Γράφει ο Πέτρος Γκάτζιος, Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ
Στις 13 Νοεμβρίου 2019, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) δημοσιοποίησε[1] Έκθεση ελέγχου για τη διαχείριση της μετανάστευσης στην Ελλάδα και στην Ιταλία (24/2019) και κατά πόσο συνετέλεσε στην εφαρμογή αποτελεσματικών και ταχειών διαδικασιών ασύλου και επιστροφών.
Οι εργασίες ελέγχου συνίσταντο στην ανάλυση εγγράφων, (οδηγιών και των κανονισμών, των στρατηγικών, των εγγράφων πολιτικής, των κατευθυντήριων γραμμών, των αξιολογήσεων, των εκθέσεων παρακολούθησης και άλλων εσωτερικών εγγράφων), καθώς και εγγράφων που δημοσίευσαν εθνικές αρχές, ερευνητικοί φορείς, πανεπιστημιακοί και μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Συμπερασματικά, σύμφωνα με το ΕΕΣ, «η ΕΕ πρέπει να εντατικοποιήσει τις προσπάθειές της στους τομείς του ασύλου, της μετεγκατάστασης και της επιστροφής μεταναστών, προκειμένου να επιτύχει σε μεγαλύτερο βαθμό τους στόχους της στήριξής της. Τα προγράμματα μετεγκατάστασης έκτακτης ανάγκης δεν πέτυχαν τις τιμές-στόχο που είχαν τεθεί, ενώ ο κύριος στόχος τους, η ελάττωση της πίεσης που ασκείται στην Ελλάδα και την Ιταλία, επιτεύχθηκε μόνο μερικώς. Παρά την αύξηση των ικανοτήτων διεκπεραίωσης αιτήσεων ασύλου στις δύο χώρες, οι διαδικασίες παραμένουν εξαιρετικά χρονοβόρες και εξακολουθούν να εμφανίζουν σημεία συμφόρησης, ενώ τα ποσοστά επιστροφής παράτυπων μεταναστών παραμένουν χαμηλά και η διαδικασία της επιστροφής προβληματική σε ολόκληρη την ΕΕ».
Οι συστάσεις που κάνει, αποσκοπούν πρώτον, στην αξιοποίηση διδαγμάτων για την ανάπτυξη τυχόν μελλοντικών μηχανισμών εθελοντικής μετεγκατάστασης, δεύτερον, στην ενίσχυση της διαχείρισης της στήριξης έκτακτης ανάγκης, των συστημάτων ασύλου και των διαδικασιών επιστροφής, τρίτον, στην ενίσχυση της υποστήριξης των διαδικασιών ασύλου από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου(EASO) και τέταρτον, στην προσαρμογή της στήριξης της διαδικασίας επιστροφής και της τοποθέτησης εμπειρογνωμόνων από τον Frontex στις εκάστοτε συνθήκες.
Γεγονός παραμένει πως «οι διαδικασίες διεκπεραίωσης αιτήσεων ασύλου παραμένουν εξαιρετικά χρονοβόρες και εξακολουθούν να εμφανίζουν σημεία συμφόρησης, ενώ τα ποσοστά επιστροφής παράτυπων μεταναστών παραμένουν χαμηλά και η διαδικασία της επιστροφής προβληματική σε ολόκληρη την ΕΕ».
Στην περίπτωση της Ελλάδας[2], το ΕΕΣ αναφέρει πως «το 2018 χρειάζονταν κατά μέσο όρο 215 ημέρες από την υποβολή της αίτησης έως την έκδοση της πρωτοβάθμιας απόφασης. Οι καθυστερήσεις αυτές οφείλονταν κυρίως σε προβλήματα όπως η έλλειψη ιατρών για τη διενέργεια των αξιολογήσεων ευαλωτότητας στα ελληνικά νησιά. Όσον αφορά την ταχύρρυθμη και την τακτική διαδικασία, η κατάσταση ήταν ακόμη πιο προβληματική, καθώς οι ημερομηνίες των συνεντεύξεων ορίζονται σε τέτοιο βάθος χρόνου που φθάνουν το 2021 και το 2023 αντίστοιχα. Επιπλέον, μεγάλος αριθμός απορριπτικών πρωτοβάθμιων αποφάσεων μετακινείται στο στάδιο των προσφυγών, όπου εκκρεμεί ήδη μεγάλος όγκος υποθέσεων».
Τέλος, σύμφωνα με το ΕΕΣ, «σε αμφότερες τις χώρες, αλλά και συνολικά στην ΕΕ, ο αριθμός των μεταναστών που πράγματι επιστρέφονται είναι σημαντικά μικρότερος από τον αριθμό των αποφάσεων επιστροφής που εκδίδονται.
Μπορεί ο νέος Ν.4636/19 περί Διεθνούς Προστασίας και άλλων διατάξεων (ΦΕΚ Α, 169, 1/11/2019) να έχει πιο συγκεκριμένες και ρητές διατάξεις αναφορικά με την αναγνώριση, την υποδοχή, την διαδικασία εξέτασης, την δικαστική προστασία και παράλληλα να επιδιώκει την επιτάχυνση των διαδικασιών επιστροφής, παράλληλα με την πρόσληψη έκτακτου προσωπικού για θέματα ασύλου, ωστόσο είναι χρήσιμο οι ελληνικές αρχές να λάβουν υπόψη αρκετές από τις συστάσεις και συμπεράσματα της Έκθεσης αυτής, τόσο σε εθνικό όσο και σε επίπεδο συνεργασίας με οργανισμούς της ΕΕ.
Και αυτό γιατί δεν είναι μόνο η μεγάλη διάρκεια της διαδικασίας διεκπεραίωσης των υποθέσεων ασύλου που θεωρητικά θα αντιμετωπίσει με το νέο νομοθετικό καθεστώς. Παράλληλα και ταυτόχρονα, πρέπει να αντιμετωπίσει -και επισημαίνεται αυτό στην Έκθεση-και την ανεπαρκή χωρητικότητα των κέντρων κράτησης, να βρει απτές λύσεις για την προβληματική συνεργασία με τις χώρες καταγωγής των μεταναστών, ακόμα και στο γεγονός όπου οι μετανάστες διαφεύγουν μόλις εκδοθεί η οικεία απόφαση επιστροφής.
Σε άλλο σημείο η Έκθεση αναφέρει «την μόνιμη έλλειψη εθνικών εμπειρογνωμόνων για τις επιχειρήσεις της EASO». Δυστυχώς, «αν και μέρος της στήριξης που παρέχει η EASO στην Ελλάδα θα μπορούσε να παρασχεθεί από τις εθνικές αρχές και να χρηματοδοτηθεί στο πλαίσιο του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης & Ένταξης-ΤΑΜΕ (π.χ. αποσπάσεις στην Ελληνική Υπηρεσία Ασύλου εμπειρογνωμόνων αρμόδιων για την καταγραφή των μεταναστών και τη διεκπεραίωση αιτήσεων ασύλου ή υπηρεσίες διερμηνείας), η EASO δεν διαθέτει τέτοια στρατηγική εξόδου για τη χώρα». Συνοπτικά, «η στήριξη της EASO προσκρούει στη μόνιμη έλλειψη εμπειρογνωμόνων των κρατών-μελών, τη σύντομη διάρκεια της τοποθέτησής τους καθώς και σε άλλα ζητήματα επιχειρησιακής φύσης».
Ένα άλλο θέμα που πρέπει να εστιάσει η Ελλάδα αφορά το ΤΑΜΕ (πολυετές χρηματοδοτικό μέσο). Και αυτό καθώς «δεν υπάρχουν ακόμη ισχυροί μηχανισμοί πολυετούς στρατηγικού σχεδιασμού στην Ελλάδα και την Ιταλία για να εξασφαλιστεί η κατανομή των κονδυλίων εκεί όπου χρειάζονται περισσότερο». Δυστυχώς, έως το τέλος του 2016, «η κινητοποίηση χρηματοδοτικών πόρων του ΤΑΜΕ από το εθνικό πρόγραμμα της Ελλάδας για την αντιμετώπιση των αναγκών που δημιούργησε η μεταναστευτική κρίση ήταν σχεδόν μηδενική» και το έχω επισημάνει αρκετές φορές αυτό σε προηγούμενες αναλύσεις μου στο ΚΕΔΙΣΑ. Και μπορεί από το 2017 η κατάσταση να άλλαξε, ωστόσο σύμφωνα με την Έκθεση, « οι πληρωμές που πραγματοποιούνταν στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος του ΤΑΜΕ εξακολουθούν να κινούνται σε χαμηλά επίπεδα».
Ούτε έχει προγραμματιστεί κανένα έργο με χρηματοδότηση από το ΤΑΜΕ για τη στήριξη των Επιτροπών Προσφυγών, ενώ και η στήριξη της EASO είναι περιορισμένη λόγω της εμπλοκής της στην πρωτοβάθμια διαδικασία.
Επιπρόσθετα, δεν υπάρχει δομή για τον συντονισμό των δράσεων του ΤΑΜΕ και του Frontex. «Ο Frontex δεν συμμετέχει στον προγραμματισμό των δράσεων επιστροφής στο πλαίσιο του ΤΑΜΕ και δεν έχει πρόσβαση σε πληροφορίες για τα εθνικά προγράμματα του ΤΑΜΕ ή τα σχετικά έργα που χρηματοδοτούνται από το ΤΑΜΕ».
Πριν από το 2018, η Ελλάδα διοργάνωσε κοινές επιχειρήσεις επιστροφής σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις, καθώς δεν είχε συνάψει σύμβαση-πλαίσιο για τη ναύλωση αεροσκαφών. Αντ’ αυτού, συμμετείχε στις κοινές επιχειρήσεις άλλων κρατών-μελών. Το 2018 η Ελλάδα σύναψε σχετική σύμβαση-πλαίσιο, αλλά μέχρι στιγμής τη χρησιμοποιεί μόνο για τις εθνικές επιχειρήσεις που χρηματοδοτούνται από το εθνικό πρόγραμμα του ΤΑΜΕ, αντί να διοργανώνει κοινές επιχειρήσεις με άλλα κράτη-μέλη ώστε να αξιοποιείται καλύτερα η χω-ρητικότητα των πτήσεων.
Εδώ να σταθώ και στην απάντηση[3] που έδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις συστάσεις της Έκθεσης επισημαίνοντας στη σελίδα 1 και 13 αντίστοιχα πως «ούτε η Επιτροπή ούτε οι οργανισμοί της ΕΕ έχουν εκτελεστικές εξουσίες στα κράτη-μέλη και δεν θα μπορούσαν να υποκαταστήσουν τις ελληνικές ή τις ιταλικές αρχές στα καθήκοντά τους και όσον αφορά τις αδυναμίες των εθνικών τους διαδικασιών ασύλου ή επιστροφής», καθώς και ότι «το κράτος-μέλος είναι υποχρεωμένο να διαθέτει τους κατάλληλους μηχανισμούς για τη διασφάλιση της συμπληρωματικότητας μεταξύ των διαφόρων εργαλείων και πηγών χρηματοδότησης».
Δυσάρεστο είναι-στο βαθμό που ισχύει- και το γεγονός πως παρόλο που η χώρα διαθέτει ένα κεντρικό σύστημα ΤΠ (σύστημα χαρτογράφησης) για τους σκοπούς της διαχείρισης της μετανάστευσης, σύμφωνα με την Έκθεση «δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί από την άποψη των πληροφοριών και των λειτουργιών, για παράδειγμα δεν είναι διαθέσιμα στοιχεία σε πραγματικό χρόνο σχετικά με την κράτηση. Αντ’ αυτού, κάθε κέντρο προ-αναχωρησιακής κράτησης χρησιμοποιεί ένα δικό του αρχείο Excel και η συντονιστική μονάδα στο Αρχηγείο της Αστυνομίας είναι υποχρεωμένη να ζητά ανά τακτά διαστήματα από κάθε κέντρο χωριστά επικαιροποιημένα στοιχεία, προκειμένου να έχει μια συνολική εικόνα της κατάστασης».
Τέλος, αλλά αυτό αφορά το σύνολο των κρατών μελών, πρέπει να βρεθεί λύση στα ποσοστά καταγραφής και λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης(ΚΥΤ), αφού παρά τις τυποποιημένες διαδικασίες λειτουργίας που έχουν καθιερωθεί, «μεγάλο μέρος των μεταναστών εξακολουθεί να μετακινείται και να υποβάλλει αίτηση ασύλου σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, χωρίς τα δακτυλικά τους αποτυπώματα να αποθηκεύονται στη βάση δεδομένων Eurodac».
Τίποτα από ότι ανέφερα παραπάνω δεν είναι εύκολο να γίνει, ιδιαίτερα όταν προστίθενται συνέχεια πολλές νέες αφίξεις μεταναστών. Με τα σημερινά δεδομένα η Ελλάδα κινείται με οδηγό τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «για επείγουσα δράση για τη βελτίωση των συνθηκών υποδοχής, την αύξηση των μεταφορών προς την ηπειρωτική Ελλάδα από τα νησιά και την αύξηση των επιστροφών βάσει της δήλωσης[4]».
Ωστόσο πρέπει να συμπληρώσω και την περαιτέρω στελέχωση από τους οργανισμούς (FRONTEX, EASO, EUROPOL) της ΕΕ που θεωρεί και είναι αναγκαία, αφού μέχρι τον Οκτώβριο του 2019, έχουν διατεθεί συνολικά 1.214 υπάλληλοι (677, 510 και 27 αντίστοιχα).
Στα χρήσιμα στοιχεία σημειώνω πως για την Ελλάδα[5], έχουν πιστωθεί από το 2015, 2,2 δις ευρώ, εκ των οποίων έχουν διατεθεί το 1,467.56 δις.. Από αυτά, μόλις 222,8 εκατ. ευρώ προέρχονται από τον τακτικό προϋπολογισμό και θα έπρεπε να διεκδικούμε περισσότερα, για τους λόγους που εξέθεσε το ΕΕΣ αλλά και γιατί με το νέο επταετές δημοσιονομικό πλαίσιο που θα συμφωνηθεί, τα κονδύλια θα είναι περισσότερα.
Πηγές
[1] https://www.eca.europa.eu/lists/ecadocuments/sr19_24/sr_migration_management_el.pdf
[2] Με στοιχεία του 2019 από το Υπουργείο προστασίας του Πολίτη, υπάρχουν 68.000 εκκρεμείς αιτήσεις στην υπηρεσία ασύλου και δυόμιση χρόνια για να προσδιορισθεί η δικάσιμος για μια αίτηση κάποιου αιτούντος, καθώς και 14.000 προσφυγές στην αρχή προσφυγών, με χρόνο προσδιορισμού περισσότερα από δύο χρόνια. http://www.mopocp.gov.gr/index.php?option=ozo_content&lang=&perform=view&id=6957&Itemid=691
[3] https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/COM-Replies-SR-24-19/COM-Replies-SR-24-19-EL.pdf
[4] Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη μετανάστευση τέσσερα χρόνια μετά, 16/10/19 https://ec.europa.eu/home-affairs/news/european-agenda-migration-four-years-marked-progress-needs-consolidating-face-volatile_en
[5] EU Financial support to Greece, 16/10/19, https://ec.europa.eu/home-affairs/sites/homeaffairs/files/what-we-do/policies/european-agenda-migration/201910_managing-migration-eu-financial-support-to-greece_en.pdf