητή συγκατάθεση του ατόμου μετά από ενδελεχή ενημέρωση του. Η συναίνεση δεν μπορεί να παρέχεται εν λευκώ, ούτε υπό το καθεστώς φόβου. Κάθε συναίνεση που λαμβάνεται υπό εκβιαστικές συνθήκες δεν ισχύει, αφού είναι προϊόν πλάνης. Αν δηλαδή το λεγόμενο «τσιπάρισμα» τεθεί ως εκβιαστικό δίλλημα ότι χωρίς αυτό δεν θα μπορεί κανείς να συναλλάσσεσαι (αχρήματη κοινωνία) ούτε να προβαίνεις σε δικαιοπραξίες, θα πρέπει να το απορρίψουμε. Η πιθανή υποχρεωτική αποδοχή κάρτας του πολίτη χωρίς άλλη επιλογή είναι αντιδημοκρατική και αντισυνταγματική πρακτική.
Η αποθήκευση δεδομένων σε ένα barcode, είτε με μορφή κάρτας ή με microchip, δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθείται η ζωή των ανθρώπων και να καταγράφονται οι κινήσεις τους, οι επιλογές τους, ακόμα και η κατάσταση της υγείας τους ανά πάσα στιγμή. Αυτό δίνει τη δυνατότητα σε κέντρα εξουσίας, πέρα από τον έλεγχο του, να κάνουν το άνθρωπο υποχείριο τους, έναν αριθμό άνευ του όποιου το άτομο δεν υφίσταται. Η πρακτική αυτή προσκρούει στον Κανονισμό GDPR περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και στο Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ. Ο Αμερικανός Γενικός Εισαγγελέας William Barr εκφράζει σοβαρές ανησυχίες για το κατά πόσο μέθοδοι καταγραφής και αποθήκευσης ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων είναι συμβατή με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την βιοηθική.
Ο Όργουελ, στο προφητικό έργο του «1984», είχε προβλέψει την εξέλιξη αυτή, όπου οι άνθρωποι γίνονται υποχείρια μιας αυταρχικής εξουσίας. Δεν μπορεί να υπάρχει δημοκρατία σε ένα σύστημα επιβολής και ελέγχου. Η τεχνολογία και οι διαχειριστές της θα μπορούν να χειραγωγούν τους πολίτες αφού δεν θα υπάρχει λογοδοσία και διαφάνεια. Όταν η ύπαρξη σου ολόκληρη βρίσκεται σε κάποιες βάσεις δεδομένων, δεν έχεις ελευθερία, υποβιβάζεσαι σε ανθρωποειδές. Η ανθρώπινη κοινωνία γίνεται μια παγκόσμια φυλακή. Όπως εύστοχα λέει ο Γιώργος Παπακώστας στους Εξουσιαστές:
«Αχρείοι κατακλυσμοί τις πόλεις βούλιαξαν κι ο ταπεινωμένος λαός κατέρχεται τη σκάλα της φλογερής ανοχής, της μοίρας άνευ δικαιοσύνης, της μη παρούσης αξιοπρέπειας.»[2]
Οι επιλογές είναι δύσκολες και θα γίνουν άμεσα επιτακτικές, καθώς η τεχνολογία ετοιμάζεται να μπει στην τεχνητή νοημοσύνη. Η τεχνολογία είναι καλή αρκεί να υπηρετεί τον άνθρωπο και όχι το αντίθετο. Η τεχνολογία σίγουρα βοηθάει τον άνθρωπο στην καθημερινότητα του, αλλά δεν πρέπει η τεχνολογία να υποκαταστήσει τον άνθρωπο. Όπως είπε ο Πρωταγόρας, «Πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος, των μεν όντων ως εστίν, των δε μη όντων ως ουκ εστίν». Δηλαδή, μέτρο για όλα τα πράγματα είναι ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος θα καθορίσει τα όρια της τεχνολογίας. Η ελευθερία δεν είναι αντιπαροχή και συνεπώς δεν διαπραγματεύεται καθώς αποτελεί τη ίδια τη φύση του ανθρώπου. Γεννηθήκαμε ελεύθεροι, αυτόβουλοι και αυτεξούσιοι. «Βουλομένων, ου τυραννουμένων, το της σωτηρίας μυστήριον» γράφει ο Μέγας Βασίλειος. Στους ελέυθερους ανθρωπους αξίζει η σωτηρία λοιπόν! Ας κλείσουμε τα αυτιά στις «σειρήνες» του δήθεν εκσυγχρονισμού και ας παλέψουμε ώστε η ανθρωπινή βούληση να παραμείνει ελεύθερη. Αν δεν αντιδράσουμε τώρα, όταν θα έρθει, κοινώς, η ώρα μας δεν θα υπάρχει κανείς να διαμαρτυρηθεί.
Σημειώσεις
[1] Ε. Παπανούτσος, «Η κρίση του πολιτισμού μας», 1990, σελ. 266. [2] Γ. Παπακώστας, «Εξουσιαστές», 2018, σελ.28